Πέμπτη 27 Μαρτίου 2025

ΓΥΖΗΣ: ΕΝΑΣ ΑΞΙΟΣ ΖΩΓΡΑΦΟΣ, ΕΝΑΣ ΩΡΑΙΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ!!!

 



"ΤΟ ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ" ΓΥΖΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ


Γύζης Νικόλαος, νέος

Γύζης: Ένας από τους σημαντικότερους έλληνες ζωγράφους του 19ου αιώνα της Σχολής του Μονάχου. Εκπρόσωπος του Ακαδημαϊκού Ρεαλισμού που όσο ωρίμαζε ένωσε τον Ρεαλισμό με τον Ιδεαλισμό που πήγαζε από την νοσταλγία της πατρίδας του.
Ο Νικόλαος Γύζης γεννήθηκε 1 Μαρτίου του 1842. Η πατρική του οικογένεια πολυμελής. Είχε άλλα πέντε αδέλφια: Τον Γεώργιο, την Μαριέττα, Μαριγώ, Μαρίνα και Καλλιόπη. Ο πατέρας του Ονούφριος ήταν ξυλουργός. Επάγγελμα που χρειαζόταν τεχνική και δύναμη. Η μητέρα του η Μαργαρίτα καταγόταν από πολύ καλή οικογένεια της Τήνου, το γένος Ψάλτη, φρόντιζε το σπίτι και τα παιδιά της με πολύ αγάπη και τρυφερότητα. Ζούσαν στην πανέμορφη Τήνο, στο Σκλαβοχώρι.

Γύζης Νικόλαος, νέος



Το 1850 όλη η οικογένεια θα μετοικήσει στην Αθήνα λόγω οικονομικών δυσχερειών. Τότε ο μικρός Γύζης ξεκίνησε να αντιγράφει χαρακτικά που έβλεπε στα σπίτια της γειτονιάς του. Η μητέρα του, οι συγγενείς και φίλοι της οικογένειας είχαν δει το χάρισμα του μικρού και τον επαινούσαν, μα περισσότερους από όλους η γλυκιά του μητέρα. Ο Γύζης διηγιόταν πως όταν ήταν μικρός, η μητέρα του όλο καμάρι τον χάιδευε λέγοντας σε όλους πως ο Νικόλας της δεν είναι όμορφο παιδί αλλά έχει ταλέντο. Αυτά τα λόγια τον σημάδευσαν για όλη του την ζωή. Ο ίδιος σχολίαζε πως αυτή η φράση της μάνας του για το ταλέντο του ήταν «… η ευχή της.. η δύναμις η οποίαν ως σήμερον με προστατεύει, καλύπτουσα τα λάθη μου και μαγεύουσα εκείνους οίτινες εκ του πλησίον με γνωρίζουν». Ο Γύζης λάτρευε την μητέρα του. Μεγάλος πια αναφερόταν σε αυτήν ως «γλυκιά και μοναδική». Η ευχή της μάνας του και η υπομονή που του καλλιέργησε, έκαναν υποφερτό τον Γολγοθά της ξενιτιάς που έζησε. Μα ακόμα είμαστε στην αρχή της πορείας του. Στην Αθήνα όπου είχαν μεταφερθεί, ο Νικόλας με προτροπή της μητέρας του, θα παρακολουθήσει μαθήματα στην Σχολή Ωραίων Τεχνών (μετέπειτα ΑΣΚΤ) στην αρχή ως ακροατής, μια και ήταν μόλις 8 χρονών. Παρόλο όμως το μικρό της ηλικίας του, θα βραβευτεί για μια ξυλογραφία του με τίτλο «Πελαργός Ιστάμενος».



Γύζης Νικόλαος, αυτοπροσωπογραφία





Από το 1854 μέχρι το 1864 επίσημα πια γίνεται και σπουδαστής στην σημερινή ΑΣΚΤ. Δάσκαλοι του ήταν οι: Φίλιππος Μαργαρίτης, Αγαθάγγελος Τριανταφύλλου, Raffaelo Ceccoli, Πέτρος Παυλίδης – Μινώτος, Ludwing Thriersch. Σε ετήσιο διαγωνισμό του Πολυτεχνείου, το 1858, θα βραβευτεί με το Ά βραβείο για την ζωγραφική του χαλκογραφία. Μάλιστα, σε επίσημη επίσκεψη του Όθωνα, τον παρουσιάζουν μπροστά του ως τον πιο ταλαντούχο φοιτητή.
To 1862, με σύσταση του φίλου του Νικηφόρου Λύτρα, ο Γύζης γνωρίζει τον πλούσιο Τηνιακό Νικόλαο Νάζο (μόνο το κτήμα του στο Χαϊδάρι ήταν 3.000 στρέμματα και έμενε σε πύργο) που επένδυε στην τέχνη. Ο Γύζης θα ζωγραφίσει το οίκημα του Νάζου στο Χαϊδαρι. Επίσης, θα ζωγραφίσει τα πορτρέτα της οικογένειας Πλατή.













Προσωπογραφία Μαργαρίτας Πλατή, Γύζης


Προσωπογραφία Νικολάου Νάζου




"Ο Ιωσήφ στην φυλακή" Γύζης Νικόλαος





"Το πρώτο μάθημα" Γύζης

Ο Γύζης τελειώνει τις σπουδές του στην Αθήνα. Ο Νάζος θα μεσολαβήσει μέσω του υπουργού να πάρει ο Γύζης υποτροφία από τον ναό της Ευαγγελίστριας της Τήνου για να σπουδάσει στην Βασιλική Ακαδημία Καλών Τεχνών στο Μόναχο. Η θετική ανταπόκριση άργησε να έρθει. Ήρθε όμως. Έτσι, τον Ιούνιο του 1865 ο Γύζης είναι στο Μόναχο. Εκεί, θα συναντηθεί ξανά με τον φίλο του τον Λύτρα. Αμέσως θα επισκεφτούν 2 μεγάλα Μουσεία τέχνης και από τις πρώτες μέρες θα πάνε στην όπερα, στην παράσταση Φάουστ. Ο Γύζης που αγαπούσε την μουσική, λάτρεψε και την όπερα. Με τα πρώτα του λιγοστά χρήματα αγόρασε μια κιθάρα. Ήταν το όνειρο του.
Στην Ακαδημία του Μονάχου δάσκαλοι του ήταν ο Χέρμαν Άνσουτς, ο Αλεξάντερ Βάγκνερ και από το 1868 ο κορυφαίος Καρλ φον Πιλότυ. (Για να πάρουμε μιαν ιδέα της υπέροχης γραφής τους ώστε να δούμε πως επηρέασαν τον Γύζη, έχω κάνει μια μικρή αναφορά με δείγμα έργων τους στην βιογραφία του Λύτρα- ΠΑΤΗΣΤΕ ΕΔΩ). Ο Γύζης ζωγραφίζει όπως οι δάσκαλοι του, αγγίζοντας το όριο του ιστορικού ρεαλισμού και της ηθογραφίας. Θα εμπνευστεί από θέματα όμως της πατρίδας του, αν και ο τύπος και οι κριτικοί τέχνης τον αποκαλούσαν «γερμανικότερος των γερμανών». (Επειδή ακούγεται περίεργο, η απάντηση είναι πάλι στην βιογραφία του Λύτρα). Ο Γύζης είχε πάντα στην καρδιά του την Ελλάδα. Μάλιστα, σε μιαν επιστολή του στην οικογένεια του γράφει πως ο καθηγητής του ήθελε να μείνει στην Βαυαρία αλλά ο ίδιος έγραφε για αυτό «Ας λέγουν όμως αυτοί. Εγώ ηξεύρω ποια είναι η πατρίς μου». Οι σπουδές του τελειώνουν το 1871. Εντωμεταξύ, από το 1868, είχε δυναμώσει η φιλία του με άλλους δυο συμφοιτητές του, τον Frank Defregger και τον Eduard Kurzbauer. Μαζί, θα ταξιδέψουν σε διάφορα μέρη της χώρας. Μετά την αποφοίτηση του, η ζωγραφική του όλο και απομακρυνόταν από την αρχή της Σχολής που προτιμούσε τις ιστορικές σκηνές.



"Τα ορφανά" Γύζης











Το 1871 εκθέτει στην Βιέννη το έργο του «Τα ορφανά». Υπογράφοντας το όνομα του προσθέτει «Ο Έλλην» γιατί ήθελε να αναδείξει την καταγωγή του. Στα επόμενα έργα του υπέγραφε μόνο με το όνομα του. Την ίδια εποχή, τελειώνει το έργο του «Ειδήσεις της Νίκης» που το εκθέτει και παίρνει το Ά βραβείο της Ακαδημίας. Έπειτα, του ανατίθεται από την κυβέρνηση της Βαυαρίας να διακοσμήσει το δημαρχείο του Μονάχου. Ζωγραφίζει την «Νίκη» μια γυναικεία μορφή με στεφάνια στα χέρια.







Γύζης με Λύτρα ντυμένοι οριεντάλ

1872. Επιτέλους ο Γύζης επιστρέφει στην Ελλάδα. Στην Ελλάδα που τόσο νοσταλγούσε! Είναι πια τριάντα χρονών. Στην Αθήνα μετατρέπει το πατρικό του (επί οδό Θεμιστοκλέους) σε ατελιέ. Ένα χρόνο μετά θα ταξιδέψει μαζί με τον φίλο του Λύτρα στην Μικρά Ασία. Ήταν της μόδας τέτοια ταξίδια (οριενταλισμός). Από αυτό το ταξίδι φέρνει πλήθος σχεδίων με χαρακτηριστικούς τύπους ανθρώπων, ενδυμάτων, σπιτιών του τόπου. Το πρώτο του έργο είναι «Ο Αράπης ως νταντά». Έπειτα «Τιμωρία του ορνιθοκλέφτη» κτλ. Εκείνη την εποχή θα ζωγραφίσει και το ελληνικό θέμα «Τα αρραβωνιάσματα», όπου θα το ολοκληρώσει 2 χρόνια μετά. Εξαιρετικά έργα όλα!!



"Τιμωρία του ορνιθοκλέφτη" Γύζης


"Ανατολίτης με τσιμπούκι" Γύζης




"Τα αρραβωνιάσματα" Γύζης




"Το τάμα" Γύζης




Το 1874 αποφασίζει να γυρίσει στο Μόναχο, απογοητευμένος από τις συνθήκες που επικρατούσαν στην Ελλάδα. Εκεί θα ζήσει ως το τέλος της ζωής του. Μαζί με τον Λύτρα, επιστρέφουν στο Μόναχο τον Ιούνιο του 1874. Αλλά και εκεί, δύσκολα να προσαρμοστεί. Γράφει: «Ωραία είναι η Ιταλία, ωραία και η Γερμανία, αλλά η Ελλάς ωραιότατη»! Για να δώσει βοήθεια και κουράγιο ο Λύτρας στον Γύζη, θα συστεγαζόταν στο ίδιο ατελιέ. Εκεί θα αποτυπώσει στο έργο του την οδύνη του για τον ξένο τόπο και τη νοσταλγία της Ελλάδας. Τα έργα του έχουν δραματικό φώς και μελαγχολική διάθεση. Το έργο του «Τάμα» το 1875 εκτίθεται στην Βιέννη. Παίρνει μετάλλιο και αγοράζεται αμέσως. Ο Γύζης γίνεται μέλος της αδελφότητας “Allotria”. Και έρχεται η πρόταση από την Αθήνα! Να αναλάβει την δεύτερη έδρα της Σχολής Καλών Τεχνών. Αρνείται όμως γιατί βλέπει πως δεν υπάρχουν οι ανάλογες για αυτόν προϋποθέσεις.



"Νησιώτης γεωργός" Γύζης





Το 1876 , πάλι με τον καλό του φίλο Λύτρα, θα ταξιδέψει στο Παρίσι όπου η τέχνη εκεί έκανε καινούρια βήματα. Μάλιστα από τα εκεί σχέδια του με κάρβουνο και κιμωλία, βλέπουμε η γραφή του να είναι επηρεασμένη από τον εξπρεσιονισμό. Παράλληλα, ο Νάζος προσπαθεί και αυτός να τον πείσει να έρθει πια στην Ελλάδα. Πιθανόν και λόγω της κόρης του που είχε μια ιδιαίτερη συμπάθεια με τον Γύζη. Ο Γύζης όμως αρνείται να επιστρέψει. Σε όλες τις επιστολές του φαίνεται η βαθιά ευγνωμοσύνη του Γύζη στον άνθρωπο που τον στήριξε τόσο, αλλά ήταν αδύνατον για αυτόν να επιστρέψει.
Στην Γερμανία δουλεύει εντατικά και εκθέτει τα έργα του «Σπουδή στην Ανατολή» και «Ο ζωγράφος στην Ανατολή» όπου τιμάται με το ‘Β βραβείο. Έχει επιτυχία και πουλάει αρκετά έργα του. Την ίδια χρονιά αρραβωνιάζεται την κόρη του προστάτη του Νάζου, την Άρτεμις, ενώ παράλληλα καλλιεργεί τις σχέσεις του με τους έλληνες ζωγράφους εκεί. Περισσότερο με τον Βολανάκη, τον Ιακωβίδη (για την βιογραφία του ΠΑΤΗΣΤΕ ΕΔΩ), Λεμπέση και Σαββίδη. (Ελπίζω σύντομα να μπορέσω να γράψω εδώ τις βιογραφίες αυτών των άξιων ζωγράφων).



«Ο ζωγράφος στην Ανατολή» Γύζης




"Άρτεμις" Γύζης


1877. Ήταν 35 χρονών. Ο Γύζης έρχεται στην Ελλάδα για να παντρευτεί την Άρτεμις. Πριν γυρίζουν μαζί πίσω στη Γερμανία, ο Γύζης θα φυτέψει ένα δέντρο στο κτήμα του πεθερού του. Ίσως είναι ενας τρόπος, ταυτιζόμενος με αυτό το δέντρο, να μην ξεριζωθεί από αυτό το ελληνικό χώμα. Θα αποκτήσουν 4 κόρες και έναν γιό: Την Πηνελόπη που πέθανε 12 χρ. , την Μαργαρίτα, την Ιφιγένεια και τον Τηλέμαχο-Ονούφριο.


"Μαργαρίτα Γύζη"


"Τηλέμαχος Γύζης"





Νεκρή φύση, Γύζης


Πιατοθήκη, Γύζης


Γύζης





"Αποκριά στην Αθήνα" Γύζης



Από το 1880 αρχίζει να ασχολείται με νεκρές φύσεις. Οι εφημερίδες τον αποθεώνουν. Γίνεται επίτιμο μέλος της Ακαδημίας Καλών Τεχνών του Μονάχου. Αλλά μετά από αυτή τη χαρά, θα ακολουθήσουν δυο πολύ δυσάρεστα γεγονότα. Ένα χρόνο μετά πεθαίνει ο πατέρας του και έναν χρόνο από τον θάνατο του, χάνει και την γλυκιά του μάνα. Αυτή η χρονιά στο έργο του ήταν πολύ σπουδαία και σε θέματα ηθογραφικά και σε νεκρές φύσεις. Βλέπε τα έργα του «Κού- κου», «Παππούς με 2 εγγόνια», «Αποκριά στην Αθήνα», «Ρόδια»… Πάντως, όταν αποδέχεται την θέση βοηθού καθηγητή στην Γερμανία, καταλαβαίνει πια ότι δεν υπάρχει καμιάν ελπίδα να επιστρέψει στην Ελλάδα, στην πατρίδα του, στην γη του.



«Κού- κου» Γύζης





1885 Ζωγραφίζει το πιο γνωστό στους Έλληνες έργο του, «Το κρυφό σχολειό»!! Έργο που έχει γράψει ιστορία.
1886 «Εαρινή Συμφωνία» Αρχίζει να βάζει στο έργο του λυρική χροιά.



Γύζης (όρθιος σχεδόν στην μέση της εικόνας με
λίγο πιο ανοιχτόχρωμο κουστούμι
με μαθητές του στο Μόναχο, 1884,
αεχείο Αλ. Φιλαδέλφεως





1888 Ορίζεται τακτικός καθηγητής της Ακαδημίας Καλών Τεχνών του Μονάχου. Ενώ η χαρά του για αυτή την τιμητική επιλογή είναι μεγάλη, από την άλλη, η θλίψη του βαθιά γιατί για να πάρει την θέση να αρνηθεί την ελληνική του υπηκοότητα. Οι μαθητές της σχολής, κάνουν τα αδύνατα δυνατά για να γραφτούν στο εργαστήρι του. Οι φοιτητές τον εκτιμούν και σαν ζωγράφο και σαν δάσκαλο και σαν άνθρωπο με ευγένεια.



Η ψυχη του καλλιτεχνη, Γύζης



Μια μέρα, εκεί στην πολύ κρύα χώρα, στην Γερμανία, φύσηξε ένας νότιος άνεμος. Ο Γύζης ταράχτηκε! Έγραφε «Δεν πιστεύω να είναι από την Ελλάδα. Δεν μυρίζει θυμάρι». Τα λόγια του είναι τόσο άμεσα και από καρδιάς που κάνουν να δακρύζει κάθε Ελληνική ψυχή. Βλέπουμε την Ελλάδα να νικάει μέσα του την Βαυαρική μαθητεία, να διαμορφώνεται και αυτό να εκφράζεται στο προσωπικό ύφος του έργου του. Στις ηθογραφίες του βλέπουμε την ανάμνηση της πατρίδας του, να την αποδίδει με απίστευτη τρυφερότητα. Έγραφε πως, την Ελλάδα δεν μπορεί να την ζωγραφίσει τόσο ωραία όσο την αισθάνεται. Παράλληλα διατηρούσε και την πίκρα που η Ελλάδα δεν τον κράτησε κοντά της.
Στο Μόναχο επισκέπτεται εκθέσεις λουλουδιών. Τα βρίσκει όμορφα αυτά τα λουλούδια μεν αλλά επειδή «είναι τεχνητά μεγαλωμένα» δεν αγγίζουν την ψυχή του. «Προτιμώ μιαν απριλιάτικη τριανταφυλλιά των Αθηνών από όλα αυτά». Παρόλη όμως την λατρεία του Γύζη για την φύση, ποτέ δεν έγινε τοπιογράφος. Και δεν είναι μόνον εκεί που τα λουλούδια είναι τεχνητά μεγαλωμένα. Είναι και το φώς. Το φώς που είναι έμπνευση και εργαλείο για τον ζωγράφο. Το Μόναχο ήταν σκοτεινό, θλιβερό και απέλπιζε.







"Το παιδομάζωμα" Γύζης







Έγραφε «Ούτε με εμπνέει ο τόπος, ούτε εύμορφαι είναι οι γραμμαί, ούτε οι χρωματισμοί. Αιώνιον πράσινον, πράσινον. Άλλοι είναι οι τόποι δια καλλιτέχνας, ίνα εμπνευστούν ,αλλά είναι μακράν». Αχ Ελλάδα με τον δυνατό σου ήλιο που οι αχτίδες του μεταλάβουν τα χρώματα συνεχώς και πάλλουν την ψυχή!! Ο Γύζης έλεγε πως μόνον στον ύπνο του βρίσκει χαρά γιατί ονειρεύεται τον ήλιο! Το φώς είναι αυτό που καθόρισε την χρωματική του κλίμακα στο έργο του. Το λευκό στον Γύζη φέγγει δυνατά, το καφέ λάμπει από το κόκκινο που έχει μέσα του, και το μπλε υπάρχει σε παραλλαγές. Μάλιστα, φοβόταν μην δει στο μέλλον τα έργα του και του φανούν πως έχουν το χρώμα της θάλασσας γιατί στον ύπνο του και στον ξύπνιο του ονειρευόταν «έβλεπε» την ελληνική θάλασσα, τις βάρκες…



"Το παιδί με τα κεράσια" Γύζης





Ο Γύζης σε όλη του την ζωή δούλευε πολύ και είχε φιλίες με όσους χρειαζόταν να τον βοηθήσουν στην ανάδειξη του έργου του. Μάλιστα, τον επισκεπτόταν ο αντιβασιλέας Luitpold στο ατελιέ του. Στις επιστολές του γράφει: «Είμαι καλά όταν εργάζομαι. Η εργασία είναι η ζωή μου. Εις τον κόσμον εγνώρισα πλούσιους και πτωχούς. Όσον λυπούμαι τους πρώτους όταν δεν ξέρουν πώς να περάσουν τον καιρόν τους σκοτώνοντας αυτόν εις μάταιες διασκεδάσεις, πόσον μακαρίζω τους δεύτερους και μάλιστα, όταν μετά τον τρομερόν κόπο τους, τους ακούω να προφέρουν το ¨Δόξα σοι ο Θεός¨ και να τραγουδούν». Πόσο δίκιο είχε! Το πολύ το χρήμα τον ξεστρατίζει τον άνθρωπο. Τον κάνει ματαιόδοξο. Ενώ η φτώχια που τον σπρώχνει στον κάματο της δημιουργίας, τον ανυψώνει σε δοξολογίες στον Θεό. Ίσως γι αυτό λέμε, "ανεργία μήτηρ πάσης κακίας". Ο άνθρωπος χρειάζεται να εργάζεται κυρίως με τα χέρια του.




Το 1893 βραβεύεται στην Μαδρίτη της Ισπανίας για την Τρίτη παραλλαγή του έργου του «Τάμα» και η Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια του ζητά το βιογραφικό του για να τον συμπεριλάβει.



"ΤΟ ΤΑΜΑ" ΓΥΖΗΣ




Κορίτσι πιθανώς απο το Τάμα, Γύζης

1895 Του ανατίθεται η προμετωπίδα του περιοδικού «Uber Land undMeer», το Δίπλωμα των Μηχανικών «Θεωρία και Πράξη» και η οροφή της αίθουσας συνεδριάσεων του Μουσείου Βιοτεχνίας στην Νυρεμβέργη. Τότε, μετά από 18 χρόνια, επισκέπτεται την Ελλάδα μαζί με τον γιό του δάσκαλου του Karl von Piloty. Θα είναι και η τελευταία φορά που θα επισκεφτεί τις ρίζες του.
«Επεθύμησα να καθίσω εις τις δροσοκαμάρες του χωριού μου. Τρέχει ο κόσμος σήμερον, τρέχει να υπερβεί τον πλησίον του και τρέχων γηράσκει και μόλις παρά το χείλος του τάφου στέκει να ιδή ότι ήλθεν η ώρα του, ότι είναι γέρων ή ότι κατέστρεψεν το άθλιον του σώμα τρέχων. Είναι ήδη αργά! Παρήλθεν ο βίος χωρίς να αισθανθεί ότι έζησεν». Πόση αλήθεια έχουν τα λόγια του!



Αγόρι, Γύζης

Το 1897 γίνεται ο πόλεμος στην Ελλάδα με την Οθωμανική αυτοκρατορία. Έναυσμα το Κρητικό ζήτημα. Η σκέψη του Γύζη είναι μόνο στην Ελλάδα. Ζωγραφίζει το «Η καταστροφή των Ψαρών». Τα γράμματα του είναι γεμάτα από ιδεαλιστικές σκέψεις. Ζωγραφίζει το «Η Μετάνοια», «Η ψυχή του καλλιτέχνη», «Χαμένη ψυχή» κ.α. Εκείνον τον καιρό γράφει σχετικά «Τι αξιολύπητον, ότι ένας λαός τόσον προικισμένος πρέπει να υποφέρη υπο τον ζυγόν βάρβαρων λαών. Η Διπλωματίαν θεωρεί την ωραίαν αυτήν χώραν απλώς ως αντικείμενον αμοιβαίας ζηλοτυπίας. Βλέπω αυτό το αίσχος της πολιτισμένης Ευρώπης» Μάρτης 1897. Για τις ξένες προστάτιδες δυνάμεις, πολύ πριν αυτόν τον πόλεμο, σε σχέση με εμάς τους Έλληνες γράφει «.. αφού μας γυμνώσουν πρώτον, αφού μας εξαντλήσουν υλικώς, μας πωλούν το όπλον και έπειτα έρχονται και μας δένουν τα χέρια. Μας πήραν στον λαιμό τους οι προστάτιδες δυνάμεις. Είθε όμως τούτο να μας χρησιμεύσει ως διδασκαλία και εις το μέλλον να μας γίνει ωφέλιμο μάθημα» Μάιος 1886.
Το 1898 συμμετέχει στην έκθεση του Glaspalast με δική του αίθουσα. Εκθέτει 24 έργα με λάδι και πολλά σχέδια του. Αγοράστηκαν 13 σχέδια του. Ο Γύζης ομολογεί πως τα σχέδια αυτά έγιναν εμπνεόμενος από την μουσική και τις ωραιότερες αναμνήσεις της ζωής του. Εκτός της ελληνικής παραδοσιακής μουσικής, ήταν και λάτρης του Μπετόβεν αλλά και λάτρης του εθνικού μας ποιητή Διονύσιου Σολωμού που και αυτόν τον ενέπνεε: «Δόξαν αρχαίαν, αυστηράν και σοβαράν.. Δεν ζωγραφίζονται οι λέξεις αλλά το πνεύμα αυτών».

"Ιδού ο Νυμφίος" Γύζης



1899 Είναι κουρασμένος. Έχει χάσει τις σωματικές του δυνάμεις. Εργάζεται όμως. Τελειώνει την «Αποθέωση», το «Ο νέος αιώνας». «Ο νέος αιώνας» θα είναι το έργο που θα βάλει στην Διεθνή Έκθεση του Παρισιού. Επίσης θα συμμετάσχει και στην έκθεση Glaspalast με το μεγάλο του θρησκευτικό έργο “Ιδού ο Νυμφίος έρχεται». Όταν πια θα καταλάβει πως η ζωή του τελειώνει, το να γυρίσει πίσω στην Ελλάδα το θεωρούσε σαν τον λυτρωμό του από την αρρώστια. Πίστευε πως αν πήγαινε εκεί, θα θεραπευόταν και μάλιστα ταχέως. Εκείνη την περίοδο του ζητείται από το Εθνικό Μουσείο της Βιέννης το έργο του «Δόξα» για να το αγοράσει με 3.000 μάρκα. Ο Γύζης αρνείται και το στέλνει στον πεθερό του για να το παραδώσει έναντι 1.500 χρυσών φράγκων στην επιτροπή για την έκθεση των Αθηνών. Η αντιμετώπιση από τους αρμόδιους στην Ελλάδα είναι αρνητικότατη. Ο Γύζης πικραίνεται πολύ, αν και παράλληλα οι Βαυαροί τον «δαφνοστεφανώνουν» για το έργο του «Αποθέωση της Βαυαρίας».
4 Ιανουαρίου του 1901 θα πεθάνει στο Μόναχο από λευχαιμία, περιτριγυρισμένος από την οικογένεια του που τόσο αγαπούσε. Λέγεται πως τα τελευταία του λόγια ήταν «Λοιπόν, ας ελπίζωμεν και ας ζητούμε να είμαστε εύθυμοι!».
Στο μνημείο που φιλοτεχνείται, ο Παλαμάς γράφει το ποίημα «Για τον τάφο του Νικόλαου Γύζη».
Μετά τον θάνατο του έργα του εκτέθηκαν στην 8η καλλιτεχνική έκθεση του Glaspalast. Όσο ζούσε, τιμήθηκε και βραβεύτηκε πολλές φορές και σε ευρωπαϊκές και σε ελληνικές εκθέσεις μετά το 1870 ως το τέλος. Έργα του κοσμούν Μουσεία και οι συλλέκτες – επενδυτές της τέχνης ποντάρουν στο όνομα του.
Τα έργα του. Κάποια από αυτά, είναι εμπνευσμένα από την εποχή της τουρκοκρατίας, όπως το «Κρυφό Σχολειό», «Τα αρραβωνιάσματα».. και το ώριμο έργο του από την θρησκευτική πίστη όπως «Ο Νυμφίος έρχεται». Έργο που δηλώνει ξεκάθαρα την μεταφυσική του ανησυχία. Το θέμα πια που κυριαρχεί είναι η πάλη Καλού – Κακού και η νίκη του Καλού. Η μορφή της γυναίκας είναι η πιο σημαντική μορφή στα έργα του. Την εμφανίζει ως Τέχνη, Δόξα, Μουσική κ.α. Ο Γύζης, χάρη στην υπέροχη μάνα του και τον πατέρα του που την σεβόταν, έμαθε και ο ίδιος να σέβεται την γυναίκα και να την αγαπά.


"Κουρέας" Γύζης



Ο Γύζης διατήρησε την ελληνική του ταυτότητα. Λάτρευε ότι Ελληνικό! Το Ελληνικό πνεύμα, την Ελληνίδα μάνα, την Ελληνική μοναδική φύση, την Ελληνική μουσική, κυρίως της Τήνου και των υποόλοιπων κυκλαδίτικων νησιών που ξεσηκώνει τις καρδιές! Η επαφή του με την Ελληνική φύση τον συγκινεί. Γράφει χαρακτηριστικά «Χαιρετίσατε εκ μέρους μου μικρούς και μεγάλους ως και τα πουλιά». Μπορώ να τον νιώσω.
Στα ιδεαλιστικά του έργα, κάθε πινελιά του είναι ιδέα, κάθε χρώμα ενας τόνος μουσικής Μάλιστα, αρκετά από τα έργα του γίνονται με συνοδεία μουσικής από το πιάνο που έπαιζαν τα παιδιά του. Με τους όμορφους ήχους ο Γύζης ενθουσιαζόταν, έβλεπε τα λάθη στους πίνακες του και τους διόρθωνε! Όταν πια ήταν έτοιμος να κατευθυνθεί προς τις ιδεαλιστικές του συνθέσεις, ζητούσε τρυφερά από τον πεθερό του κυρίως να του στείλει κείμενα αρχαίων ελλήνων συγγραφέων, όπως τον Όμηρο.

"Κορίτσι" Γύζης



Ο Γύζης ένωσε ρεαλισμό και ιδεαλισμό. Στις ηθογραφίες του έπλασε τον ιδανικό έλληνα, την ιδανική μάνα, τον ιδανικό νεαρό, τον ιδανικό παππού, την ιδανική γιαγιά. Στις προσωπογραφίες του κάνει ανατομία της ψυχής. Ήθελε πάντα να έχει ψυχική επαφή άμεση με το μοντέλο του και δεν ζωγράφιζε αριστοκράτες.
Ο Γύζης, ότι επαίνους έπαιρνε, αισθανόταν πως η δόξα, μαζί με αυτόν, ανήκει στους δικούς του ανθρώπους και στην Ελλάδα. Μάλιστα, σε έναν διαγωνισμό που διακρίθηκε μέσα σε 174 συμμετοχές, αυθόρμητα είπε «Τους φάγαμε!!» εννοώντας ότι η διάκρισή του σήμαινε την νίκη της Ελλάδας.

"Καπουτσίνος" Γύζης




"Κορίτσι που παίζει" Γύζης





Όμως, καμιά βιογραφία του Γύζη δεν μπορεί να περιγράψει τόσο άμεσα την αλήθεια του για την ζωή του και την τέχνη του όσο ο ίδιος. Επιστολές του από το 1869 ως τον θάνατο του συγκεντρώθηκαν σε ένα βιβλίο με τίτλο «Επιστολαί Νικολάου Γύζη» εκδ. Εκλογής, Αθήνα, 1953. Δυστυχώς, από την έρευνα μου βρήκα κάποια ελάχιστα αποσπάσματα εδώ και εκεί μια και το βιβλίο έχει εξαντληθεί. Όπως διαβάζουμε στην εφημερίδα Ελευθεροτυπία (Σάββατο 12 Ιανουαρίου 2013) «Ας ελπίσουμε ότι θα υπάρξει ενδιαφέρον από την Εθνική Πινακοθήκη (διαθέτει καταχωνιασμένο το μεγαλύτερο μέρος των γραμμάτων του) ή από κάποιον εκδοτικό οίκο ώστε να ξανατυπωθούν οι «Επιστολές» που αναδεικνύουν τον χαρακτήρα, το ήθος και τον στοχασμό αυτού του σπουδαίου ζωγράφου».




Ο Γϋζης με την γυναίκα του κ τα δυο του παιδιά


Γύζης, αριστερά του παπά και αριστερά του ο Ιακωβίδης (γύρω στο 1900)



Γύζης, πριν την αναχώρηση του για Ελλάδα το 1895. Λύτρας λίγο
παραπέρα δεξιά του - αρχείο Γ. Ο. Περβολάκης


"Η μάντισσα" Γύζης



Κάποια ακόμη κομμάτια από τις επιστολές του:


«Η κάθε γυναίκα εδώ (στην Ελλάδα) γίνεται πραγματική Αφροδίτη».
« Η Μάννα μου δεν με νιώθει και η παραμάννα μου δεν θέλει να το ειπή ότι με νιώθει» έγραφε όταν μεν η «Αποθέωση της Βαυαρίας θαυμάζεται μεν αλλά όχι τόσο όσο ήθελε ο ίδιος. Η μάνα του ήταν κάποιοι άνθρωποι στην Ελλάδα που επέκριναν το έργο του και η παραμάνα κάποιοι άνθρωποι στην Γερμανία που κατά τον Γύζη, έβαζαν ένα όριο στην επιδοκιμασία τους.
«Ψεύτης ο κόσμος! Όνειρα είναι τα πάντα»
«Δεν επρόφθασα δυστυχώς να μάθω γράμματα. Ότι γράφω μου το υπαγορεύει η καρδιά μου, αυτή είναι η Γραμματική και το Συντακτικόν μου»


ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΓΥΖΗΣ: ΤΟ ΠΙΟ ΠΛΟΥΣΙΟ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΥΛΙΚΟ!!!

Εδώ βρίσκονται πολλά απο τα καλύτερα έργα του Γύζη, μετά απο μια επίμονη και επίπονη έρευνα.





Γύζης, Μάθημα χορού, 40Χ30
σχέδιο με μελάνι και τέμπερα σε χαρτί



Γύζης, "Το φιλί" 28Χ22, τέμπερα σε χαρτί
Εθνική Πινακοθήκη Αθήνας



Γύζης, "Άνδρας με καπέλο", 49Χ36
σχέδιο με κάρβουνο κ παστέλ, Ίδρυμα Κουτλίδη





Γύζης "Σπουδή για την βιοτεχνία", 68Χ53
κάρβουνο κ παστέλ σε χαρτί
Εθνική Πινακοθήκη Αθήνα



Γύζης "Ο χορός των Μουσών" 46Χ77 κάρβουνο κ παστέλ σε χαρτί





Γύζης, "Ιδού ο Νυμφίος", 41Χ26 σχέδιο με παστέλ
σε μαύρο χαρτί, Εθν. Πινακοθήκη Αθήνα



Γύζης, φτερωτή μορφή, 10Χ12, παστέλ με νερό σε χαρτόνι





Γύζης, "Κορίτσι που πλένεται σε ποτάμι" 46Χ33
λάδι σε καμβά



Γύζης "Η Μάντισσα" 49Χ38, λάδι σε ξύλο



Γύζης "Κένταυροι", λάδι σε καμβά



Γύζης, "Giddy UPI", λάδι σε καμβά



Γύζης, ¨Τα ορφανά", λάδι σε καμβά 90Χ69



Γύζης, "Η νέα άφιξης" λάδι σε καμβά



Γύζης, "Ψάρια" 68Χ49 λάδι σε καμβά





Γύζης, Αυτοπροσωπογραφία, λάδι σε καμβά
Ίδρυμα Κουτλίδη



Γύζης "Η ψυχή" λάδι σε καμβά



Γύζης "Αλληγορία της ζωγραφικής" λάδι σε καμβά, Ιονική Τράπεζα



Γύζης, Πορτρέτο κυρίας, λάδι σε καμβά





Γύζης, Προσωπογραφία παιδιού






Γύζης, ¨Ο έρωτα και η ζωγράφος, ημιτελές
σχέδιο με λάδι, 17Χ11



"Ο έρως και η ζωγράφος" 40Χ50 λάδι σε ξύλο



Γύζης, "Στην πηγή", 30Χ17, λάδι σε καμβά



Γύζης "Κορίτσι που παίζει, λάδι σε καμβά



Γύζης, "Ο Ιωσήφ στην φυλακή" λάδι σε καμβά, 1,82Χ1,42 Ίδρυμα Ευαγγελίστρια Τήνου



Γύζης" Ιουδήθ και Ολοφέρνης" λάδι σε καμβά
Συλλογή Εθν. Τράπεζα Ελλάδος



Γύζης, "Η εξέταση των σκύλων" 1.12Χ1,63 λάδι σε καμβά



Γύζης, "Ειδήσεις Νίκης" λάδι σε καμβά, Μόναχο



Γύζης "Ποιός είναι εδώ;" ατελές
λάδι σε καμβά



Γύζης, "Πριν απο το λουτρό" ατελές, λάδι σε ξύλο



Γύζης "Τα ορφανά" λάδι σε καμβά





Γύζης "Η άρρωστη" λάδι σε ξύλο, 33Χ25



Γύζης, "Μεγαρίτισα, κορίτσι με γλάστρα" λάδι σε καμβά 35Χ27



Γύζης, "Παππούς που κοιμάται" λάδι σε καμβά 75Χ60



Γύζης, "Αγρότης της Τήνου" λάδι σε ξύλο 41Χ31



Γύζης "Ναπολιτάνος" λάδι σε καμβά
Μουσείο Μπενάκη Αθήνα



Γύζης "Καπουτσίνος" 37Χ31 λάδι σε καμβά, Εθνική Πινακοθήκη Αθήνα



Γύζης "Μεγαριτικη τράτα" λάδι σε καμβά



Γύζης "Νησιώτης" λάδι σε καμβά 8Χ6
Μουσείο Μπενάκη Αθήνα



Γύζης, "Αραπίνα" λάδι σε καμβά, 40Χ34



Γύζης "Άραβας που καπνίζει" λάδι σε καμβά



Γύζης "Η τιμωρία του ορνιθοκλέφτη" 1,35Χ1,04 λάδι σε καμβά



Γύζης, "Ανατολίτης με τσιμπούκι" λάδι σε ξύλο, 4,05Χ3,15 Εθν. Πινακοθήκη Αθήνα



Γύζης λάδι σε καμβά, Ίδρυμα Κουτλίδη Αθήνα



Γύζης λάδι σε καμβά, 57Χ43



Γύζης "Το παιδομάζωμα" Επι τουρκοκρατίας οι τούρκοι έπαιρναν τα παιδιά των
ελλήνων για να τα κάνουν γενίτσαρους δηλ στρατιώτες των τούρκων
λάδι σε καμβά, 72Χ50 Εθνική Πινακοθήκη Αθήνα



Γύζης, 47Χ40, λάδι σε καμβά
Λέσχη Αξιωματικών Ενόπλων Δυνάμεων Αθήνα



Γύζης ¨Ανατολίτης με τα φρούτα, λάδι σε καμβά, Συλλογή Κουτλίδη



Γύζης "Τα αρραβωνιάσματα" 1,03Χ1,55 λάδι σε καμβά, Εθνική Πινακοθήκη Αθήνα
Επι τουρκοκρατίας, οι έλληνες αρραβώνιαζαν τα παιδιά τους απο πολύ μικρά για να μην τους
τα πάροουν οι τούρκοι ως γενίτσαρους



Γύζης ¨Τα πρώτα γράμματα" λάδι σε καμβά 76Χ60



Γύζης "Ο ζωγράφος στην Ανατολή" , ελαιογραφικό προσχέδιο σε καμβά



Γύζης "Ο ζωγράφος στην Ανατολή" 1,03Χ1,54 λάδι σε καμβά



Γύζης "Το τάμα" λάδι σε καμβά, Εθν. Πινακοθήκη Βικτωριας, Μελβούρνη



Γύζης "Το τάμα" λάδι σε καμβά



Γύζης "Το τάμα" 1,17Χ75 λάδι σε καμβά



Γύζης, "Κεφάλι κόρης πιθανόν απο το Τάμα", λάδι σε καμβά, Εθνική Πινακοθήκη Αθήνα



Γύζης, , λάδι σε καμβά, Εθν. Πινακοθήκη Αθήνα 46Χ37



Γύζης, Κεφάλι κόρης 17Χ22, λάδι σε καμβά, Εθν. Πινακοθήκη Αθήνα



Γύζης, "Φυγή μετά την καταστροφή", λάδι σε καμβά



Γύζης, "Μικρή χωρική" σε συλλογή ιδιωτική στην Γερμανία





Γύζης "Μάνα με παιδί" λάδι σε ξύλο, 31Χ25





Γύζης, "Κυδώνια" λάδι σε ξύλο, Εθν. Πινακοθήκη Αθήνας



Γύζης, "Νεκρή φύση" 57Χ70, λάδι σε καμβά



Γύζης, "Σάπια μήλα" λάδι σε καμβά 47Χ67





Γύζης, "Γέρος που ράβει" 79Χ61, λάδι σε καμβά



Γύζης "Παππούς και εγγονός" 80Χ63, λάδι σε καμβά



Γύζης, "Η Χαρτορίχτρα"



Γύζης, "Κοριτσάκι" λάδι σε καμβά



Γύζης, 29Χ24 λάδι σε καμβά





Γύζης, "Κοριτσάκι" λάδι σε καμβά



Γύζης "Κοριτσάκι" λάδι σε καμβά, Μουσείο Μπενάκη Αθήνα



Γύζης "κορίτσι με μαντήλι στο μαντήλι στο λαιμό"



Γύζης, "κοριτσάκι" λάδι σε καμβά 30Χ25, Εθν. Πινακοθήκη Αθήνα



Γύζης, "Προσωπογραφία Γεωργιου Νάζου" 72Χ60 λάδι σε καμβά,
Πινακοθήκη Ε. Αβέρωφ Μέτσοβο



Γύζης, "Κεφάλι γριάς" λάδι σε καμβά 35Χ25, Εθνική Πινακοθήκη Αθήνας



Γύζης "Παππούς με 2 εγγόνια" 93Χ72, λάδι σε καμβά



Γύζης "Ο κουρέας" ελαιογραφικό προσχέδιο σε
καμβά, 42Χ30, Εθν. Πινακοθήκη Αθήνα



Γύζης "Ο κουρέας, λάδι σε καμβά, 89Χ66



Γύζης, "Παππούς και εγγόνι" λάδι σε μουσαμά, 76Χ60



Γύζης "Οι γειτόνισσες" λάδι σε καμβά 60Χ78



Γύζης, "Κού-κου" λάδι σε καμβά 1μ Χ 75 Εθνική Πινακοθήκη Αθήνα



Γύζης "Πιατοθήκη" 35Χ27 λάδι σε καμβά, Εθνική Πινακοθήκη Αθήνα





Γύζης, Άνδρας με καπέλο" λάδι σε καμβά



Γύζης, Πορτρέτο άντρα, λάδι σε καμβά, 50Χ39



Γύζης, "Η αποστήθιση", λάδι σε ξύλο, 74Χ63



Γύζης, κοπέλα στο παράθυρο,
ελαιογραφικό σχέδιο



Γύζης, γυναίκα που ράβει, 1,54Χ1,37
ελαιογραφικό προσχέδιο σε καμβά



Γύζης, Μητρότητα 31Χ21
ελαιογραφικό σχέδιο σε καμβά



Γύζης "Μετά το μνημόσυνο" λάδι σε καμβά 92Χ71, Ίδρυμα Κουτλίδη



Γύζης, "Η ψυχομάνα" λάδι σε καμβά, Ίδρυμα Κουτλίδη



Γύζης, "Ο καλόγερος που ζωγραφίζει" λάδι σε καμβά







ΓΥΖΗΣ "ΤΟ ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ" Λάδι σε ξύλο 58Χ73
Συλλογή Εμφιετζόγλου



Γύζης, "Το παραμύθι της γιαγιάς" λάδι σε ξύλο



Γύζης "Παιδί που κοιμάται" λάδι σε καμβά



Γύζης, "Τα πρώτα βήματα" λάδι σε ξύλο 44Χ64



Γύζης "Οικογενειακή σκηνή" λάδι σε καμβά 54Χ79



Γύζης "Στην ταβερνα" λάδι σε χαρτόνι



Γύζης "Παρά την εστία" λάδι σε ξύλο 45Χ37



Γύζης "Γέρος σε είσοδο σπιτιού" λάδι σε ξύλο 20Χ15. Μουσείο Μπενάκη Αθήνα



Γύζης, γιαγιά με 2 εγγόνια
ελαιογραφικό σχέδιο



Γύζης "το κυνηγητό του κόκορα" 1,89Χ2,54
ελαιογραφικό σχέδιο σε χαρτί
Εθνική φωτογραφική Συλλογή Μόναχο



Γύζης ¨Νεκρή φύση με μήλα" λάδι σε καμβά



Γύζης, μητέρα με μωρό, λάδι σε καμβά



Γύζης "Μαργαρίτα Γύζη" λάδι σε καμβά 45Χ37





Γύζης "Τηλέμαχος Γύζης" 40Χ32 λάδι σε ξύλο, Ίδρυμα Κουτλίδη



Γύζης, "Πηνελοπη Γύζη"
Ίδρυμα Ευαγγελιστριας Τήνος





Γύζης, "Άρτεμις Γύζη" 1,37Χ1μ λάδι σε καμβά, Ίδρυμα Κουτλίδη



Γύζης, "Άρτεμις Γύζη" λάδι σε καμβά 45Χ61



Γύζης "Άρτεμις Γύζη" 1μ.Χ73 λάδι σε καμβά. Ίδρυμα Κουτλίδη



Γύζης "Το παιδί που σφυρίζει" 1,75Χ1,35





Γύζης "Ο ζαχαροπλάστης" 1,27Χ1μ. λάδι σε καμβά



Γύζης, Αποκριά στην Αθήνα, λάδι σε καμβά,56Χ81



Γύζης "Αποκριά στην Αθήνα" 63Χ93, λάδι σε καμβά, Μέγαρο Μουσικής Αθηνών



Γύζης "Αποκριά στην Αθήνα, λάδι σε καμβά, Εθνική Πινακοθήκη Αθήνα





Γύζης, "Η τέχνη και τα πνεύματα της" λάδι σε καμβά
Εθνική Πινακοθήκη Αθήνα



Γύζης "Ο ποιητής στην πηγή" λάδι σε καμβά, Τράπεζα της Ελλάδας



Γύζης, Μάθημα χορού, λάδι σε καμβά



Γύζης, "Χορός Ερωτιδέων" 15Χ31, λάδι σε ξύλο



Γύζης "Η Χαρά" 1,56Χ1,04 λάδι σε καμβά



Γύζης "Η Αράχνη" λάδι σε ξύλο
Εθνική Πινακοθήκη Αθήνα



Γύζης "Έρως που οδηγεί τις ψυχές" 30Χ17, λάδι σε ξύλο



Γύζης, "Η Εαρινή συμφωνία" λάδι σε ξύλο 33Χ40
Εθνική Πινακοθήκη Αθήνα



Γύζης "Η Εαρινή Συμφωνία" λάδι σε καμβά 1,02Χ1,39 Εθνική Πινακοθήκη Αθήνα



Γύζης "Η αρπαγή των Νυμφών" λάδι σε ξύλο



Γύζης "Νύμφη και Έρωτας" 3,65Χ1,85



Γύζης "Νύμφη και Έρως" λάδι σε καμβά 55Χ59 Εθνική Πινακοθήκη Αθήνα



Γύζης "Ο μικρός Σάτυρος" λάδι σε καμβά 32Χ26
Ίδρυμα Κουτλίδη





Γύζης "Σπουδή για την Επιστήμη" λάδι σε μαύρο χαρτί
Εθνική Πινακοθήκη Αθήνα



Γύζης "Η αποθέωση της Βαυαρίας" λάδι σε καμβά, Εθν. Πινακοθήκη Ελλάδας



Γύζης "Κένταυρος και Έρως" λάδι σε καμβά.
Τράπεζα Ελλάδας



Γύζης "Η Δόξα" 41Χ32 λάδι σε καμβά





Γύζης "Μετά την καταστροφή των Ψαρών" λάδι σε καμβά 1,33Χ1,88 Εθνική Πινακοθήκη Αθήνα



Γύζης "Αρχάγγελος" 1,43Χ75
λάδι σε καμβά, Ίδρυμα Κουτλίδη



Γύζης "Αρχάγγελος" λάδι σε καμβά
Μουσείο Μπενάκη



Γύζης, "Αρχάγγελος" λάδι σε καμβα



Γύζης "Ιδού ο Νυμφίοε" 2μΧ2μ λάδι σε καμβά Εθνική Πινακοθήκη Αθήνα



Γύζης "Παναγία με θείο βρέφος"
λάδι σε χαρτόνι 33Χ21



Γύζης "Η προσκύνηση των αγγέλων" λάδι σε χαρτί Εθν. Πινακοθήκη Ελλάδος



Γύζης "Ιστορία" λάδι σε καμβά



Γύζης "Αρμονία" λάδι σε καμβά, Ωδείο Αθηνών



Γύζης "Αρμονία" Ίδρυμα Κουτλίδη





Γύζης "Η πράσινη γαβάθα" λάδι σε καμβά





Γύζης "Ο Καραγκιόζης" λάδι σε καμβά 34Χ41





Γύζης "Αυλή χωριατόσπιτου" λάδι σε χαρτί 20Χ26



Γύζης "Κεφάλι κοπέλας" λάδι σε χαρτόνι 31Χ23



Γύζης "Γυναίκα που ράβει" 14Χ11



Γύζης "Ο ζεϊμπέκης" λάδι σε καμβά



Γύζης "Μικρό παιδί" λάδι σε πανελ 25Χ18



Γύζης "Αιχμαλωτισμένος" λάδι σε καμβά



Γύζης "Μια ζωντανή συζήτηση" μικρό έργο



Γύζης στο αγροτόσπιτο του αγροφύλακα" λάδι σε καμβά



Γύζης, γυναικείο προφίλ, λάδι σε καμβά 6Χ8



Γύζης, κεφάλι κοριτσιού, λάδι σε καμβά, 40Χ50



Γύζης "Το παραμύθι" λάδι σε χαρτόνι 34Χ26



Γύζης, Άρτεμις Γύζη, 41Χ31 λάδι σε χαρτόνι



Γύζης "Γιαγιά που πλέκει" λάδι σε καμβά 50Χ27



Γύζης "Παππούς και εγγόνι" λάδι σε καμβά



Γύζης "Γυναίκα που χαμογελά" λάδι σε σανίδα 41Χ31







Γύζης, "Αποκριά στην Αθήνα", λάδι σε καμβά



Γύζης , λάδι σε καμβά 47Χ35







Γύζης "Ο καπνιστής"


Γύζης



Γύζης, εσωτερικό δωματίου, λάδι



Γύζης, εσωτερικού σπιτιού



Γύζης, σχέδιο με κάρβουνο σε χαρτί



Γύζης, σχέδιο νέου άντρας με κάρβουνο



Γύζης, Νεκρύ φύση, λάδι σε μουσαμά



Γύζης, λάδι σε μουσαμά



σχέδιο Γύζη



Γύζης, "Γιαγιά και παιδιά" 1883
λάδι σε μουσαμά



Γύζης , Γυναίκα πανω σε γάιδαρο 1872



Γύζης, σχέδιο Γυναίκες που συνομιλούν 1872



Γύζης, "Εξετάζοντας τους σκύλους" λάδι σε μουσαμά



Γύζης , "Η γιαγιά κοντά στην κούνια"



Γύζης, "Η κόρη του καλλιτέχνη" 1880



Γύζης , "Η Μάντισσα"



Γύζης, "Νεκρή φύση με μήλα"





Γύζης Ο ζαχαροπλάτης



Γύζης Ο ζαχαροπλάτης 2



Γύζης "Ο άσωτος υιός" σχέδιο



Γύζης, "Η χαρά των γονιών"



Γύζης, Ρόδια με αυγά πασχαλινά, λάδι σε καμβά



Γύζης ¨Το παιδί με τα κεράσια" λάδι σε καμβά



Γύζης, "Χοιρομέρι και σαλάμι" 1880



Γύζης "Ψωμί" 1885



Γύζης "τσουρεκι, ρόδι κ μεταλλικό δοχείο" 1880



φωτογραφία του Νικολάου Γύζη


Γύζης, Νεκρή φύση, λάδι σε μουσαμά



Γύζης, "Αγόρι" λάδι σε καμβά

Δευτέρα 24 Μαρτίου 2025

Γεώργιος Καραϊσκάκης - Τὸ Λιοντάρι της Ρούμελης (1782-1827)











 




Ὁ Γεώργιος Καραϊσκάκης ἢ Καραΐσκος ἀποτελεῖ μία ἀπὸ τὶς πίο θρυλικὲς μορφὲς τῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821. Ὑπῆρξε στὴν ἀρχὴ σπουδαῖος ἀρματολὸς καὶ στὴ συνέχεια κατέστη κορυφαῖος στρατηγὸς τῆς Ἐπανάστασης τοῦ 1821. Τὸ ἐπίθετό του εἶναι μᾶλλον ὑποκοριστικὸ τοῦ Καραΐσκος ὅπου ἀπαντᾶται ὡς οἰκογενειακὸ ἐπώνυμο στὶς ἐπαρχίες Βάλτου, Καρπενησίου, Φαρσάλων, Καρδίτσας, Βόνιτσας κ.α. Τὸ δὲ ἐπώνυμο Καραΐσκος εἶναι σύνθετο ἀπὸ τὴ τουρκικὴ λέξη "καρὰ" καὶ Ἴσκος.


Πιὸ συγκεκριμένα τὸ κανονικὸ τοῦ ἐπίθετο ὅπως καὶ τοῦ ἀρματολοῦ πατέρα του ἦταν Ἴσκος ἀλλὰ λόγῳ τῆς περήφανης καὶ σκληρῆς προσωπικότητας ποὺ διαμόρφωσε στὰ δύσκολα καὶ δυστυχισμένα παιδικά του χρόνια, προσδόθηκε - ἀπὸ ὅλους - σὰν ἀντάξιο προσωνύμιο μπροστὰ ἀπὸ τὸ ἐπίθετο του, τὸ λήμα "Καρα" ποὺ σημαίνει μεγάλος καὶ φοβερός. Τὸ τελικὸ τοῦ ἐπίθετο Καραϊσκάκης διαμορφώθηκε ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι λόγῳ τῆς Τουρκικῆς σκλαβιᾶς ἀναγκάστηκε ἀπὸ παιδὶ νὰ γίνει κλέφτης στὰ βουνά.
 


Πρῶτα Χρόνια



Ἡ πιὸ σκοτεινὴ περίοδος τῆς ἱστορίας τοῦ Καραϊσκάκη θεωρεῖται ἡ παραμονή του στὴν αὐλὴ τοῦ Ἀλὴ Πασᾶ, μέχρι ποὺ λιποτάχτησε καὶ πῆγε στὸν Κατσαντώνη, ὅπως σημειώνει ὁ Γιάννης Βλαχογιάννης. Γεννήθηκε στὸ Μαυρομμάτι τῆς Καρδίτσας τo 1782 καὶ ἦταν νόθος γιὸς τοῦ ἀρματολοῦ τοῦ Βάλτου Δημήτρη Ἴσκου ἢ Καραΐσκου, ἀπὸ τὴ Δούνιστα (σημερινὸς Σταθὰς Αἰτωλοακαρνανίας) καὶ τῆς Ζωῆς Διμισκὴ ἢ Ντιμισκή, ἀπὸ τὴ Σκουληκαριὰ Ἄρτας, ἀνιψιᾶς τοῦ ἀρματολοῦ των Ραδοβυζίων Γώγου Μπακόλα. Ἡ μητέρα του, μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Ἰωάννη Μαυροματιώτη, ποὺ ἦταν ὁ πρῶτος σύζυγός της, ἔγινε καλόγρια. Ἐρωτεύτηκε ὅμως τὸν Καραΐσκο, καὶ ἀπὸ τὸν κρυφὸ αὐτὸν δεσμὸ γεννήθηκε ὁ Καραΐσκάκής. Γι' αὐτὸ καὶ τοῦ ἔμεινε τὸ παρατσούκλι «γιὸς τῆς καλογριᾶς».Από τὴν παιδική του ἡλικία ἤδη, κάνει τὰ πρῶτα βήματά του σὰν Κλέφτης. Ὁ Καραϊσκάκης γίνεται περισσότερο γνωστὸς μετὰ τὴν ἐνηλικίωσή του. Νεαρὸς ἔπεσε στὰ χέρια τοῦ Ἀλὴ Πασᾶ τῶν Ἰωαννίνων, ὅπου καὶ φυλακίσθηκε γιὰ παράνομες πράξεις, ἐκεῖ ὅμως ἔμαθε καὶ κάποια γράμματα. Ἔτσι ἀρχικὰ ὑπηρέτησε στὴν αὐλὴ τοῦ Ἀλὴ Πασᾶ καὶ τὸν ἀκολούθησε στὴν ἐκστρατεία του κατὰ τοῦ περίφημου Πασβάνογλου, τοῦ φίλου τοῦ Ρήγα Φεραίου. Στὴ ἐκστρατεία ἐκείνη ὁ Καραϊσκάκης αἰχμαλωτίσθηκε ἀπὸ τὶς δυνάμεις του Πασβάνογλου καὶ κρατήθηκε γιὰ κάποιο χρόνο. Στὴ συνέχεια ἐπέστρεψε στὴν αὐλὴ τοῦ Ἀλὴ Πασᾶ. Λέγεται πὼς ὅταν ὁ Ἀλὴ Πασᾶς ρώτησε κάποτε τὸν Καραϊσκάκη τί θὰ ἤθελε νὰ τοῦ προσφέρει, ἐκεῖνος τοῦ ἀπάντησε: "Ἂν μὲ γνωρίζεις ἄξιο γιὰ ἀφέντη, κάνε μὲ ἀφέντη, ἂν γιὰ δοῦλο, κάνε μὲ δοῦλο".



Κατὰ τὴν πρώτη παραμονή του στὴν αὐλὴ τοῦ Πασᾶ παντρεύτηκε τὴ Γκόλφω ἀπὸ τὴν οἰκογένεια τῶν Ψαρογιαννέων ἀπὸ τὸ χωριὸ Σίντου καὶ ἀπέκτησε τὴν πρωτότοκη θυγατέρα του Πηνελόπη, κατόπιν σύζυγο τοῦ Ἀνδρέα Νοταρὰ ὑπουργοῦ τοῦ Ὄθωνα. Ὅταν τὸ καλοκαίρι τοῦ 1820 πολιορκήθηκε ὁ Ἀλὴ Πασᾶς ἀπὸ τὰ Σουλτανικὰ στρατεύματα, ὁ Καραϊσκάκης παρέμεινε μαζί του καὶ ἀγωνίσθηκε ὑπὲρ αὐτοῦ. Ἀργότερα ὅμως προσχώρησε στοὺς πολιορκητές, ἀλλὰ γρήγορα ἀπομακρύνθηκε καὶ ἀπ' αὐτούς. Κατάφερε δὲ τότε νὰ ἀποσύρει ἀπὸ τὰ πολιορκούμενα Ἰωάννινα τὴν οἰκογένειά του καὶ νὰ τὴ στείλει στὴ νῆσο Κάλαμο ποὺ τότε θεωροῦνταν ἀσφαλὲς μέρος γιὰ τοὺς Ἕλληνες ἀμάχους. Κατὰ τοὺς πρώτους μῆνες τοῦ 1821 προσπάθησε νὰ ἐξεγείρει σὲ ἐπανάσταση κατὰ τῶν Τούρκων τὴν περιοχή της Βόνιτσας, στὴν ἀρχὴ ἀνεπιτυχῶς διότι οἱ προύχοντες τῆς περιοχῆς θεωροῦσαν πὼς δὲν ἦταν ἀκόμη κατάλληλος ὁ καιρός. Στὴ συνέχεια πῆγε στὰ Τζουμέρκα ὅπου ἐκεῖ ὕψωσε τὴ σημαία τῆς Ἐπανάστασης, ἡ ὁποία διαδόθηκε πολὺ γρήγορα στὶς ὅμορες ἐπαρχίες καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὸ Μακρυνόρος ὅπου καὶ συμμετεῖχε ὁ ἴδιος στὶς γενόμενες ἐκεῖ συμπλοκές.


Δράση 1821 - 1823


Κάτοχος πλέον τῶν Ἀγράφων, στὴν ἀρχὴ ἀπέφυγε νὰ προσβάλει τοὺς Τούρκους, ὑποκρινόμενος ὑποταγὴ στὸν Σουλτᾶνο προκειμένου νὰ ἀποφύγει ἐπιδρομὲς Τούρκων στὴ περιοχή του. Τὸ 1822 ἦλθε σὲ ἔντονες προστριβὲς μὲ τὸν Γιαννάκη Ράγκο ποὺ ἀξίωνε καὶ αὐτὸς τὴν ἀρχηγία τῶν Ἀγράφων. Μὲ τὴν εἰσβολὴ τῶν Τούρκων στὴ Στερεὰ Ἑλλάδα (Νοέμβριος 1822) ὁ Καραϊσκάκης εἰδοποίησε ἀπὸ τὰ Ἄγραφα τὸν γέροντα Πανουργιὰ «ὅτι διαπραγματεύθηκε προσωρινὰ μὲ τοὺς Τούρκους νὰ ἀρχηγέψει στὰ Ἄγραφα καὶ ἔτσι αὐτοὶ νὰ μὴν ἔλθουν» ἐνῷ «τὰ "δικαιώματα" θὰ τὰ ἔστελνε ὁ ἴδιος σ' ἐκείνους». Ἔτσι ἑνωμένοι ὁ Καραϊσκάκης μὲ τοὺς Στορνάρη καὶ Γρηγόρη Λιακατά, προέβησαν σὲ συμφωνία μὲ τὸν Βαλῇ της Ρούμελης Χουρσὶτ Πασᾶ, ἐξαγοράζοντας τὸν καιρὸ καὶ περιμένοντας τὰ ἀποτελέσματα τῶν ἐκστρατειῶν του κατὰ τοῦ Μεσολογγίου, κατὰ τῆς Ἀνατολικῆς Ἑλλάδας καθὼς καὶ τῆς ἐκστρατείας του Δράμαλη. Καὶ "ἂν χρειάζονται στρατιωτικὴ βοήθεια νὰ τοὺς πέμψει" ἔγραφε τότε ὁ Καραϊσκάκης.Μόλις ξέσπασε ἡ Ἐπανάσταση ὁ Γῶγος Μπακόλας καὶ ὁ Καραϊσκάκης ἔκαψαν τὸν ὀχυρὸ πύργο τοῦ χωριοῦ Καλύβια του Μάλιου (ἐπαρχία Ραδοβυζίου).


Τὰ Ἄγραφα καὶ τὸ ἀρματολίκι αὐτῶν στὰ τελευταῖα χρόνια πρὶν τὴν Ἐπανάσταση, τὰ κατεῖχαν οἱ ἀπόγονοι τοῦ περίφημου Γιάννη Μπουκουβάλα (ποὺ πέθανε τὸ 1872). Ὁ Καραϊσκάκης ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία φιλοδοξοῦσε νὰ γίνει κάποια μέρα καπετάνιος τῶν Ἀγράφων καὶ τὸ κατόρθωσε πράγματι τὸ 1821 βοηθούμενος καὶ ἀπὸ τὸν Γιαννάκη Ράγκο καὶ τοὺς περὶ αὐτὸν Βαλτινούς, ἀναγνωρισμένος ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὶς Σουλτανικὲς ἀρχὲς τῆς Λάρισας. Μετὰ τὴ λύση τῆς πρώτης πολιορκίας τοῦ Μεσολογγίου (31 Δεκεμβρίου 1822) ὅταν μέρος τοῦ στρατοῦ τοῦ Ὀμὲρ Βρυώνη καὶ τοῦ Κιουταχῆ χρειάστηκε ἀπὸ τὸ Ἀγρίνιο νὰ μετακινηθεῖ διερχόμενο ἀπὸ τὰ Ἄγραφα, στρατοῦ τοῦ ὁποίου ἡγοῦνταν οἱ Ἰσμαὴλ Πασᾶς Πλιάσας, Ἰσμαὴλ Χατζῆ Μπέντου καὶ Ἄγος, ὁ Καραϊσκάκης προκατέλαβε μὲ χίλιους περίπου ἄνδρες τὴν διάβαση καὶ ἀνάγκασε τοὺς ἐχθροὺς κοντὰ στὸν Ἅγιο Βλάση, νὰ ὀπισθοχωρήσουν στὸ Ἀγρίνιο, μετὰ ἀπὸ πεισματώδη μάχη. Ὁ ἴδιος στὴ συνέχεια ἀναγκάσθηκε νὰ ἐγκαταλείψει τὰ Ἄγραφα καὶ νὰ μεταβεῖ στὴν Ἰθάκη προκειμένου νὰ συναντήσει ἔμπειρους γιατροὺς γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τῆς φυματίωσης ἀπὸ τὴν ὁποία ἔπασχε. Οἱ γιατροὶ λίγες ἐλπίδες ζωῆς ἔδωσαν στὸν ἥρωα καὶ τοῦ συνέστησαν νὰ μείνει στὸ νησί.




Ἐπιστροφή - Δίκη


Ὁ Καραϊσκάκης, νοσταλγῶντας τὴ Ρούμελη καὶ τὰ Ἄγραφα, ἐπέστρεψε ἀπὸ τὴν Ἰθάκη στὸ Μεσολόγγι καὶ ζήτησε ἐπίμονα νὰ διορισθεῖ ἀρχηγὸς τῶν ἑλληνικῶν πλέον ὅπλων τῆς ἐπαρχίας τῶν Ἀγράφων. Ἀλλὰ ὁ Ἀλέξανδρος Μαυροκορδάτος δὲν δέχθηκε, θεωρῶντας τὸν ἑαυτό του ἱκανὸ καὶ ἄξιο στρατηγὸ ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ἀντιζηλία γιὰ τὶς ἱκανότητες τοῦ Καραϊσκάκη. Οἱ Τζαβελαῖοι ἀλλὰ καὶ ἄλλοι ὁπλαρχηγοὶ ἦταν ὑπέρ του, ἐνῷ ἐναντίον του ἦταν μόνο ὁ Μαυροκορδάτος, ποὺ ἠθελημένα παραγνώριζε τὸν ἥρωα προκειμένου νὰ ὑποστηρίξει τὸν περὶ αὐτὸν Γιαννάκη Ράγκο. Συνέβησαν τότε καὶ κάποιες συμπλοκὲς μεταξὺ ὀπαδῶν τοῦ Καραϊσκάκη καὶ Μεσολογγιτῶν ὅταν ἐκεῖνοι κατέλαβαν τὸ Αἰτωλικὸ καὶ αἰφνίδια τὸ Βασιλάδι, τὰ ὁποῖα καὶ ἀργότερα περιῆλθαν στὴν ὑπό τον Μαυροκορδάτο διοίκηση τοῦ Μεσολογγίου.

Τότε ὁ Μαυροκορδάτος κατηγόρησε τὸν Καραϊσκάκη μετὰ ἀπὸ ὁμολογία τοῦ Κωνσταντίνου Βουλπιώτη, ποὺ εἶχε μεταβεῖ στὰ Γιάννενα, ὅτι: "ὁ γιὸς τῆς Καλογριᾶς εἶχε στείλει ἐπιστολὴ στὸν Ὀμὲρ Βρυώνη μὲ τὴν ὑπόσχεση νὰ τοῦ παραδώσει τὸ Μεσολόγγι καὶ τὸ Αἰτωλικό". Ἔτσι διόρισε ἐπιτροπὴ προκειμένου νὰ ἐξετάσει τὴν "ἀποκάλυψη προδοσίας".

Στὶς 30 Μαρτίου 1824 συστάθηκε ἡ παραπάνω ἐπιτροπὴ καὶ στὶς 2 Ἀπριλίου 1824 (σὲ 3 μέρες) ἐκδόθηκε προκήρυξη τῶν ἐγκλημάτων τοῦ Καραϊσκάκη μὲ τὸν τίτλο «Προσωρινὴ Διοίκηση τῆς Ἑλλάδος». Κατὰ τὴν προκήρυξη ποὺ ἦταν πράξη διοικητικὴ καὶ ὄχι δικαστική, ἡ ἐν λόγῳ ἐπιτροπὴ ἔκρινε τὸν Καραϊσκάκη ἔνοχο «ἐσχάτης προδοσίας» ἄνευ δίκης. Παρόλα αὐτὰ εἶναι ἀμφίβολο ἂν ἡ ἀπόφαση ἐκείνη τῆς ἐπιτροπῆς δημοσιεύθηκε ποτέ. Πάντως ὁ ἥρωας στερήθηκε ὅλων τῶν βαθμῶν καὶ τῶν ἀξιωμάτων του καὶ διατάχθηκε νὰ ἀναχωρήσει ἀπὸ τὸ Αἰτωλικό. Οἱ δὲ πολῖτες διατάχθηκαν νὰ ἀποφεύγουν κάθε ἐπικοινωνία μὲ τὸν «ἐχθρὸ τῆς πατρίδας», τὸν Καραϊσκάκη, ἐφόσον αὐτὸς «δὲν μετανοήσει καὶ προσπέσει στὸ ἔλεος τῶν Ἑλλήνων καὶ ζητήσει συγχώρησιν», θεωρῶντας ὅτι τὸ ἔλεος τῶν Ἑλλήνων τὸ ἐκπροσωποῦσε ὁ Μαυροκορδάτος. Ἀνάλογη ἀπόφαση δὲν εἶχε προηγουμένως ἐκδοθεῖ οὔτε κατὰ τῶν Τούρκων. Ἔτσι στὶς 3 Μαΐου 1824 (ἀνήμερα τῆς ἔκδοσης τῆς προκήρυξης) ὁ Καραϊσκάκης μὲ πολλοὺς ὀπαδούς του ἀναχώρησε ἀπὸ τὸ Αἰτωλικὸ καὶ ἐπιχειρῶντας ἀνεπιτυχῶς νὰ καταλάβει τὰ Ἄγραφα μετέβη στὸ Καρπενήσι. Στὶς 27 Μαΐου τοῦ ἴδιου ἔτους ζήτησε ἐγγράφως συγνώμη ἀπὸ τὸν Α. Μαυροκορδάτο, ποὺ ὅμως δὲν εἰσακούσθηκε. Τελικὰ στὶς 25 Ἰουνίου 1824 κατέφυγε στὸ Ναύπλιο ὅπου ἡ Κυβέρνηση τοῦ ἀναγνώρισε ὅλους τοὺς βαθμοὺς καὶ τὰ ἀξιώματά του.


Ἀρχιστρατηγία


Ὅμως στὰ τέλη τοῦ 1824 καὶ χωρὶς σχετικὴ διαταγὴ τῆς Κυβέρνησης, ὁ Καραϊσκάκης ἔλαβε μέρος μαζὶ μὲ τὸν Κίτσο Τζαβέλλα καὶ ἄλλους Ρουμελιῶτες στὸν 2ο ἐμφύλιο πόλεμο, κατὰ τῶν λεγομένων ἀνταρτῶν, προχωρῶντας ὁ ἴδιος στὴ λεηλασία τῶν οἰκιῶν των Ζαΐμηδων στὴ Κερπινή των Καλαβρύτων. Ἀμέσως μετὰ ἔσπευσε καὶ συμμετεῖχε στὴ μάχη τοῦ Κρομμυδίου (περιοχὴ Μεθώνης). Μετὰ τὸ τέλος τοῦ 2ου ἐμφυλίου πολέμου ὁ Κωλέττης ἐνίσχυσε τὸν Καραϊσκάκη καὶ μ΄ ἄλλους πολλοὺς Στερεοελλαδίτες ἀπὸ τὸ Μωριᾶ καὶ τὴ Ρούμελη, ἐφοδιάζοντάς τον μὲ χρήματα, τρόφιμα καὶ πολεμικὸ ὑλικό.Αμέσως μετὰ τὴν ἀποκατάστασή του ὁ Καραϊσκάκης διατάχθηκε ἀπὸ τὴν Κυβέρνηση νὰ ἐκστρατεύσει στὴν Ἀνατολικὴ Στερεὰ ἐπί κεφαλῆς 300 μισθοφόρων. Ἐπίσης, χωρίσθηκε καὶ ἡ περιοχὴ τῶν Ἀγράφων σὲ δύο τμήματα καὶ τὸ μὲν ἀνατολικὸ ἀποδόθηκε στὸν Καραϊσκάκη, τὸ δὲ δυτικὸ στὸν Γιαννάκη Ράγκο. Ἔτσι κοντὰ στὰ Σάλωνα (Ἄμφισσα) συγκροτήθηκε τὸ πρῶτο ἑλληνικὸ στρατόπεδο, ὁ δὲ Καραϊσκάκης, ποὺ εἶχε ἀποκτήσει τὴν γενικὴ ἐκτίμηση τῶν ὁπλαρχηγῶν, ἐκλέχθηκε ἀπὸ ἐκείνους "στρατοπεδάρχης ἀπολύτου ἐξουσίας".


Στὶς ἀρχὲς τοῦ Μαΐου τοῦ 1825 ὁ Καραϊσκάκης ἐπανέρχεται στὴ Στερεὰ καὶ κατὰ τὰ μέσα τοῦ καλοκαιριοῦ βρίσκεται σὲ πλήρη δράση διορισμένος ὡς γενικὸς ἀρχηγὸς ὅλων τῶν ἐκτὸς Μεσολογγίου ἑλληνικῶν στρατευμάτων, κατὰ τὸν ἴδιο χρόνο ποὺ αὐτὸ πολιορκεῖτο ἀπὸ τὸν Κιουταχῆ καὶ ἔπειτα ἀπὸ τὸν Ἰμπραὴμ Πασᾶ τῆς Αἰγύπτου. Τότε ὁ Καραϊσκάκης μαζὶ μὲ τὸν Τζαβέλλα καταστρώνουν ἕνα μεγαλεπήβολο σχέδιο περικύκλωσης ἀπὸ ξηρᾶς ὅλων τῶν τῶν Τούρκων ποὺ πολιορκοῦσαν τὸ Μεσολόγγι, σὲ συνεννόηση πάντα μὲ τοὺς πολιορκημένους. Τὸ περίφημο ἐκεῖνο σχέδιο ἄρχισε νὰ ἐκτελεῖται τμηματικὰ ἀπὸ τὶς 21 μέχρι 25 Ἰουλίου 1825 χωρὶς ὅμως νὰ ὁλοκληρωθεῖ. Ἐπέφερε ὅμως διακοπὴ τῆς πολιορκίας ἐνῷ οἱ ἀπώλειες τῶν Τούρκων ὑπῆρξαν σοβαρότατες, τὸ δὲ ἠθικὸ τῶν πολιορκημένων ἀναπτερώθηκε. Στὴ συνέχεια ὁ Καραϊσκάκης μὲ 3.000 ἄνδρες ἔσπευσε στὰ Ἄγραφα ὅπου ἐκεῖ ἀποδεκάτισε πολλοὺς Τούρκους καθὼς καὶ τουρκίζοντες χριστιανούς. Ἀπὸ ἐκεῖ προχώρησε στὴ περιοχὴ Βάλτου καὶ μέσῳ τῶν τουρκικῶν ὀχυρωμάτων, διῆλθε τὴν "Λάσπη του Καρβασαρὰ" ὅπου ἔδωσε νικηφόρα μάχη (1 Νοεμβρίου 1825) καὶ τελικὰ στρατοπέδευσε στὸ Δραγαμέστο (σημ. Ἀστακός).


Τὴν νύκτα τῆς 10-11 Ἀπριλίου 1826 ὅταν τὸ προπύργιο τῆς ἐπανάστασης, ἡ πόλη τῶν "ἐλεύθερων πολιορκημένων", τὸ Μεσολόγγι ἔπεσε, ὁ Καραϊσκάκης βρισκόταν ἀσθενὴς στὸν Πλάτανο τῆς Ναυπακτίας. Πάραυτα ἔστειλε στὴ "Γέφυρα τῆς Βαρνάκοβας" παρατηρητὲς νὰ δοῦν πόσοι καὶ ποιοί σώθηκαν ἀπὸ τὴν ἡρωικὴ ἐκείνη φρουρὰ τοῦ Μεσολογγίου. Παρ' ὅτι ὁ Πλάτανος ἦταν ἔρημος καὶ ὁ ἴδιος ἀσθενὴς σὲ στρῶμα, ἑτοίμασε ψωμὶ καὶ σφακτὰ ποὺ μοίρασε πλουσιοπάροχα στὰ "πειναλέα ἐκεῖνα λείψανα τοῦ Μεσολογγίου".



Στὶς 17 Ἰουνίου ὁ Καραϊσκάκης μαζὶ μὲ πολλοὺς ἀπὸ ἐκείνους του μαχητὲς φθάνει στὸ Ναύπλιο. Ἡ Ἐπανάσταση ἤδη στὴ Δυτικὴ Στερεὰ εἶχε σβήσει καὶ στὴν Ἀνατολικὴ μόνο ἡ Ἀκρόπολη τῶν Ἀθηνῶν, ἡ Κάζα καὶ τὰ Δερβενοχώρια κατέχονταν ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες. Τὸν Ἰούλιο τῆς ἴδιας χρονιᾶς, ἂν καὶ βρισκόταν σὲ προχωρημένο στάδιο φυματίωσης, ὑπὸ τὴν θεραπεία τοῦ Ἑλβετοῦ γιατροῦ Baily, πρότεινε στὴν ἑδρεύουσα "Διοικητικὴ Ἐπιτροπὴ" νὰ ἀναλάβει ὁ ἴδιος τὸν ἀγῶνα στὴν Στερεά. Εἶχε ὅμως προσκληθεῖ καὶ ἀπὸ τὸν Κριεζώτη καὶ ἀπὸ τὸν Βάσσο, ποὺ δροῦσαν ἤδη στὴν Ἀττικὴ καὶ στὴν Ἐλευσῖνα. Ὁ Α. Ζαΐμης, πρόεδρος τῆς νεοπαγοῦς Διοικητικῆς Ἐπιτροπῆς, θεώρησε τὸν "Γιὸ τῆς Καλογριᾶς" ὡς τὸν ἀξιότερο στρατιωτικὸ γιὰ τὴν γενικὴ ἀρχιστρατηγία καὶ τὸν ἀναγνώρισε ὡς ἀρχιστράτηγο, παρ' ὅτι εἶχε παλαιότερα κατατρεχθεῖ ἀπὸ ἐκεῖνον καὶ εἶχε ὑποστεῖ λεηλασία τῆς οἰκίας του.



Στὶς 19 Ἰουλίου 1826 ὁ Καραϊσκάκης ἐπί κεφαλῆς 680 περίπου ἀνδρῶν ξεκίνησε ἀπὸ τὸ Ναύπλιο γιὰ τὴν Στερεὰ στὴν ὁποία εἶχε εἰσβάλει ὁ Ὀμὲρ Πασᾶς (τῆς Καρύστου) καὶ ὁ Κιουταχῆς (ἀπὸ Θήβα). Πολὺ σύντομα ὁ Κιουταχῆς, λόγο τῆς στρατιωτικῆς δεινότητας τοῦ Καραϊσκάκη, βρέθηκε ἀπὸ πολιορκῶν σὲ θέση πολιορκούμενου. Μὲ ὑπόδειξη τοῦ Καραϊσκάκη συγκροτήθηκε στὴν Ἐλευσῖνα γενικὸ ἑλληνικὸ στρατόπεδο. Στὶς 5-7 Αὐγούστου τοῦ ἴδιου ἔτους ἐπῆλθε ἡ πρώτη ἁψιμαχία στὸ Χαϊδάρι, τὴν ὁποία ἀκολούθησαν κι ἄλλες, φοβούμενος ὁ Κιουταχῆς τὴν κατὰ μέτωπο ἐπίθεση ἀπὸ τὰ κυκλωτικὰ πάντα σχέδια τοῦ Καραϊσκάκη. Στὶς ἁψιμαχίες ἐκεῖνες ὁ Καραϊσκάκης καὶ ὁ Φαβιέρος διαφώνησαν περὶ τῆς τακτικῆς τοῦ πολέμου. Ὅταν ὅμως ὁ Κιουταχῆς κατέλαβε τὴν κάτω πόλη τῶν Ἀθηνῶν, ὁ Καραϊσκάκης ἐνίσχυσε τὴν φρουρὰ τῆς Ἀκρόπολης μὲ περιορισμένο σῶμα ὑπό τον Κριεζώτη ποὺ κατάφερε καὶ εἰσῆλθε στὶς 10 Ὀκτωβρίου 1826. Τὸν ἴδιο μῆνα καὶ 15 μέρες μετὰ (25 Ὀκτωβρίου) ὁ Καραϊσκάκης ἐκστράτευσε στὴ Βοιωτία, στὴ Φθιώτιδα καὶ στὴ Φωκίδα, ἀπ' ὅπου καὶ ἀπέκοψε τὶς τουρκικὲς ἐφοδιοπομπές, ὁλοκληρώνοντας ἔτσι τὸν ἀποκλεισμὸ τοῦ ἀνεφοδιασμοῦ τῶν Τούρκων.


Στὶς 18 Νοεμβρίου 1826 ὁ ἐπί κεφαλῆς τῶν τουρκαλβανικῶν σωμάτων Μουσταφάμπεης στρατοπεδεύει στὴ Δαύλεια δίπλα σὴν Μονὴ τῆς Ἱερουσαλὴμ προκειμένου νὰ διανυκτερεύσει, προτιθέμενος τὴν ἑπομένη νὰ φθάσει στὴν Ἄμφισσα μέσῳ Ἀράχοβας. Ὁ Καραϊσκάκης πληροφορούμενος τὶς κινήσεις καὶ τὶς προθέσεις αὐτές, τὴν νύχτα τῆς 18ης πρὸς 19η Νοεμβρίου, σπεύδει μὲ 560 ἄνδρες καὶ προκαταλαμβάνει την Ἀράχοβα, τὴν ὁποία ὀχυρώνει μὲ τὴν ἀμέριστη βοήθεια τῶν κατοίκων. Στὶς ἕξι ἡμέρες ποὺ ἀκολούθησαν (19-24) οἱ μάχες ποὺ δόθηκαν ἐντὸς καὶ ἐκτὸς τῆς Ἀράχοβας ὑπῆρξαν συντριπτικὲς γιὰ τοὺς Τούρκους, ποὺ ἀπὸ 2.000 ποὺ ἦταν, μόλις ποὺ διασώθηκαν περὶ τοὺς 300. Στὶς μάχες ἐκεῖνες σκοτώθηκαν καὶ τέσσερις Τοῦρκοι ἀρχηγοὶ σωμάτων: ὁ Μουσταφάμπεης, ὁ ἀδελφός του Καριοφίλμπεης, ὁ Ἐλζάμπεης καθὼς καὶ ὁ Κεχαγιάμπεης. Δυτικὰ τοῦ Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου της Ἀράχοβας, στὸ τέλος τῶν μαχῶν, ὁ Καραϊσκάκης ἔστησε πυραμίδα ἀπὸ 1.500 κεφάλια τουρκαλβανὼν στρατιωτῶν.Προχωρώντας στὴ συνέχεια στὴν πολιορκία τῶν πύργων της Δόμβραινας, διέταξε νὰ ἀρχίσει καὶ ἡ προσβολὴ τῶν Τούρκων ποὺ βρίσκονταν στὴν πεδιάδα τοῦ χωριοῦ (12 Νοεμβρίου 1826). Δύο μέρες μετὰ μεταφέρει τὸ στρατόπεδό του ἀπὸ τὴν Δόμβραινα καὶ τὴν Κεκόση στὴ Μονὴ Δομποῦ τοῦ Ἁγίου Σεραφεὶμ καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὴ Μονὴ τοῦ Ὄσιου Λουκᾶ καὶ στὶς 18 Νοεμβρίου στρατοπεδεύει στὸ Δίστομο, ἔχοντας ὁλοκληρώσει ἐκκαθαρίσεις σὲ ὅλη τὴν περιοχή. Τὶς κυκλωτικὲς αὐτὲς κινήσεις ἀντιλαμβάνεται γρήγορα ὁ Κιουταχῆς καὶ εἰδοποιεῖ νὰ σπεύσουν σὲ βοήθειά του ὁ Μουσταφάμπεης ἀπὸ τὴν Ἀταλάντη καὶ ὁ Καχαγιάμπεης ποὺ ἦταν νοτιότερα, οἱ ὁποῖοι καὶ ἑνώνοντας τὶς δυνάμεις τους ἔσπευσαν νὰ καλύψουν τὰ νῶτα τῶν Τούρκων ποὺ πολιορκοῦσαν τὴν Ἀκρόπολη.

Στὴ συνέχεια, διαβλέποντας πὼς ὁ Κιουταχῆς δὲν θὰ μπορέσει νὰ συνεχίσει τὴν πολιορκία χωρὶς ἀνεφοδιασμό, συνεχίζει τὶς ἐκκαθαρίσεις τῶν περιοχῶν τῆς Στερεᾶς. Ἀρχὲς Δεκεμβρίου εἰσέρχεται στὸ Τουρκοχώρι τὸ ὁποῖο καὶ καταλαμβάνει ἐνῷ μὲ τὰ ἴδια του τὰ χέρια φονεύει τὸν Μεχμὲτ Πασᾶ, τὰ δὲ λείψανα τοῦ στρατοῦ ἐκείνου τὰ καταδιώκει μέχρι τὴ Βουδουνίτσα. Στὶς ἀρχὲς Φεβρουαρίου 1827 ἀνάγκασε καὶ τὸν Ὀμὲρ Πασᾶ της Εὔβοιας ποὺ εἶχε σπεύσει ἐναντίον του νὰ παραιτηθεῖ τοῦ ἀγῶνα καὶ νὰ ἐπιστρέψει νικημένος στὴν ἕδρα του.

Στὶς 23 Φεβρουαρίου 1827 ὁ Καραϊσκάκης ἐπιστρέφει στὴν Ἐλευσῖνα ἀφοῦ εἶχε ἐλευθερώσει ὅλη τὴν Στερεὰ Ἑλλάδα, ἐκτὸς τοῦ Μεσολογγίου, τῆς Βόνιτσας καὶ τῆς Ναυπάκτου.


Το Τέλος


Στὶς ἀρχὲς τοῦ Ἀπριλίου τοῦ 1827 προσῆλθαν καὶ οἱ διορισμένοι ἀπὸ τὴν Συνέλευση τῆς Τροιζήνας (Κυβέρνηση), "στόλαρχος πασῶν τῶν ναυτικῶν δυνάμεων", Κόχραν μαζὶ μὲ τὸν Τσώρτς, "διευθυντὴ χερσαίων δυνάμεων" προκειμένου νὰ συνδράμουν τὸν Ἀγῶνα. Μὲ τοὺς δύο αὐτοὺς ξένους ὁ Καραϊσκάκης βαθμιαῖα περιῆλθε σὲ ἔριδες, τόσο γιὰ τὴν τακτικὴ τοῦ πολέμου, ὅσο καὶ κατὰ τὴν ὀργάνωση γιὰ τὴν κατὰ μέτωπο ἐπίθεση. Οἱ διορισμοὶ τῶν ξένων ἐκείνων προσώπων ὑπῆρξαν ἀναμφίβολα τὸ μοιραῖο σφάλμα ποὺ ἀνέτρεψε τὴν ἔκβαση τοῦ Ἀγῶνα. Καὶ τοῦτο διότι προσπαθοῦσαν νὰ ἐφαρμόσουν τακτικὲς ὀργανωμένου στρατοῦ ἀγνοῶντας τὶς τακτικὲς τῶν Ἑλλήνων, τὴν ψυχολογία τους, ἀλλὰ καὶ τὶς μορφολογικὲς δυνατότητες τῆς περιοχῆς, ἐπιζητῶντας τὴν ἔξοδο μὲ κατὰ μέτωπο ἐπίθεση σὲ πεδιάδα, ἐπειδὴ ἀκριβῶς, δὲν γνώριζαν τὸ εἶδος αὐτὸ τοῦ πολέμου ποὺ ἐπιχειροῦσαν μέχρι τότε οἱ Ἕλληνες. Ἔτσι ἡ ἀνάμιξη αὐτῶν στὶς πολεμικὲς ἐνέργειες μὲ ταυτόχρονες διαταγὲς τοῦ ἑνὸς καὶ τοῦ ἄλλου παρέλυσαν τὶς διαταγὲς τοῦ Καραϊσκάκη.Όταν ὁ Ἀρχιστράτηγος Καραϊσκάκης ἐπέστρεψε μετὰ τὴν τετράμηνη νικηφόρα περιοδεία του, ἔχοντας χίλιους περίπου ἄνδρες, στὴν Ἐλευσῖνα, μετέφερε τὸ στρατόπεδό του στὸ Κερατσίνι στὰ ὑψώματα τοῦ ὁποίου ἔχτισε "ταμπούρια" (μικρὲς ὀχυρώσεις) ὅπου ἐπανειλημμένα δέχθηκε ἐπιθέσεις τῶν Τούρκων, ἰδιαίτερα στὶς 4 Μαρτίου 1827. Τὸν ἴδιο χρόνο 2.000 Πελοποννήσιοι ὑπὸ τὸν στρατηγὸ Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, τοὺς Πετμεζάδες, Σισίνη κ.ἄ. ὁπλαρχηγοὺς φθάνουν σὲ ἐπικουρία τοῦ Ἀρχιστρατήγου.

Αυτό οδήγησε τον Αρχιστράτηγο να επεμβαίνει προσωπικά μέχρι αυτοθυσίας σε όλες τις συμπλοκές, ακόμη και τις μικρότερες, ένα ακόμη μοιραίο σφάλμα των περιστάσεων εκείνων. Αυτό το αντελήφθη ο Κολοκοτρώνης ο οποίος και διαμήνυσε στον Καραϊσκάκη να αποφεύγει τις άσκοπες αψιμαχίες και ακροβολισμούς για να μη φονεύονται και οπλαρχηγοί τους οποίους "κυνηγά το βόλι". Ο Κολοκοτρώνης του τόνιζε μάλιστα ότι είναι ανάγκη "να σώσει τον εαυτόν του για να σωθεί και η πατρίδα". Ο Καραϊσκάκης όμως έχοντας ατίθασο χαρακτήρα, παρά τις συστάσεις και παρά την κατάσταση της υγείας του αποφάσισε να ανακόψει τους ακροβολισμούς των Τούρκων.


Ἡ ἐπιχείρηση ὁρίσθηκε νὰ πραγματοποιηθεῖ τὴ νύχτα τῆς 22ας πρὸς τὴν 23η Ἀπριλίου 1827, ἔχοντας συμφωνήσει κανεὶς νὰ μὴν ξεκινήσει ἄκαιρα τοὺς πυροβολισμοὺς πρὶν δοθεῖ τὸ σύνθημα γιὰ γενικὴ ἐπίθεση. Τὸ ἀπόγευμα τῆς 22ας Ἀπριλίου ἀκούστηκαν πυροβολισμοὶ ἀπὸ ἕνα Κρητικὸ ὀχύρωμα. Οἱ Κρητικοὶ προκαλοῦσαν τοὺς Τούρκους καὶ καθὼς ἐκεῖνοι ἀπαντοῦσαν οἱ ἐχθροπραξίες γενικεύτηκαν. Ὁ Καραϊσκάκης, παρ' ὅτι ἄρρωστος βαριά, ἔφτασε στὸν τόπο τῆς συμπλοκῆς. Ἐκεῖ μιὰ σφαῖρα τὸν τραυμάτισε θανάσιμα στὸ ὑπογάστριο. Οἱ γιατροὶ ποὺ ἀνέλαβαν τὴν περίθαλψή του, γρήγορα κατάλαβαν ὅτι θὰ κατέληγε. Ὁ ἥρωας μεταφέρθηκε στὸ στρατόπεδό του στὸ Κερατσίνι καὶ ἀφοῦ μετάλαβε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, ὑπαγόρευσε τὴ διαθήκη του ποὺ ἰδιόχειρα ὑπέγραψε. Ἡ τελευταία κουβέντα ποὺ εἶπε στὸν συμπολεμιστὴ τουΣτρατηγὸ Μακρυγιάννη, ὅταν ὁ τελευταῖος πῆγε νὰ τὸν ἐπισκεφτεῖ, ἦταν "Ἐγὼ πεθαίνω. Ὅμως ἐσεῖς νὰ εἶστε μονιασμένοι καὶ νὰ βαστήξετε τὴν πατρίδα".


Τὴν ἑπομένη στὶς 23 Ἀπριλίου 1827 ὁ Ἀρχιστράτηγος Γεώργιος Καραϊσκάκης ὑπέκυψε στὸ θανατηφόρο τραῦμα του μέσα στὸ ἐκκλησάκι τοῦ Ἁγίου Νικολάου στὸ Κερατσίνι, ἀνήμερα τῆς γιορτῆς του. Ἡ σωρός του μεταφέρθηκε στὴν ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Δημητρίου στὴ Σαλαμῖνα ὅπου ἐτάφη καὶ θρηνήθηκε ἀπὸ τὸ πανελλήνιο. Ἀναφέρεται πὼς ὅταν ὁ Κολοκοτρώνης ἔμαθε τὸν θάνατο τοῦ Καραϊσκάκη "κάθισε σταυροπόδι" καὶ μοιρολογοῦσε σὰν γυναῖκα. Μετὰ τὸ θάνατο τοῦ Καραϊσκάκη ἀνέλαβαν ὁ Κόχραν μὲ τὸν Τσὼρτς τὴν διοίκηση τῆς διεξαγωγῆς τῆς μάχης στὴ πεδιάδα τοῦ Φαλήρου ὅπου καὶ ἀκολούθησε ἡ ὁλοκληρωτικὴ καταστροφὴ τοῦ Ἀνάλατου, στὴ σημερινὴ περιοχὴ Φλοίσβου (Φαλήρου) ὅπου εἶχαν οἱ Τοῦρκοι παρασύρει τοὺς Ἕλληνες μέχρι ποὺ τοὺς περικύκλωσαν. Ἀκολούθησε ἡ διάλυση τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοπέδου τῆς Ἀκρόπολης καὶ ἡ ἀνακατάληψή της καὶ ἡ διάλυση καὶ τοῦ στρατοπέδου του Κερατσινίου.







Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου 2025

Ἰφικράτης: ὡς στρατηγὸς τῆς ἀρχαιότητας

 Ἰφικράτης, ένα όνομα που αντηχεί μέσα από τα χρονικά της αρχαίας στρατιωτικής ιστορίας. Υπήρξε εξέχων στρατηγός .

ΒΙΝΤΕΟ 






 

Η τακτική και η ηγεσία του διαμόρφωσαν την πορεία των μαχών και επηρέασαν τις επόμενες γενιές. Σε αυτήν την ανάρτηση,
 θα εξερευνήσουμε την αξιοσημείωτη συμβολή του στον πόλεμο.
 Θα εμβαθύνουμε στις στρατηγικές, τις νίκες και την κληρονομιά που άφησε πίσω του.
 Ελάτε μαζί μας καθώς αποκαλύπτουμε την ιστορία αυτής της θρυλικής φιγούρας και τον αντίκτυπό του στην αρχαία στρατιωτική σκέψη.








Ἰφικράτης: Μιὰ στρατιωτικὴ ἰδιοφυΐα τῆς ἀρχαιότητας


Ὁ Ἰφικράτης ἐμφανίστηκε στὸ ἱστορικὸ προσκήνιο κατὰ τὸν Κορινθιακὸ Πόλεμο.

 

Ὁ Ἀθηναῖος στρατηγὸς ποὺ νίκησε τοὺς ἀήττητους ὡς τότε Σπαρτιᾶτες ὁπλῖτες - Ἡ πολύχρονη δράση του Ἰφικράτη, δημιουργοῦ τοῦ σώματος τῶν πελταστών - Ἡ συμβολή του στὴν ἐξέλιξη τῆς πολεμικῆς τέχνη 

Ὁ Ἰφικράτης ἦταν Ἀθηναῖος στρατηγὸς καταγόμενος ἀπὸ πτωχὴ οἰκογένεια, ἐκ τοῦ δήμου Ραμνοῦντος. Ἔζησε στὸ πρῶτο μισὸ τοῦ 4ου π.Χ. αἰῶνα.


Διακρίθηκε ὄχι μόνο γιὰ τὴ γενναιότητά του καὶ τὴν πολεμική του ἱκανότητα, ἀλλὰ πολὺ περισσότερο, γιὰ τὴν ἐπιτυχῆ ἐφαρμογὴ στρατιωτικῶν μεταρρυθμίσεων τακτικῆς καὶ ὁπλισμοῦ, τὶς ὁποῖες ἐπέβαλε ὕστερα ἀπὸ τὴν ἀποκτηθεῖσα ἐμπειρία καὶ ἀνάλυση τῶν διδαγμάτων τοῦ Πελοποννησιακοῦ πολέμου.

 Σὲ πολὺ νεαρὴ ἡλικία, ἔζησε τὴν ὀδυνηρὴ γιὰ τὴν Ἀθήνα κατάληξη τοῦ Πελοποννησιακοῦ Πολέμου καὶ ἴσως ἦταν κι ὁ ἴδιος αὐτόπτης μάρτυρας τοῦ γκρεμίσματος τῶν Μακρῶν Τειχῶν ἀπὸ τὸν νικητή, Σπαρτιάτη Λύσανδρο (404 π.Χ.). Οἱ δημοκρατικοὶ τῆς Ἀθήνας, μὲ ἐπί κεφαλῆς τοὺς Ἐπικράτη καὶ Κέφαλο, ἄρχισαν ἀμέσως μετὰ νὰ ἀναζητοῦν τρόπους γιὰ νὰ ἀποτινάξουν τὴ σπαρτιατικὴ ἡγεμονία. .


Βοιωτικὸς ἢ Κορινθιακὸς πόλεμος (395 – 387 π.Χ.)


Ὁ Ἰφικράτης ἐμφανίστηκε στὸ ἱστορικὸ προσκήνιο κατὰ τὸν Κορινθιακὸ Πόλεμο. Διακρίθηκε ἀρχικὰ στὶς ναυμαχίες στὸ Αἰγαῖο ποὺ εἶχαν ὡς συνέπεια τὴν μερικὴ ἀποκατάσταση τῆς ἀθηναϊκῆς ναυτικῆς ἰσχύος. Ἔπειτα, ὡς διοικητὴς μισθοφορικοῦ σώματος, ποὺ ὁ στρατηγὸς Κόνων ὀργάνωσε μὲ περσικὰ χρήματα (τέλη τοῦ 393 π.Χ.), ἐστάλη στὴν συμμαχικὴ Κόρινθο γιὰ νὰ ἐνισχύσει τὴν ἄμυνα τῆς πόλης ἐναντίον ἐνδεχόμενης ἐπίθεσης τοῦ λακωνικοῦ συνασπισμοῦ.

Τὸ σῶμα αὐτὸ ἀποτελεῖτο κυρίως ἀπὸ ἐλαφρὰ ὁπλισμένους ἄνδρες, σὲ μιὰ παραλλαγὴ τῶν Θρακῶν πελταστών-ἀκοντιστών. Ὀργανώθηκε, ἐκπαιδεύτηκε καὶ ἐνεργοῦσε σύμφωνα μὲ τὶς ἰδέες καὶ ἀπόψεις τοῦ διοικητῆ του. Σύντομα οἱ «ἰφικράτειοι» πελταστές, ὅπως ὀνομάστηκαν, θὰ δικαίωναν τὶς ἐπιλογὲς τοῦ νεαροῦ στρατηγοῦ. 

Τὸ 392 π.Χ. μέρος τῶν μακρῶν τειχῶν τῆς Κορίνθου (ποὺ ἕνωναν τὴν πόλη μὲ τὸ δυτικὸ λιμάνι της, Λέχαιο) κατελήφθη ἀπὸ τοὺς Σπαρτιᾶτες. Λόγῳ τῆς ἀντίστασης τοῦ Ἰφικράτους ἡ Κόρινθος παρέμεινε στὰ χέρια τῶν δημοκρατικῶν. Τὸ 391 π.Χ. οἱ ἐξόριστοι Κορίνθιοι ὀλιγαρχικοί, ποὺ εἶχαν καταφύγει στὸ Λέχαιο, προσπάθησαν νὰ καταλάβουν τὴν Κόρινθο ἀλλὰ ἡττήθηκαν ἀπὸ τὶς δυνάμεις του Ἰφικράτους. Ἀργότερα τὸ ἴδιο ἔτος, κατέλαβε τὸ ἴδιο τὸ Λέχαιο καὶ μὲ ὁρμητήριο τὴν πόλη αὐτὴ ἐπέδραμε κατὰ τῶν περιοχῶν της Φλειούντας, Σικυῶνος καὶ Ἀρκαδίας. 




Οἱ δύο πρῶτες πόλεις ποὺ ἐπιδίωξαν νὰ ἀντιμετωπίσουν τοὺς πελταστές του Ἰφικράτους ὑπέστησαν διαδοχικὰ συντριπτικὲς ἧττες, μὲ ἀποτέλεσμα οἱ φημισμένοι Ἀρκάδες πολεμιστὲς νὰ μὴν τολμήσουν νὰ ἀντιμετωπίσουν τοὺς ἐχθρούς τους ποὺ ἀνενόχλητοι δήωσαν τὴν χώρα τους. Οἱ πελταστὲς εἶχαν ἤδη ἀρχίσει νὰ ἀποκτοῦν φήμη, ὅπως καὶ ὁ ἀρχηγός τους, τόσο λόγῳ τῶν ἐντυπωσιακῶν νικῶν ποὺ πέτυχαν ὅσο καὶ τῶν ἐλάχιστων ἀπωλειῶν τους. 

Οἱ ἐπιτυχίες αὐτὲς αὔξησαν τὴν ἀθηναϊκὴ δύναμη καὶ ἐπιρροὴ καὶ ἀκολούθως ἀνησύχησαν τοὺς Σπαρτιᾶτες οἱ ὁποῖοι ἀντέδρασαν πιὸ δυναμικὰ στέλνοντας τὸν βασιλιᾶ τοὺς Ἀγησίλαο Β΄ μὲ στρατὸ καὶ στόλο. Ὁ τελευταῖος πραγματοποίησε δύο ἐκστρατεῖες στὴν περιοχὴ τῆς Κορίνθου κατὰ τὰ ἔτη 391 καὶ 390 π.Χ. καταλαμβάνοντας ἀρκετὲς θέσεις καὶ οἰκισμοὺς γύρω ἀπὸ τὴν Κόρινθο, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ τὸ Λέχαιο. 

Ἡ ἐπικράτηση τοῦ Ἀγησίλαου φαινόταν ἀδιαμφισβήτητη καὶ οἱ Βοιωτοί, σύμμαχοι τῶν Ἀθηναίων, ἔσπευσαν νὰ ζητήσουν εἰρήνη. Τότε ἀκριβῶς οἱ πελταστὲς τοῦ Ἰφικράτους κατατρόπωσαν μία σπαρτιατικὴ μόρα (στρατὸς) (600 ἄνδρες) προκαλῶντας ἀπώλειες 250 νεκρῶν καὶ ἀγνώστου ἀριθμοῦ τραυματιῶν (μάχη του Λεχαίου). 

Ἡ μόρα αὐτὴ ἐπέστρεφε ἀπὸ τὴν Σικυώνα στὸ Λέχαιο ἀφοῦ πρῶτα εἶχε συνοδεύσει κάποιους συμπατριῶτες τους, κατοίκους των Ἀμυκλῶν, ποὺ πήγαιναν στὴν πατρίδα τους γιὰ νὰ συμμετάσχουν σὲ μιὰ τοπικὴ γιορτή. Ὁ Ἰφικράτης καὶ ὁ Καλλίας παρατήρησαν ὅτι ἡ μόρα δὲν εἶχε «ψιλούς», οὔτε ἐπαρκῆ κάλυψη ἱππικοῦ καὶ ἀποφάσισαν νὰ τὴν προσβάλουν μὲ τοὺς εὐκίνητους πελταστές. 

Ὁ Καλλίας μὲ τοὺς ὁπλῖτες του ἔμεινε κοντὰ στὴν Κόρινθο ὡς ἐφεδρεία ποὺ τελικὰ δὲν χρειάστηκε. Οἱ πελταστὲς μὲ ἀλλεπάλληλες προσβολὲς καὶ ὑποχωρήσεις κατάφεραν νὰ ἀποσυντονίσουν καὶ νὰ καταπονήσουν τοὺς πιὸ δυσκίνητους ἀντιπάλους, ποὺ τελικὰ ὑποχώρησαν ἄτακτα πρὸς τὸ Λέχαιο. 

Ἡ ἀναπάντεχη ἧττα ἀλλὰ καὶ τὸ μέγεθος τῆς συμφορᾶς (ἡ Σπάρτη ἔχασε τὸ ἕνα δέκατο τῶν πολιτῶν της) τῶν μέχρι τότε ἀήττητων Σπαρτιατῶν προκάλεσε μεγάλη ἐντύπωση στὴν Ἑλλάδα καὶ ἰδιαίτερα μεταξὺ τῶν Λακεδαιμονίων βαθὺ πένθος, κλονίζοντας σοβαρὰ τὸ κῦρος τῆς σπαρτιατικῆς στρατιωτικῆς ἰσχύος. 

Μάλιστα, ὁ Ἀγησίλαος ἐπιστρέφοντας στὴν Σπάρτη μετὰ τὸ συμβάν, φρόντισε ὥστε ὁ στρατός του νὰ μπαίνει στὶς πόλεις, ὅπου ἐπρόκειτο νὰ διανυκτερεύσει, ἀφοῦ νυχτώσει καὶ νὰ βγαίνει ἀπὸ αὐτὲς ὅσο τὸ δυνατὸν νωρίτερα τὸ πρωί, ἐνῷ στὴν Μαντίνεια δὲν διανυκτέρευσε κἄν, ἀλλὰ τὴ διέσχισε μέσα στὴ νύχτα γιὰ νὰ μὴν δοῦν οἱ στρατιῶτες του τους Μαντινεὶς νὰ χαίρονται ἀπὸ τὴν ἧττα τῶν Σπαρτιατῶν. 

Οἱ περισσότερες ἀπὸ τὶς θέσεις ποὺ εἶχε καταλάβει ὁ Ἀγησίλαος ἀνακατελήφθησαν ἀπὸ τὸν Ἰφικράτη ἐκτὸς ἀπὸ τὸ Λέχαιο, ἀλλὰ σύντομα ὁ Ἰφικράτης ἀνακλήθηκε στὴν Ἀθήνα καθὼς κάποιες πρωτοβουλίες του δὲν ἄρεσαν στοὺς συμμάχους καὶ κυρίως στοὺς Ἀργείους. Τὴ θέση του πῆρε ὁ στρατηγὸς Χαβρίας ἐπί κεφαλῆς ἄλλου μισθοφορικοῦ τμήματος. 

Τὸ 388 π.Χ. ἐστάλη μὲ ὀχτὼ τριήρεις καὶ 1.200 πελταστὲς στὸν Ἑλλήσποντο ἐναντίον τοῦ σπαρτιατικοῦ στόλου καὶ τῶν συμμάχων του. Οἱ περισσότεροι τῶν πολεμιστῶν του ἦταν παλαίμαχοι τῶν ἐπιχειρήσεων στὴν Πελοπόννησο κατὰ τὰ προηγούμενα χρόνια. 

Τὸ καλοκαίρι τοῦ ἰδίου ἔτους κατατρόπωσε ξανὰ (μὲ τέχνασμα) τοὺς Σπαρτιᾶτες καὶ τοὺς συμμάχους τους, Ἀβυδινοὺς ὑπό τον Ἀναξίβιο ὁ ὁποῖος ἔπεσε στὴ μάχη. Μὲ τὶς ἑπόμενες ἐπιχειρήσεις στὸν Ἑλλήσποντο, φάνηκε ὅτι ἡ ἀθηναϊκὴ ἰσχὺς θὰ μποροῦσε νὰ ἀποκατασταθεῖ πλήρως στὴν περιοχή, ἀλλὰ τὸ ἑπόμενο ἔτος ὁ Ἰφικράτης καὶ ἄλλοι τέσσερις Ἀθηναῖοι στρατηγοὶ παραπλανήθηκαν ἀπὸ τὸν Σπαρτιάτη Ἀνταλκίδα καὶ ἀναγκάστηκαν νὰ συνθηκολογήσουν (Βασίλειος ἢ Ἀνταλκίδειος εἰρήνη, 387 π.Χ.). 


Μὲ τὴν λήξη τοῦ Κορινθιακοῦ Πολέμου, ὁ Ἰφικράτης δὲν ἐπέστρεψε στὴν Ἀθήνα ἀλλὰ μετέβη μὲ τοὺς πελταστές του στὴ Θράκη ὅπου ὑπῆρχαν πολλὲς εὐκαιρίες πλουτισμοῦ καὶ διάκρισης γιὰ ἕναν ἔμπειρο στρατιωτικὸ ἡγέτη, λόγῳ τῆς ἀστάθειας ποὺ ἐπικρατοῦσε στὴν περιοχή. Ἀρχικὰ προσέφερε τὶς ὑπηρεσίες του στὸν Σεύθη Β΄, βασιλιᾶ τοῦ ἰσχυροῦ φύλου τῶν Ὀδρυσῶν Θρακῶν καὶ ἔπειτα στὸν διάδοχό του, Ἐβρύζελμι. Σύντομα ὅμως ἐγκατέλειψε τὸν τελευταῖο καὶ τάχθηκε μὲ τὸν ἀντίπαλό του, Κότυ Α΄ (384 π.Χ.-359 π.Χ.). Μὲ ἀρχιστράτηγο τὸν Ἰφικράτη οἱ δυνάμεις του Κότυος νίκησαν τὸν Ἐβρύζελμι (385 π.Χ.) καὶ στὴ συνέχεια ἕνωσαν τοὺς Ὀδρύσες Θρᾶκες ὑπὸ τὸ σκῆπτρο τοῦ νέου βασιλιᾶ τους, δημιουργῶντας ἕνα ἰσχυρὸ κράτος ἀπὸ τὸν Ἕβρο ποταμὸ μέχρι τὴν Ὀδησσό. Ὡς ἀνταμοιβή, ὁ Ἀθηναῖος στρατηγὸς ἔλαβε μιὰ κόρη τοῦ ἐργοδότη του ὡς σύζυγο καὶ τὶς πόλεις Δρῦ καὶ Ἄντισσα τοῦ θρακικοῦ βασιλείου (382 π.Χ.). 

Ὁ Ἰφικράτης δὲν ἔμεινε πολὺ στὴ Θράκη ἀλλὰ ἀναζήτησε καὶ ἀλλοῦ εὐκαιρίες γιὰ νὰ προσφέρει τὶς πολύτιμες ὑπηρεσίες του. Τὸ χειμῶνα τοῦ 380/379 π.Χ. ταξίδεψε στὴν Αἴγυπτο ὅπου συνέπραξε μὲ τοὺς Πέρσες ἐναντίον τῶν ἐπαναστατημένων Αἰγυπτίων. 

Ἂν καὶ ἡ Ἀθήνα ἀρχικὰ εἶχε ταχθεῖ μὲ τὸ μέρος τῶν ἐξεγερθέντων, στὴν πορεία ἄλλαξε πολιτική, γιὰ νὰ μὴν δυσαρεστήσει περισσότερο τοῦ Πέρσες καὶ ἀνακάλεσε τὸν στρατηγὸ Χαβρία ποὺ βοηθοῦσε τοὺς Αἰγυπτίους. Ἐπίσης ἐνέκρινε τὴν ἀπόφαση τοῦ Ἰφικράτους κι ἔτσι αὐτὸς ἐνεργοῦσε πλέον ὡς ἐντολοδόχος τῆς πατρίδας του. 

Μέχρι τὸ 373 π.Χ. ὑπηρέτησε στὸ μέτωπο αὐτὸ ὡς ἀρχηγὸς τῶν μισθοφόρων (12.000 – 20.000), συμβάλλοντας σὲ σημαντικὸ βαθμὸ στὸν περιορισμὸ τῶν ἐπαναστατῶν. Ὅμως παρὰ τὶς ἐπιτυχίες του, ἦρθε σὲ ρήξη μὲ τὸν Φαρνάβαζο, ἀρχηγὸ τῶν περσικῶν στρατευμάτων, καὶ γιὰ νὰ μὴν χρεωθεῖ τὴν ἀποτυχία τῶν ἐπιχειρήσεων, ἔφυγε κρυφὰ καὶ ἐπέστρεψε στὴν Ἀθήνα. 

Κυρίαρχος στὴν πολιτικὴ σκηνὴ τῆς Ἀθήνας – Ἐκστρατεία στὸ Ἰόνιο 

Ἐν τῷ μεταξὺ στὴν μητροπολιτικὴ Ἑλλάδα μαίνονταν οἱ ἐμφύλιες συγκρούσεις χωρὶς κάποια παράταξη νὰ μπορέσει νὰ πάρει οὐσιαστικὸ προβάδισμα. Ἡ ἰσχὺς τῆς Σπάρτης, ποὺ μετὰ τὴν Ἀνταλκίδειο εἰρήνη φαινόταν ἀδιαμφισβήτητη, δέχτηκε ἀνεπανόρθωτα πλήγματα μὲ τὴν ἀνεξαρτητοποίηση καὶ τὴν ἄνοδο τῆς Θήβας (378 π.Χ.) καὶ τὴν ἵδρυση τῆς Β΄ Ἀθηναϊκῆς Συμμαχίας (377 π.Χ.). Τὸ 375 π.Χ. συνήφθη γιὰ πολλοστὴ φορὰ εἰρήνη, ἡ ὁποία σύντομα παραβιάστηκε καὶ ἀπὸ τὶς δυὸ πλευρές. 

Τὸ 373 ὁ ἀθηναϊκὸς δῆμος ἀνέθεσε στὸν στρατηγὸ Τιμόθεο τὴν προστασία καὶ ἐνίσχυση τῶν συμμάχων τους στὸ Ἰόνιο. Δὲν διέθεσε ὅμως τὰ ἀνάλογα οἰκονομικὰ μέσα στὸν στρατηγὸ μὲ συνέπεια αὐτὸς νὰ κωλυσιεργεῖ προσπαθῶντας νὰ βρεῖ τοὺς ἀπαραίτητους πόρους. Οἱ πολιτικοὶ ἀντίπαλοι τοῦ Τιμοθέου, Ἰφικράτης (ποὺ μόλις εἶχε ἐπιστρέψει μετὰ τὴν πολυετῆ ἀπουσία του) καὶ Καλλίστρατος ἐκμεταλλεύτηκαν τὴν δυσφορία τῶν Ἀθηναίων καὶ πέτυχαν τὴν καθαίρεση τοῦ Τιμοθέου ἀναλαμβάνοντας οἱ ἴδιοι τὴν ἀρχηγία τῆς ἐκστρατείας. 

Ὁ Ἰφικράτης καὶ ὁ Καλλίστρατος ἦταν πλέον οἱ ἰσχυρότεροι ἄνδρες τοῦ «κλεινοῦ ἄστεως» κι ἔτσι ὁ Ἰφικράτης ἐπιδόθηκε μὲ ζῆλο στὴν ὀργάνωση τῆς ἐκστρατείας στὸ Ἰόνιο. Συγκέντρωσε μεγάλο ἀριθμὸ πλοίων (70) καὶ κατευθύνθηκε χωρὶς καθυστέρηση πρὸς τὴν Κέρκυρα, ἡ ὁποία πολιορκοῦνταν ἀπὸ τὸν Σπαρτιάτη Μνάσιππο. 

Κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ περίπλου τῆς Πελοποννήσου ὑπέβαλε τὰ πληρώματά του σὲ ἐντατικὲς ἀσκήσεις, π.χ. ἑλιγμούς, ἀσκήσεις ταχύτητας κ.λπ. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ἐπέτυχε τὴν συνεχῆ ἐγρήγορση καὶ ἑτοιμότητα ἀλλὰ καὶ ἐπιπλέον ἐκπαίδευση τῶν ναυτῶν του χωρὶς νὰ καθυστερήσει. Ἐν τῷ μεταξὺ ὁ Μνάσιππος σκοτώθηκε στὶς συγκρούσεις ἔξω ἀπὸ τὴν πολιορκούμενη Κέρκυρα καὶ ὁ στρατός του ἐπιβιβάστηκε ὅπως-ὅπως στὰ πλοῖα καὶ ἔφυγε. 

Ὅταν ὁ Ἰφικράτης ἔφτασε στὴν Κέρκυρα ἔμαθε ὅτι πλησίαζε στόλος των Συρακουσίων πρὸς ἐνίσχυσιν τῶν Σπαρτιατῶν. Ἀφοῦ μελέτησε καλὰ τὴν περιοχὴ ὁ Ἀθηναῖος στρατηγὸς κατάφερε νὰ αἰχμαλωτίσει τὸ σύνολο τῶν ἐχθρικῶν πλοίων. 

Στὰ πλοῖα αὐτὰ ὁ τύραννος τῶν Συρακουσῶν Διονύσιος ὁ Πρεσβύτερος εἶχε φορτώσει καὶ πλούσια ἀναθήματα γιὰ τὰ ἱερὰ τῶν Δελφῶν καὶ τῆς Ὀλυμπίας. Ὁ Ἰφικράτης ἀφαίρεσε τὰ ἀναθήματα καὶ εἰσέπραξε 60 τάλαντα ἀπὸ τὴν ἐκποίησή τους, μὲ τὸ ὁποῖο πλήρωσε μέρος τῶν ἐξόδων τῆς ἐκστρατείας. 

Ἐπίσης φορολόγησε τὶς πόλεις της Κεφαλονιάς, τὴν ὁποία εἶχε κυριεύσει κατὰ τὸν πλοῦ πρὸς τὴν Κέρκυρα, ἐνῷ ἐπέβαλε στοὺς ναῦτες του ὑποχρεωτικὴ ἐπ’ ἀμοιβῇ ἐργασία στοὺς ἀγροὺς τῶν Κερκυραίων καθὼς δὲν εἶχε ἀρκετὰ χρήματα γιὰ τὴν καταβολὴ τῶν μισθῶν. Παράλληλα, ἀποβιβάστηκε μὲ τοὺς πελταστές του στὴν Ἀκαρνανία καὶ βοήθησε τὶς ἐκεῖ συμμαχικὲς πόλεις. Ὁ στόλος του τώρα ἀριθμοῦσε 90 πλοῖα ἀφοῦ εἶχε ἑνωθεῖ μαζί του καὶ ὁ στόλος τῶν Κερκυραίων. 

Ὅμως τὰ ἔξοδα ἦταν μεγάλα καὶ ὁ Ἰφικράτης ἔθεσε στὴν Ἐκκλησία τοῦ Δήμου τὸ δίλημμα εἴτε νὰ βρεῖ πόρους γιὰ τὴ συνέχιση τῶν ἐπιχειρήσεων εἶτα νὰ κλείσει εἰρήνη μὲ τὴν Σπάρτη. Ἡ Ἀθήνα ἐπέλεξε τὴν δεύτερη λύση. Ἤθελε νὰ διατηρήσει τὰ κέρδη ποὺ εἶχε ἀποκομίσει μέχρι στιγμῆς, ἐνῷ ἀνησυχοῦσε γιὰ τὴν αὐξανόμενη δύναμη τῶν Θηβαίων οἱ ὁποῖοι συμμετέχοντας μόνον περιστασιακὰ στὶς συγκρούσεις ἦταν οἱ οὐσιαστικῶς κερδισμένοι. 
Τελευταίες επιχειρήσεις

Μὲ τὴν ὑπογραφὴ τῆς εἰρήνης, ὁ Ἰφικράτης ἀνακλήθηκε ἀπὸ τὸ Ἰόνιο (371 π.Χ.). Ἡ Ἀθήνα καὶ ἡ Σπάρτη θεωρῶντας πλέον ὡς κοινὸ κίνδυνο τὴ Θήβα ἀνέπτυξαν στενὲς σχέσεις. Τὸ ἴδιο ἔγινε ἡ μάχη των Λεύκτρων στὴν ὁποία ὁ θηβαϊκὸς στρατὸς ὑπό τον Ἐπαμεινώνδα συνέτριψε τοῦ Λακεδαιμονίους καὶ τοὺς συμμάχους τους. 

Ἔπειτα ἐξεστράτευσε στὴν Πελοπόννησο ὅπου ἀποδυνάμωσε περαιτέρω τοὺς Σπαρτιᾶτες. Οἱ Ἀθηναῖοι τότε ψήφισαν γενικὴ ἐπιστράτευση καὶ ἔθεσαν τὸν Ἰφικράτη ἐπί κεφαλῆς τοῦ στρατοῦ. Ὁ τελευταῖος κατάλαβε τὰ περάσματα τοῦ Ἰσθμοῦ μὲ σκοπὸ νὰ ἀποκόψει τὴν ὁδὸ ἐπιστροφῆς τῶν Θηβαίων. Ὁ Ἐπαμεινώνδας ὅμως κατάφερε μὲ τέχνασμα νὰ ἀποφύγει τὸν ἀθηναϊκὸ στρατὸ καὶ νὰ ἐπιστρέψει στὴν Θήβα χωρὶς ἀπώλειες. 

Τὸ 368 π.Χ. ὁ Ἰφικράτης ἐστάλη στὴν Χαλκιδική, οἱ πόλεις τῆς ὁποίας εἶχαν ἀποστατήσει ἀπὸ τὴν Β Ἀθηναϊκὴ Συμμαχία καὶ εἶχαν συμμαχήσει μὲ τὴν Ἀμφίπολη. Ὁ Ἰφικράτης ἐπέκτεινε τὴν ἐπιρροὴ τῆς Ἀθήνας στὸ Μακεδονικὸ βασίλειο (ἦταν προσωπικὸς φίλος τῆς βασίλισσας Εὐρυδίκης) ἀλλὰ ἀπέτυχε νὰ καταλάβει τὴν Ἀμφίπολη, παρὰ τὶς ἐπανειλημμένες προσπάθειες. Ἔτσι τὸ 365 π.Χ. καθαιρέθηκε καὶ τὴν θέση του ἔλαβε ὁ πολιτικός του ἀντίπαλος Τιμόθεος. 

Δυσαρεστημένος ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἐξέλιξη ὁ Ἰφικράτης πῆγε ξανὰ στὴν Θράκη ὅπου πρόσφερε τὶς ὑπηρεσίες του στὸν βασιλιᾶ Κότυ ἐναντίον τῆς πατρίδας του. Κυρίευσε τὴν Σηστό του Ἐλλήσποντου, ἀθηναϊκὴ κτήση, ἀλλὰ ὅταν ὁ Κότυς θέλησε νὰ καταλάβει καὶ τὶς ὑπόλοιπες ἀθηναϊκὲς κτήσεις τῆς περιοχῆς, ὁ Ἰφικράτης τὸν ἐγκατάλειψε καὶ γύρισε στὴν Ἀθήνα, μὴ θέλοντας νὰ προκαλέσει κι ἄλλο κακὸ στὴν πατρίδα του. 

Ἐκεῖ κατάφερε νὰ ἀνακτήσει τὴν προηγούμενη πολιτική του ἐπιρροὴ καὶ θέση, παρὰ τὶς ἐνέργειές του στὴν Θράκη. Μάλιστα συμφιλιώθηκε μὲ τὸν παλιὸ ἀντίζηλό του, Τιμόθεο καὶ μαζὶ κυριάρχησαν γιὰ κάποιο διάστημα στὴν ἐσωτερικὴ πολιτικὴ σκηνή. 

Ἑπόμενη ἐνέργεια τοῦ Ἰφικράτους ἦταν ἡ ἐκστρατεία στὸ Βυζάντιο μαζὶ μὲ τὸν γιό του καὶ τὸν Τιμόθεο, πρὸς ἐνίσχυση τοῦ στρατηγοῦ Χάρητα, ὁ ὁποῖος ἀγωνιζόταν ἐναντίον τῶν ἀποστατῶν συμμάχων τῆς Ἀθήνας. Ὅμως ἡ ἐκστρατεία δὲν εἶχε τὰ ἀναμενόμενα ἀποτελέσματα, παρὰ τὶς μεγάλες δυνάμεις ποὺ κινητοποίησε ἡ Ἀθήνα (120 τριήρεις, ὁ μεγαλύτερος στόλος μετὰ τὴ ναυμαχία των Ἀργινουσῶν). 

Ἀφοῦ ἐπανέφεραν στὴ συμμαχία κάποιες πόλεις, ὁ στόλος των Ἰφικράτους καὶ Τιμοθέου ἑνώθηκε μὲ τὶς δυνάμεις του Χάρητα, κοντὰ στὴν Χίο. Ὅμως λόγῳ θαλασσοταραχῆς στὴν περιοχή, οἱ Ἰφικράτης καὶ Τιμόθεος δίστασαν νὰ ἐμπλακοῦν μὲ τὸν ἀντίπαλο στόλο. Ὁ Χάρης τους κατηγόρησε ὡς προδότες καὶ ἔσπευσε μόνος του νὰ ἀντιμετωπίσει τοὺς ἀντιπάλους. Ὅπως ἦταν ἀναμενόμενο, ἡττήθηκε. 

Ὅταν ἐπέστρεψαν στὴν Ἀθήνα, ὁ Χάρης κατηγόρησε τοὺς συστρατήγους του ὡς προδότες. Τελικὰ μετὰ ἀπὸ δίκη, ὁ Ἰφικράτης καὶ ὁ γιός του Μενεσθέας ἀθωώθηκαν, ἐνῷ στὸν Τιμόθεο ἐπιβλήθηκε πρόστιμο (355 π.Χ.). Μὲ τὰ γεγονότα αὐτά, ὁ Ἰφικράτης ἔχασε τὴν πολιτική του ἐπιρροὴ καὶ οἱ πηγὲς δὲν ξανακάνουν λόγο γι’ αὐτόν. Ἄγνωστος παραμένει καὶ ὁ ἀκριβὴς χρόνος τοῦ θανάτου του. Συνήθως τοποθετεῖται περὶ τὸ 350 π.Χ. ἢ λίγο ἀργότερα. 

Οἱ καινοτομίες του Ἰφικράτους στὴν πολεμικὴ τέχνη 

Κατά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο, ιδίως δε κατά την τελευταία φάση, η πολεμική τέχνη των Ελλήνων άρχισε να αλλάζει και να απομακρύνεται από την κλασσική εικόνα της σύγκρουσης μεταξύ οπλιτικών φαλαγγών, που είχε επικρατήσει από τον 7ο π.Χ. αι. Ο ατομικός οπλισμός, κυρίως ο αμυντικός, άρχισε να μειώνεται ενώ οι τακτικές έτειναν να γίνουν πιο πολύπλοκες και ρευστές.

Ὡς ἐκ τούτου, ἀπὸ τὴν ἐποχὴ αὐτὴ κι ἔπειτα τὰ ἐλαφρὰ τμήματα, οἱ λεγόμενοι ψιλοὶ (ἀκοντιστές, τοξότες, σφενδονίτες κ.ά.), ἀποκτοῦν ὅλο καὶ μεγαλύτερη σημασία καὶ δὲν περιορίζονται ἁπλῶς σὲ ἐπικουρικοὺς ρόλους. 

Ἀξιοποιῶντας τὰ διδάγματα τοῦ πολέμου αὐτοῦ, ὁ Ἰφικράτης εἰσήγαγε καθοριστικὲς καινοτομίες στὸν ὁπλισμὸ τῶν στρατιωτῶν, τὴν ἐκπαίδευση, τὶς τακτικὲς μάχης καὶ γενικότερα στὴν πολεμικὴ τέχνη. Εἰδικότερα εἰσήγαγε ἕναν νέο τύπο πεζικοῦ, τοὺς πελταστές. Ἀρχικὰ οἱ πελταστὲς ἀποτελοῦσαν ἕναν ἀπὸ τοὺς παραδοσιακοὺς τύπους πολεμιστὴ τῶν θρακικῶν φυλῶν καὶ ἦταν γνωστοὶ στὴν Νότιο Ἑλλάδα, ὅπου ὑπηρετοῦσαν ὡς μισθοφόροι, ἀρκετὰ πρὶν τὴν ἐποχή του Ἰφικράτους. Οἱ «ἰφικράτιοι» πελταστὲς ἀποτελοῦσαν ἕναν ἐνδιάμεσο τύπο μεταξὺ τῶν παλαιῶν πελταστὼν καὶ τῶν κλασσικῶν ὁπλιτῶν. 
Συγκεκριμένα ἐξοπλίστηκαν μὲ ἀκόντιο διπλάσιου μήκους καὶ ξίφος μεγαλύτερου τῶν ἀντίστοιχων κλασσικῶν, ἐλαφρὺ θώρακα ἀπὸ λινὸ ἢ δέρμα, ἐνῷ γιὰ ἀσπίδα υἱοθετήθηκε ἡ «πέλτη» τῶν Θρακῶν ὁμολόγων τους, πολὺ ἐλαφρύτερη τῆς ὀπλιτικῆς. Ἐπίσης οἱ χάλκινες περικνημίδες ἀντικαταστάθηκαν μὲ δερμάτινα ὑποδήματα, τὶς περίφημες «ἰφικρατίδες ὑποδέσεις», ποὺ ἦταν ἐλαφρύτερα, πρακτικὰ καὶ πιὸ εὔχρηστα. 

Οἱ ἀλλαγὲς στὸν ὁπλισμὸ συνοδεύτηκαν ἀπὸ ἀντίστοιχες καινοτομίες σὲ τακτικὸ ἐπίπεδο. Οἱ «ἰφικράτειοι» πελταστές, συγκέντρωναν στὸν καλύτερο δυνατὸ συνδυασμὸ τὰ πλεονεκτήματα τόσο τῶν πελταστὼν ὅσο καὶ τῶν ὁπλιτῶν. 
Λόγῳ τοῦ βαρύτερου ὁπλισμοῦ τους, ὑπερεῖχαν σαφῶς τῶν ὑπολοίπων ψιλῶν στρατευμάτων, ἐνῷ ὑπὸ κάποιες συνθῆκες μποροῦσαν νὰ ἀντιπαραταχθοῦν καὶ σὲ ὀπλιτικὴ φάλαγγα. Συνήθως βέβαια ἀπέφευγαν τὴν ἄμεση ἐπαφὴ μὲ φάλαγγα, ἰδίως σὲ πεδινὲς περιοχές, καὶ ἀκολουθοῦσαν τακτικὲς διαδοχικῶν προσβολῶν καὶ ὑπαναχωρήσεων, ποὺ συνήθως εἶχαν ὡς ἀποτέλεσμα τὸν ἀποσυντονισμὸ καὶ τελικὰ τὴν καταστροφὴ τῆς ἀντίπαλης παράταξης (χαρακτηριστικὸ παράδειγμα ἡ κατανίκηση τῶν Σπαρτιατῶν στὸ Λέχαιο). 

Ἐπίσης ἡ μείωση τοῦ βαρέως ὁπλισμοῦ ἔδινε τὴ δυνατότητα μεταφορᾶς περισσότερων προμηθειῶν, σὲ σχέση μὲ τοὺς ὁπλῖτες. Ἔτσι οἱ πελταστὲς μποροῦσαν νὰ πραγματοποιοῦν μεγαλύτερες πορεῖες καὶ σὲ δύσβατο ἔδαφος, κάτι ποὺ πολλὲς φορὲς τοὺς ἔδινε τὸ πλεονέκτημα τοῦ αἰφνιδιασμοῦ. Μὲ ἄλλα λόγια οἱ μισθοφόροι του Ἰφικράτους ἀκολουθοῦσαν τακτικὲς καταδρομῶν ἐνῷ μὲ τὴν εὐκινησία τους, ἀναλάμβαναν τὸν ρόλο τοῦ ἱππικοῦ σὲ ἐδάφη ποὺ αὐτὸ δὲν μποροῦσε νὰ ἐνεργήσει. 

Ὁ Ἰφικράτης ὡς στρατηγός 

Ὁ Ἰφικράτης διακρίθηκε καὶ ὡς διοικητής, τόσο τοῦ νέου σώματος τῶν πελταστὼν ποὺ ὁ ἴδιος δημιούργησε, ὅσο καὶ κάθε σχηματισμοῦ ἢ στρατεύματος ποὺ τοῦ ἀνατέθηκε. Ἡ ταραχώδης καὶ ἀσταθὴς ἐποχὴ στὴν ὁποία ἔζησε καὶ ἔδρασε, ἀπαιτοῦσε πλέον τὸν ἐπαγγελματισμὸ στὸν στρατιωτικὸ τομέα καὶ ὁ Ἰφικράτης ἀνταποκρίθηκε στὴν ἀνάγκη αὐτὴ μὲ ἀναλόγου ἐπιπέδου ὑπηρεσίες. 

Ἀπὸ τοὺς ἱστορικούς, καὶ κυρίως ἀπὸ τὸν βιογράφο του Κορνήλιο Νέπω, χαρακτηρίζεται ὡς ἕνας ἀπὸ τοὺς εὐφυέστερους στρατηγοὺς τῆς ἐποχῆς του, ἀπὸ τοὺς ὁποίους μάλιστα οὔτε οἱ μεγαλύτεροι σὲ ἡλικία δὲν μποροῦν νὰ τὸν ξεπεράσουν. Εἶχε τὴν ἱκανότητα νὰ ἐπιβάλλεται ἀλλὰ καὶ νὰ ἐμπνέει τοὺς ὑφισταμένους του, ὥστε τὰ στρατεύματά του νὰ διακρίνονται ἀπὸ αὐστηρὴ πειθαρχία καὶ συνοχή. Τὸν σεβασμὸ τῶν στρατιωτῶν του τὸν κέρδιζε καὶ μὲ τὸ προσωπικό του παράδειγμα, καθὼς ἦταν ὁ ἴδιος γενναῖος, ριψοκίνδυνος καὶ μοιραζόταν τὶς κακουχίες ποὺ ταλαιπωροῦσαν τοὺς ἄνδρες του. 


Προσιτὸς καὶ αὐστηρός, ἀναλόγως τῶν περιστάσεων, δίκαιος σὲ οὐσιώδη ζητήματα ὅπως ἡ διανομὴ τῶν λαφύρων, «ἐργασία ἐξίσου σπουδαῖα μὲ τὴ μισθοδοσία γιὰ τοὺς στρατοὺς τῆς ἐποχῆς του». Ἐπίσης ἡ ἱκανότητά του νὰ κερδίζει τὶς μάχες μὲ ἐλάχιστο κόστος τοῦ ἐξασφάλιζε τὴν ἐμπιστοσύνη τῶν ἀνδρῶν του. 

Ἐπέβαλε συνεχῆ καὶ ἐντατικὴ ἐκγύμναση στοὺς στρατιῶτες του ἐκπαιδεύοντάς τους γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση διαφόρων περιπτώσεων (ἐνέδρες, αἰφνιδιασμούς, ἐπιθέσεις, τακτικὲς ὑποχωρήσεις κ.α.). Δὲν ἐπέτρεπε τὴν ἀδράνεια, ἀκόμα καὶ σὲ καιρὸ εἰρήνης, πολλὲς φορὲς δὲ ἔβρισκε πρωτότυπους τρόπους γιὰ νὰ τὸ πετύχει. Χαρακτηριστικὸ παράδειγμα ἀποτελεῖ ὁ πλοῦς τοῦ ἀθηναϊκοῦ στόλου πρὸς τὴν Κέρκυρα τὸ 373 π.Χ.. Γιὰ νὰ κερδίσει χρόνο ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ διατηρεῖ σὲ ἐγρήγορση καὶ ὅσο τὸ δυνατὸν καλύτερη φυσικὴ κατάσταση τὰ πληρώματα, ὀργάνωνε ἀγῶνες ταχύτητας μεταξὺ τῶν πλοίων. 

Ἐπίσης κατὰ τὶς ἀπαραίτητες στάσεις γιὰ ἀνεφοδιασμὸ στὴν ξηρά, τὰ ἐφόδια δὲν συγκεντρώνονταν ὥστε νὰ μοιραστοῦν δίκαια σὲ ὅλους, ἀλλὰ κάθε πλήρωμα εἶχε δικαίωμα νὰ ἁρπάξει ὅσα ἤθελε. Ἔτσι «βραβεύονταν» πάλι οἱ γρηγορότεροι. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ὁ στόλος κάλυψε τὴν ἀπόσταση μέχρι τὴν Κέρκυρα κωπηλατῶντας καὶ σὲ πολὺ σύντομο χρονικὸ διάστημα. 

Συχνὰ ἐφάρμοζε εὐφυῆ τεχνάσματα καὶ στρατηγήματα γιὰ νὰ παραπλανήσει καὶ αἰφνιδιάσει τοὺς ἀντιπάλους καὶ πάντα λάμβανε αὐξημένα μέτρα γιὰ νὰ μὴν βρεθεῖ πρὸ ἀπροόπτου ὁ ἴδιος. Ὡστόσο, ὅταν τὸ ἔκρινε ἀπαραίτητο, τὰ τεχνάσματα στόχευαν στοὺς ὑφισταμένους του, ὥστε νὰ διαλυθεῖ τυχὸν ἡττοπάθεια καὶ νὰ διατηρηθεῖ ἀκμαῖο τὸ ἠθικό. Σὲ μιὰ περίπτωση ποὺ ὁ στρατός του ὑστεροῦσε ἀριθμητικά, φρόντισε νὰ διαδοθοῦν στοὺς ἄνδρες του φῆμες περὶ δωροδοκίας ἐχθρικῶν τμημάτων, ὥστε αὐτὰ νὰ αὐτομολήσουν πρὶν τὴν ἐπικείμενη μάχη. 

Ἡ ὑποτιθέμενη προδοσία ὅπλισε τὸ στράτευμα τοῦ Ἰφικράτη μὲ περισσὸ θάρρος καὶ πίστη στὴν νίκη. Ἔδινε μεγάλη βαρύτητα στὴν ψυχολογία τῶν ἐμπλεκομένων, ματαιώνοντας κάποιες φορὲς τὴ σύγκρουση τὴν τελευταία στιγμή, ἂν ἔβλεπε ὅτι δὲν μποροῦσε νὰ ἀναστρέψει τὴν ἡττοπάθεια τῶν δικῶν του ἢ τὴν αἰσιοδοξία τῶν ἀντιπάλων. Γενικὰ προσπαθοῦσε νὰ ἐκβιάσει πρὸς ὄφελός του τὸ ἀποτέλεσμα τῆς μάχης, χρησιμοποιῶντας κάθε διαθέσιμο μέσο. Αὐτὸ ἄλλωστε ἐπίτασσε καὶ ἡ ἐποχή του. Οἱ συγκρούσεις στὸν ἑλλαδικὸ χῶρο ἦταν πλέον συνεχεῖς, μὲ ἀποτέλεσμα ἡ οἰκονομία δυνάμεων καὶ πόρων νὰ εἶναι κεφαλαιώδους σημασίας. 

Ἐπίλογος 

Ὁ Ἰφικράτης ὑπῆρξε ἀπὸ τοὺς κορυφαίους καὶ εὐφυέστερους στρατιωτικοὺς τῆς Ἀρχαίας Ἑλλάδας, μὲ πολυετῆ δράση σὲ διάφορα μέτωπα τῆς ἀνατολικῆς μεσογειακῆς λεκάνης. Συνέλαβε καὶ ἐφήρμοσε ποικίλους νεωτερισμούς, συμβάλλοντας καταλυτικὰ στὴν ἐξέλιξη τῆς ἑλληνικῆς πολεμικῆς τέχνης. 

Συχνὰ χαρακτηρίζεται ὡς ἕνας ἀπὸ τοὺς τρεῖς μεγάλους στρατιωτικοὺς μεταρρυθμιστὲς τοῦ 4ου π.Χ. αἱ., ἀκολουθούμενος ἀπὸ τὸν Ἐπαμεινώνδα καὶ τὸν Φίλιππο Β΄ τῆς Μακεδονίας. Πέραν ὅμως ἀπὸ τὸ στρατιωτικὸ ἔργο, ἔχει νὰ ἐπιδείξει ἀξιόλογη δράση καὶ στὸν πολιτικὸ τομέα. Γιὰ σημαντικὸ διάστημα κυριάρχησε στὸν πολιτικὸ στίβο τῆς πατρίδας του, κατευθύνοντας τὴν ἀθηναϊκὴ ἐξωτερικὴ πολιτική. 


Μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους συμπατριῶτες τοῦ στρατηγοὺς κατόρθωσαν νὰ διατηρήσουν τὴν ἐπιρροὴ τῆς Ἀθήνας στὰ ἑλληνικὰ πράγματα, παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ πάλαι θαλασσοκράτειρα πόλη τῆς Παλλάδας εἶχε πλέον εἰσέλθει ὁριστικὰ σὲ τροχιὰ πολιτικῆς καὶ οἰκονομικῆς παρακμῆς. Ὁ Ἀριστοτέλης του ἀποδίδει δύο ρητορικοὺς λόγους, τὸν «Πρὸς Ἁρμόδιον» καὶ «Ὑπὲρ Ἰφικράτους ἀπολογία». 

Στοὺς λόγους αὐτούς, ὅπως καὶ ἀλλοῦ (Πολυαίνου) διακρίνεται ἡ ρητορικὴ δεινότητα καὶ ἡ εὐστροφία του, ἀφοῦ τὰ ἐπιχειρήματα καὶ οἱ ἀπαντήσεις ποὺ προτάσσει σὲ ἀντιδίκους, πολιτικοὺς ἀντιπάλους ἢ συνομιλητὲς εἶναι συχνὰ εὐφυεῖς καὶ ἀποστομωτικές. 





Παρόλα αὐτά, ὁ Ἰφικράτης διακρίθηκε κυρίως στὸ στρατιωτικὸ πεδίο, ἀπ’ ὅπου καὶ ἀπέσπασε τὴ μεγάλη φήμη καὶ ὑστεροφημία. Ἀνῆκε στὴ γενιὰ αὐτὴ τῶν Ἑλλήνων στρατιωτικῶν, ποὺ ὁ πόλεμος ἀποτελοῦσε τὴν κύρια ἀσχολία τους. 
Κατεῖχαν τὴν τέχνη τοῦ πολέμου σὲ σχεδὸν ἐπαγγελματικὸ ἐπίπεδο καὶ ἐκεῖ παρουσίαζαν ἐφευρετικότητα καὶ δυναμισμό. Δὲν ἦταν σπάνιο τὸ φαινόμενο, αὐτοὶ οἱ ἄνδρες νὰ ἐγκαταλείπουν τὴν πόλη τους ὅταν ἡ ἐπιρροή τους μειωνόταν, μὲ σκοπὸ νὰ προσφέρουν ἀλλοῦ τὶς στρατιωτικές τους ὑπηρεσίες καὶ νὰ ἐπανέρχονται ὅταν μποροῦσαν νὰ ἔχουν πρωταρχικὸ λόγο. Στὸν ἀντίποδα βρίσκονταν οἱ πολιτικοὶ ποὺ προσπαθοῦσαν νὰ ἐπηρεάζουν τὶς ἐξελίξεις καὶ τὴν πορεία τοῦ τόπου τους, ἀλλὰ ἀπέφευγαν νὰ ἀναλάβουν στρατιωτικὰ πόστα. 
Ἐν κατακλεῖδι, ἡ προσωπικότητα καὶ τὰ κατορθώματα τοῦ Ἰφικράτους ἀπέσπασαν τὸ σεβασμὸ καὶ τὴν ἀναγνώριση τόσο τῶν συγχρόνων του Ἀθηναίων ὅσο καὶ μεταγενέστερων ἐπιφανῶν ἀνδρῶν, Ἑλλήνων καὶ μή. 

Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου 2025

Ἡμισέληνος: Ἡ ἀρχαία προέλευσις τοῦ συμβόλου ποὺ ἔκλεψαν οἱ Τούρκοι


Ἡμισέληνος: Το ἀρχαιοελληνικό καὶ βυζαντινό σύμβολο ποῦ ἔκλεψαν οἱ Τοῦρκοι







1. Ὁ ὅρος ἡμισέληνος στὰ Ἑλληνικά εἶναι λανθασμένος, ἀφοῦ το
σύμβολο δὲν ἀπεικονίζει «μισό» φεγγάρι, ἀλλὰ το ἕνα τέταρτο
αὐτοῦ.

Πιὸ σωστός θὰ ἦταν ὁ ὅρος «ἀμφίκυρτος σελήνη». Ἐπειδὴ ὅμως
ἔχει καθιερωθεῖ, ἔστω καὶ λανθασμένα θὰ το χρησιμοποιοῦμε καὶ
ἐμεῖς. Στὰ τουρκικά την ὀνομάζουν (περιγραφικά) ἀκόμα πιὸ λάθος
ὡς «φεγγάρι-ἄστρο» (ay yıldız), σὰν νὰ ἦταν ὁλόκληρο φεγγάρι.

Το σύμπλεγμα της ἡμισελήνου (δηλ. το μισοφέγγαρο καὶ το ἄστρο)
ἔχει βαθιά σχέση στὸ χρόνο με την Ἑλληνική παράδοση καὶ τον
πολιτισμό.




ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ
Το ἀρχαιότερο Ἑλληνικό νόμισμα
πάνω στὸ ὁποῖο ὑπάρχει ἡ
ἡμισέληνος εἶναι νόμισμα ἀπὸ την Κάτω Ἰταλία ποῦ χρονολογεῖται
στὸν 6ο αἰῶνα π.Χ. Στὴ συνέχεια το βρίσκουμε σε πολλές ἑλληνικές
περιοχές του ἀρχαίου ἑλληνικοῦ κόσμου ἀπὸ την Κρήτη μέχρι τὴ
Μακεδονία καὶ την Μικρά Ἀσία.


Την ἡμισέληνο τὴ βρίσκουμε καὶ στὴν ἀρχαία ἑλληνική ἀποικία του
Βυζαντίου, πάνω στὴν ὁποία βρίσκεται ἡ σημερινή Κωνσταντινούπολη.

ΒΥΖΑΝΤΙΟ

Στόν 5ο αἰῶνα μ.Χ. σε νόμισμα του αὐτοκράτορα Ἀναστασίου
Ι (491-518 μ.Χ.), βρίσκουμε νόμισμα ποῦ στὴ μία μεριά ἔχει την
προτομή του αὐτοκράτορα καὶ στὴν ἄλλη την ἡμισέληνο. Στὴ
συνέχεια καὶ γιὰ πολλούς αἰῶνες συναντοῦμε την ἡμισέληνο με
πολλούς τρόπους σε ἀπεικονίσεις στὸ Βυζάντιο.

Ὅταν ἔφτασαν οἱ Ὀθωμανοί στὴν περιοχή της Μικράς Ἀσίας
(κυρίως ὅμως οἱ Σελτζούκοι, οἱ ὁποῖοι ἀντέγραψαν σε πάρα πολλά
πράγματα το ἀνωτέρω πολιτισμικά Βυζάντιο), «δανείστηκαν» την
ἡμισέληνο ἀπὸ τους Βυζαντινούς καὶ σταδιακά ἔγινε το ἔμβλημα της
Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας.

Σήμερα ὅσοι θέλουν νὰ δοῦν την ἡμισέληνο σε βυζαντινά νομίσματα
δὲν ἔχουν παρά νὰ ἐπισκεφθοῦν τις νομισματικές συλλογές των Ἑλληνικῶν
Μουσείων ἀλλὰ ἀκόμα καὶ σε Βυζαντινές τοιχογραφίες στὴ Λακωνία
(χωριό Γεράκι
κ.α.),
ὁποῦ ὑπάρχει πεντακάθαρο σε ἀσπίδα του Ἁγίου Γεωργίου.

Μέχρι τον 18ο αἱ. το τουρκικό ἐθνόσημο ἦταν ἡ ἁπλὴ ἡμισέληνος,
χωρίς το ἄστρο.


Το ἄστρο το πρόσθεσε ὁ σουλτᾶνος Σελίμ Γ΄ (1789-1808) καὶ εἶχε
ὀκτώ ἀκτῖνες, ἐνῶ ὁ σουλτᾶνος Αβδοῦλ Μετζίτ (1840-1861) το ἔκανε
με πέντε ἀκτῖνες.

Φαίνεται λοιπόν ὅτι οἱ Ὀθωμανοί ὅπως ἀντέγραψαν το Βυζάντιο σε διοίκηση,
θεσμούς, μοντέλα σκέψης καὶ χίλια ἀλλά πράγματα ἔτσι καὶ ἡ ἴδιά η
σημαία τους ἦταν ἕνα κλεμμένο βυζαντινό σύμβολο.

Ἡ κλεμμένη Ἑλληνική ημισέληνος Ἀρχαῖο Ἑλληνικό νόμισμα ἀπὸ το
Βυζάντιο (σημερινή Κωνσταντινούπολη)Νόμισμα Αὐτοκράτορα Θεοδώρου Β΄
Λασκᾶρεως 1254-1258μ.Χ.
Και οἱ Ρῶσοι εἶχαν πάρει το μισοφέγγαρο ἀπὸ το Βυζάντιο

Λυπούμαστε ποῦ αὐτὴ ἡ παρουσίασή μας, θὰ στεναχωρήσει τους Γενίτσαρος


Πομάκους ποῦ βλέπουν την τουρκική σημαία καὶ νιώθουν ρῖγος.
Τους συνιστοῦμε νὰ μὴν νιώθουν τόσο ἐθνικό ρῖγος γιατί θὰ ἀκριβολογήσουν
καὶ νὰ σκεφτοῦν ὅτι αὐτὸ το σύμβολο ἦταν καὶ σύμβολο χριστιανῶν
Ἁγίων.
Ἄς συγκρατήσουν λοιπόν την ἐθνική τους συγκίνηση, γιατί ἀλλιῶς
θὰ κινδυνεύουν νὰ τους κατηγορήσουμε ἐμεῖς ὅτι θέλουν νὰ κάνουν τους
Πομάκους χριστιανούς…

Ἄν δὲαν μας πιστεύετε τότε ὀργανῶστε με την «Τουρκική ἐνῶσι Ξάνθης»
ἡ με τον Σύλλογο Ἐπιστημόνων Μειονότητας, μία ἐκδρομὴ στὴν Πελοπόννησο
καὶ πηγαίνετε στὶς τοιχογραφίες των χριστιανικῶν ἐκκλησιῶν νὰ θαυμάσετε την …
Τουρκική σημαία δίπλα σε σταυρούς καὶ κεριά! Ἀλλὰχ κορουσούν!


Οἱ ἀρχικὲς καταβολὲς τοῦ συμβόλου αὐτοῦ, ὅμως, δὲν εἶναι οὔτε χριστιανικές,
ἀλλὰ παγανιστικές, ἀφοῦ τὸ σύμβολο αὐτὸ ἦταν τὸ σύμβολο τῆς θεᾶς Ἄρτεμης
ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα.
Ταυτίστηκε μὲ τὴν πόλη τοῦ Βυζαντίου τὸ 339 π.Χ., σύμφωνα μὲ θρῦλο
κατὰ τὸν ὁποῖο ὅταν ὁ Φίλιππος Β΄ ὁ Μακεδὼν πολιόρκησε τὴν τότε
ἀποικία τῶν Μεγαρέων, τὸ Βυζάντιο.
Τὴ νύχτα τῆς ἐπίθεσης εἶχε πανσέληνο ἀλλὰ καὶ συννεφιά.
Ὁ θρῦλος, λοιπόν, μᾶς λέει ὅτι ὅταν φάνηκε τὸ φεγγάρι πίσω ἀπὸ τὰ
σύννεφα, τὰ σκυλιὰ τῆς πόλης ἄρχισαν νὰ γαβγίζουν, ξυπνῶντας τοὺς
κατοίκους της, οἱ ὁποῖοι κατάφεραν νὰ διώξουν τοὺς Μακεδόνες.
Ἔτσι, ἡ σωτηρία τῆς πόλης ἀποδόθηκε στὴ θεὰ Ἄρτεμη καὶ ἔκτοτε
τὸ σύμβολο τῆς πόλης ἔγινε ἡ ἡμισέληνος.
Ἐξακολούθησε δὲ νὰ χρησιμοποιεῖται ὡς σύμβολο τοῦ Βυζαντίου
εὐρέως μέχρι καὶ τὸ 330 μ.Χ., ὁπότε καὶ ἀντικαταστάθηκε στὸ
μεγαλύτερο μέρος του ἀπὸ τὸν χριστιανικὸ σταυρό.
Πάντως ἡ υἱοθέτησή του ἀπὸ τοὺς Ὀθωμανοὺς καὶ ὁρισμένα
βυζαντινὰ νομίσματα, τῶν πρώιμων κυρίως βυζαντινῶν χρόνων,
τὰ ὁποῖα ἔχουν βρεθεῖ μὲ τὴν ἀπεικόνιση τῆς ἡμισελήνου, δείχνουν
ὅτι τὸ σύμβολο αὐτὸ συνέχισε νὰ χρησιμοποιεῖται, ἔστω καὶ περιορισμένα, μέχρι καὶ τὸ 1453 ὡς σύμβολο τῆς πόλης.
Πολλοί, λοιπόν, πιστεύουν λανθασμένα ὅτι ἡ Ὀθωμανικὴ Αὐτοκρατορία
δημιούργησε τὴν ἡμισέληνο ὡς σύμβολό της ἀμέσως μετὰ τὴν
ὀθωμανικὴ κατάκτηση τῆς Κωνσταντινούπολης τὸ 1453.
Κι ὅμως τὸ σύμβολο αὐτὸ δὲν ἀνῆκε πρὶν ἀπὸ τὴν Ἅλωση στοὺς
Ὀθωμανούς,
ἀλλὰ στὸ Βυζάντιο, καὶ οἱ τελευταῖοι μόνο μετὰ ἀπὸ τὴν κατάκτηση
τῆς Βασιλεύουσας τὸ οἰκειοποιήθηκαν καὶ τὸ ἔκαναν σύμβολο
τῆς αὐτοκρατορίας τους.
Ἀπὸ αὐτοὺς τὸ πῆραν ἀργότερα καὶ οἱ ὑπόλοιποι μουσουλμᾶνοι,
κάνοντας τὴν ἡμισέληνο νὰ ταυτιστεῖ ἐξολοκλήρου μὲ τὸ ἰσλάμ.
Τὴν ἡμισέληνο τὴν ταυτίζουμε ὅλοι σήμερα μὲ τὸ ἰσλάμ, μουσουλμᾶνοι
καὶ χριστιανοί, ἀφοῦ αὐτὴ ὑπάρχει ὡς σύμβολο στὶς σημαῖες πολλῶν
κρατῶν ποὺ ἔχουν ὡς ἐπίσημη θρησκεία τὴν ἰσλαμική.
Μία ἀπὸ αὐτὲς εἶναι καὶ ἡ σημαία τῆς σύγχρονης Τουρκίας, ἀλλὰ 
εἶναι γνωστὸ
ὅτι ὑπῆρχε καὶ στὴν παλαιότερη σημαία τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας
 ποὺ ἦταν πράσινη, τὸ ἱερὸ χρῶμα τοῦ ἰσλὰμ καὶ τοῦ Προφήτη 
Μωάμεθ.
Πηγή :

Πέμπτη 13 Φεβρουαρίου 2025

Ἔρως καὶ Ψυχή - Μία μυθική ἱστορία ἀγάπης

 



Ὁ Ἔρωτας καὶ ἡ Ψυχὴ εἶναι ἕνα μυθολογικό ζευγάρι, ποῦ βασανίστηκαν πολύ μέχρι νὰ μπορέσουν νὰ χαροῦν την ἀγάπη τους ἀνεμπόδιστα. Αὐτὸς εἶναι ὁ μῦθος του Ἔρωτα καὶ της Ψυχῆς ὅπως τον ἀναφέρει ὁ Απουλήιος, Ρωμαῖος συγγραφέας του 2ου μ.Χ. αἰῶνα:


"Μία φορά κι ἕναν καιρό ζοῦσαν σε μία πολιτεία μεγάλη, πλούσια καὶ δυνατή ἕνας βασιλιάς καὶ μία βασίλισσα. Ἡ μικρότερη ἀπὸ τις τρεῖς κόρες τους την ἔλεγαν Ψυχή ἦταν τόσο ὄμορφη, ποῦ μόνο με τὴ θεά Ἀφροδίτη μποροῦσε νὰ παραβληθεῖ. Ἔτσι, ὅποιος την ἔβλεπε, ἔπεφτε θαμπωμένος καὶ την προσκυνοῦσε σὰν νὰ εἶχε μπροστά του την ἴδια τὴ θεά. Με τον καιρό ὅλοι πίστεψαν πῶς ἡ ψυχή δὲν ἦταν παρά ἡ ἴδια ἡ θεά του ἔρωτα ποῦ εἶχε κατεβεῖ στὴ γῇ. Τα ἱερὰ της Ἀφροδίτης στὴν Πάφο, στὰ Κύθηρα, στὴν Κνίδο, ἐρημώθηκαν. Οἱ προσευχές λησμονήθηκαν. Οἱ θυσίες σταμάτησαν. Ὁ κόσμος, ποῦ λάτρευε πρὶν τὴ μεγάλη θεά, σαγηνεύτηκε ἀπὸ την ὀμορφιά της θνητῆς, καὶ αὐτὴν προσκυνοῦσε πιά καὶ λάτρευε.


Ἡ Ἀφροδίτη δὲν ἄντεξε την προσβολή καὶ ἀποφάσισε νὰ διεκδικηθεῖ... Πρόσταξε λοιπόν το γιὸ της, τον Ἔρωτα, νὰ χτυπήσει την ἀντίζηλό της με τα βέλη του καὶ νὰ την κάνει νὰ ἀγαπήσει παράφορα τον πιὸ ἀσήμαντο καὶ περιφρονημένο ἄνθρωπο του κόσμου. Ἔτσι, ὅπως ἄλλωστε γίνεται συχνά, ἡ ὀμορφιά της Ψυχῆς στάθηκε ἡ αἰτία της μεγάλης της δυστυχίας: ὅλοι οἱ νέοι ἔμειναν μαγεμένοι ἀπὸ τὴ χάρη της, κανείς ὅμως δὲν ἀποφάσιζε νὰ την κάνει γυναῖκα του, καὶ ἡ Ψυχή ἔμενε μόνη καὶ ἔρημη. Οἱ δύο ἀδερφὲς της εἶχαν παντρευτεῖ πρὶν ἀπὸ καιρό στὰ ξένα, καὶ η Ψυχή, κλεισμένη στὸ παλάτι, ἔκλαιγε τὴ μοῖρα της καὶ καταριόταν την ὀμορφιά της.




Ὅταν ὁ βασιλιάς εἶδε κι ἀπόειδε, ἀποφάσισε νὰ ρωτήσει το μαντεῖο του Ἀπόλλωνα στῆ Μίλητο, γιὰ την τύχη της κόρης του. Ἡ ἀπάντηση του θεοῦ ἦταν ἀλλόκοτη καὶ σκληρή: ἔπρεπε νὰ ὁδηγήσουν την Ψυχή νυφοστολισμένη, σὰν νὰ ἦταν νὰ παντρευτεῖ στὸν Κάτω Κόσμο, στὴν πιὸ ψηλή κορφή ἑνὸς ἔρημου καὶ μακρινοῦ βουνοῦ. Ἐκεῖ θὰ συναντοῦσε το γαμπρό ποῦ της εἶχε τάξει το ριζικό της: ἕνα πελώριο φίδι φτερωτό ποῦ προξενοῦσε το φόβο καὶ τον τρόμο, ἀκόμη καὶ στὸν μεγάλο Δία. Τρόμαξε ὁ βασιλιάς. Μήπως ὅμως μποροῦσε νὰ κάνει κι ἀλλιῶς; Ἔτσι ὅλος ὁ λαός, μαζί με τους γονεῖς της, τὴ συνόδεψε με κλάματα καὶ μοιρολόγια ὡς την κορφή του βουνοῦ, ὁποῦ την ἄφησαν κι ἔφυγαν. Τότε ὁ Ζέφυρος την ἀνασήκωσε, καὶ ταξιδεύοντάς την πάνω ἀπὸ στεριές καὶ θάλασσες, την ἔφερε καὶ την ἄφησε μέσα σε ἕνα μαγεμένο περιβόλι. Σ' αὐτὸ το περιβόλι ἡ Ψυχή σαστισμένη πῆρε νὰ σεργιανᾶει ἐδῶ κι ἐκεῖ, ὅταν ξαφνικά βρέθηκε μπροστά σ' ἕνα ὁλόχρυσο παλάτι, ἐντελῶς ἀφύλαχτο. Παρ' ὅλο το φόβο ποῦ ἔνιωθε, μπῆκε μέσα καὶ ἄρχισε νὰ το τριγυρίζει, ὥσπου ἄκουσε μία φωνή: «ὅλα ὅσα βλέπεις, κυρά μου, εἶναι δικά σου. Μὴ φοβᾶσαι! Κάθισε νὰ ξαποστάσεις, καὶ ὅταν θελήσεις νὰ λουστεῖς καὶ νὰ νοιαστεῖς γιὰ την ὀμορφιά σου, φώναξέ μας νὰ σε βοηθήσουμε. Ἐμεῖς εἴμαστε οἱ ὑπηρέτες σου. Ἢ κάθε σου ἐπιθυμία εἶναι γιὰ μας προσταγή».


Πραγματικά, οἱ ὑπηρέτες ἔκαναν ὃ,τι μποροῦσαν γιὰ νὰ την περιποιηθοῦν καὶ νὰ τὴ διασκεδάσουν. Τὴ βοήθησαν νὰ λουστεῖ, της ἔστρωσαν πλούσιο το τραπέζι καὶ της τραγούδησαν, χωρίς ὅμως νὰ τους δεῖ. Τὴ νύχτα ἔφτασε ὁ ἄγνωστός ἄντρας της καὶ μέσα στὸ βαθύ σκοτάδι την ἔκανε δική του, προτοῦ ὅμως ξημερώσει ἀκόμη, χάθηκε ἀπὸ κοντά της.


Ἔτσι περνοῦσε ὁ καιρός: την ἡμέρα οἱ ἀόρατοι ὑπηρέτες φρόντιζαν νὰ μὴν της λείψει τίποτα καὶ τὴ νύχτα ἐρχόταν ὁ μυστηριώδης ἐραστὴς της καὶ την ἔκανε εὐτυχισμένη. Στὸ μεταξύ οἱ γονεῖς της γερνοῦσαν μέσα στὴν ἀπελπισία καὶ στὸ πένθος. Κοντά τους εἶχαν ἔρθει οἱ δύο ἄλλες θυγατέρες τους καὶ προσπαθοῦσαν μάταια νὰ τους παρηγορήσουν. Ἀλλὰ καὶ ἡ Ψυχή ἄρχισε νὰ αἰσθάνεται δυστυχισμένη: ὁλομόναχη τὴ μέρα νὰ ζεῖ ἀνάμεσα σε ἀόρατα πνεύματα καὶ το βράδυ νὰ πλαγιάζει στὴν ἀγκαλιὰ ἑνὸς ἄντρα, ποῦ οὔτε γιὰ μιά στιγμή δὲν εἶχε ἀντικρίσει το πρόσωπό του. Στὸ τέλος με δάκρυα καὶ παρακάλια καταφέρνει η Ψυχή νὰ πείσει τον ἄντρα της μέσα στὰ χάδια νὰ ἐπιτρέψει νὰ ἔρθουν, ἂς εἶναι καὶ γιὰ λίγον καιρό, οἱ ἀδερφές της γιὰ νὰ της κρατήσουν συντροφιά. Ἡ ἄδεια δίνεται, με ἕναν ὅρο ὅμως: «Μπορεῖς, της εἶπε, νὰ τους χαρίσεις ό,τι θελήσουν ἀπὸ τα πλούτη του παλατιοῦ. Μὰ μὴν πλανηθείς ἀπὸ τα λόγια τους καὶ θελήσεις νὰ με αντικρίσεις στὸ φῶς. Θὰ με χάσεις γιὰ πάντα καὶ θὰ γίνεις δυστυχισμένη». Ἡ Ψυχή του ὑπόσχεται νὰ σεβαστεῖ την ἐπιθυμία του. Ἄλλωστε καὶ ἡ ἴδια τον ἔχει ἀγαπήσει στὸ μεταξύ καὶ δὲν θέλει νὰ τον χάσει. Ξέρει ἀκόμη πῶς ἀπὸ τὴ διαγωγή της θὰ ἐξαρτηθεῖ καὶ ἡ φύση του παιδιοῦ ποῦ ἔχει στὰ σπλάχνα της: ἄν συμμορφωθεῖ με την ἐντολὴ του ἄντρα της, το παιδί ποῦ θὰ γεννήσει θὰ εἶναι ἀθάνατο. Ἄν ὄχι, θνητό.


Ὕστερα ἀπὸ λίγες μέρες οἱ ἀδερφὲς ἀνεβαίνουν στὸ βουνό γιὰ νὰ κλάψουν την Ψυχή, ποῦ τὴ νόμισαν πιὰ χαμένη γιὰ πάντα. Στοὺς θρήνους τους ἀποκρίνεται ἡ φωνή της ἴδιας της Ψυχῆς ποῦ τις καλεῖ κοντά της. Σε λίγο, ταξιδεμένες κι αὐτὲς ἀπὸ το Ζέφυρο, βρίσκονται μέσα στὸ παλάτι. Η χαρά τους εἶναι ἀνείπωτη. Ὅμως, σιγά σιγά ἀρχίζουν νὰ ζηλεύουν την τύχη της ἀδερφῆς τους καὶ ὁ φθόνος τους μεγαλώνει ὑστέρα ἀπὸ κάθε ἐπισκέψη, καθώς ἡ Ψυχή, ἐντελῶς ἀνυποψίαστη γιὰ τα αἰσθήματά τους, τις σεργιανίζει μέσα στὸ παλάτι καὶ τους δείχνει τους ἀρίθμητους θησαυρούς. Στοὺς γέρους γονεῖς τους δὲν λένε κουβέντα γειά την τύχη της Ψυχῆς. Τους ἀφήνουν νὰ πιστεύουν πῶς ἡ μικρότερη ἀδερφὴ εἶναι ἀπὸ καιρό πεθαμένη. Οἱ φθονερές ἀδερφὲς δὲν σκέφτονται παρά μόνο πώς θὰ κάνουν κακό στὴν Ψυχή. Δὲν σταματοῦν νὰ τὴ ρωτοῦν γιὰ τον ἄντρα της. Καὶ ἡ Ψυχή ἀναγκάζεται στὸ τέλος νὰ τους πεῖ ψέματα, πῶς τάχα ὁ ἄντρας της εἶναι ἕνας νέος ὄμορφος καὶ δυνατός ποῦ περνᾶ τὴ μέρα του πάνω στὰ βουνά κυνηγῶντας.


Ἡ ὁμολογία της Ψυχῆς κάνει νὰ φουντώνει ἀκόμα πιὸ πολύ ὁ φθόνος στὰ στήθη τῶν ἀδερφάδων της, γιατί καὶ οἱ δύο ἔχουν παντρευτεῖ γέρους καὶ ἀνήμπορους βασιλιᾶδες. Ὅμως καὶ ο σύντροφος της Ψυχῆς ξέρει τι διαθέσεις ἔχουν οἱ κακές ἀδερφὲς καὶ σε κάθε εὐκαιρία την προειδοποιεῖ γιὰ την ἀνεπανόρθωτη καταστροφή ποῦ θὰ προκαλέσει ἡ ἴδιά ἄν τυχόν παραβεῖ την ἐντολὴ του. Οἱ ἀδερφὲς της ὡστόσο ἐπιμένουν νὰ μάθουν λεπτομέρειες καὶ ἔτσι, κάποτε ποῦ ἡ Ψυχή ξεχάστηκε καὶ εἶπε πῶς ὁ ἄντρας της εἶναι κάποιος πλούσιος ἔμπορός ἀπὸ την κοντινή ἐπαρχία, κάπως μεγάλος στὴν ἡλικία, πέφτουν πάνω της καὶ την ἀναγκάζουν νὰ παραδεχτεῖ, μία καὶ ἡ ἴδιά ἀλλὰ τους εἶχε πεῖ πιὸ παλιά, πῶς τον ἄντρα της δὲν τον εἶχε ποτέ δεῖ στὰ μάτια της. Στὸ τέλος κατορθώνουν νὰ την πείσουν πῶς αὐτὸς ὁ ἄγνωστος ἄντρας της δὲν ἦταν παρά το φοβερό φίδι ποὺ μνημόνευε ἡ προφητεία του Ἀπόλλωνα. Ἄν τη φροντίζει, της εἶπαν, εἶναι γιατί θέλει νὰ τὴ φάει, μόλις το παιδί μεγαλώσει στὰ σπλάχνα της. Ἕνας μόνο τρόπος ὑπάρχει γιὰ νὰ γλιτώσει ἀπὸ το θάνατο: μία νύχτα, νὰ ἀνάψει ἕνα λυχνάρι καὶ νὰ κόψει το κεφάλι του τέρατος.


Ἡ ψυχή βασανίστηκε πολύ ὥσπου νὰ πάρει την ἀπόφαση, ἀλλὰ στὸ τέλος πίστεψε πῶς αὐτὴ θὰ ἔπρεπε νὰ χτυπήσει πρώτη. Ἔτσι, μία μέρα, ὅταν ἔπεσε το σκοτάδι καὶ ὁ ἄντρας της πλάγιασε κοντά της καὶ ἀποκοιμήθηκε βαθιά, σηκώθηκε καὶ ἄναψε το λυχνάρι. Κάτω ὅμως ἀπὸ το φῶς του ἡ Ψυχή τα ἔχασε: μπροστά της βρισκόταν ὁ ἴδιος ὁ Ἔρωτας, πιὸ ὡραῖος κι ἀπ' ὅ,τι τον φανταζόταν. Στὰ πόδια του κρεβατιοῦ ἦταν ριγμένα τα ἅρματα του : το τόξο, ἡ φαρέτρα καὶ τα βέλη. Ἡ Ψυχή πῆρε τότε μία σαΐτα καὶ, καθώς την περιεργαζόταν, πληγώθηκε ἐλαφρὰ στὸ δάχτυλο. Ἀπὸ κείνη τὴ στιγμή, χωρίς καὶ ἡ ἴδια νὰ το καταλάβει, ἐρωτεύεται παράφορα τον ἴδιό τον Ἔρωτα. Μετανιωμένη γιὰ την εὐπιστία καὶ την ἀμυαλιά της προσπαθεῖ νὰ αὐτοκτονήσει γιὰ νὰ τιμωρήσει τον ἑαυτὸ της. Ἄδικος κόπος. Το μαχαίρι γλιστρᾶ καὶ πέφτει ἀπὸ το χέρι της.


Ξαφνικά, μία σταγόνα καφτό λάδι χύνεται ἀπὸ το λυχνάρι καὶ πέφτει πάνω στὸν γυμνό ὠμό του κοιμισμένου θεοῦ. Ὁ Ἔρωτας πετιέται πάνω ἀλαφιασμένος ἀπὸ τον πόνο καὶ, διαπιστώνοντας την ἀπιστία της γυναίκας του, ἀνοίγει τα φτερά του γιὰ νὰ φύγει. Μόλις ποῦ προφταίνει ἡ Ψυχή νὰ πιαστεῖ ἀπὸ το πόδι του καὶ νὰ ἀνυψωθεῖ μαζί του πάνω στὰ σύννεφα. Ὕστερα ἀπὸ λίγο, ἐξαντλημένη ἀπὸ την κούραση, πέφτει στὴ γῆ, χωρίς νὰ σκοτωθεῖ. Καὶ ὁ Ἔρωτας ὅμως κατέβηκε, στάθηκε στὴν κορυφή ἑνός κοντινοῦ κυπαρισσιοῦ, καὶ ἀφοῦ της παραπονέθηκε γιὰ την ἀχαριστία ποῦ ἔδειξε, πέταξε πάλι στὰ ὕψη. Η Ψυχή ρίχτηκε ἀπὸ την ἀπελπισία της σ' ἕνα ποτάμι γιὰ νὰ πνιγεῖ, ἐκεῖνο ὅμως τὴ σήκωσε ἁπαλὰ πάνω στὰ νερά του καὶ την ἄφησε πάνω στὴν πυκνή χλόη της ὄχθης του. Ὁ Πᾶν, ποῦ βρισκόταν ἐκεῖ κοντά, κατάφερε νὰ τὴ μεταπείσει καὶ νὰ της δώσει θάρρος.


Ἀπὸ ἐκείνη τὴ στιγμή ἕνας εἶναι ὁ σκοπός της ζωῆς της: νὰ ξαναβρεῖ τὴ χαμένη της εὐτυχία. Πρῶτα ὅμως πρέπει νὰ τιμωρήσει τις ἀδερφὲς της. Στὴν πρώτη ἐξομολογεῖται πῶς ὁ Ἔρωτας ἔφυγε ἀπὸ κοντά της, τάχα γιὰ νὰ παντρευτεῖ ἐκείνην. Δὲν χρειάστηκε μεγάλη προσπάθεια γιὰ νὰ πειστεῖ ἡ φθονερή ἀδερφὴ νὰ παρατήσει τον ἄντρα της, λέγοντάς του πῶς τάχα πέθαναν οἱ γονεῖς της, νὰ ἀνεβεῖ στὸ βουνό καὶ νὰ γκρεμιστεῖ στὰ βράχια, πιστεύοντας ὡς την τελευταία στιγμή πῶς θὰ τὴ σηκώσει, ὅπως καὶ την ἄλλη φορά, ὁ Ζέφυρος. Με τον ἴδιο τρόπο σκοτώνεται καὶ η δεύτερη.


Ὕστερα ἀπὸ την τιμωρία τους, ἡ Ψυχή ξεκινάει νὰ βρεῖ τον Ἔρωτα. Ἄδικα ὅμως παραδέρνει σε στεριές καὶ θάλασσες. Οἱ θεοί την ἔχουν ἐγκαταλείψει. Οὔτε ἡ Ἤρα, οὔτε η Δήμητρα, παρόλο ποῦ τὴ συμπονοῦν, δέχονται νὰ τὴ βοηθήσουν, ὅταν καταφεύγει στὰ ἱερὰ τους, γιατί δὲν θέλουν νὰ ἔρθουν σε σύγκρουση με την Ἀφροδίτη, ποῦ τὴ μισεῖ θανάσιμα, ἐπειδή μπόρεσε αὐτή, μία θνητή, νὰ ξελογιάσει το γιὸ της. Τέλος, πηγαίνει στὸ παλάτι της Ἀφροδίτης, με την ἐλπίδα πῶς ἐκεῖ θὰ ἔβρισκε τον Ἔρωτα, καὶ πέφτει ἀσυλλόγιστα στὰ χέρια της. Ἀπὸ καιρό ἄλλωστε ἡ θεά εἶχε στείλει τον Ἑρμῆ νὰ τὴ βρεῖ καὶ νὰ την ὁδηγήσει με το καλό ἡ με τὴ βία μπροστά της.


Ἀπὸ τὴ στιγμή αὐτὴ ἀρχίζουν οἱ μεγάλες δοκιμασίες γιὰ την Ψυχή. Δύο ἔμπιστες δοῦλες της ζηλότυπης θεάς, ἡ Θλίψη καὶ ἡ Ἔγνοια, τὴ μαστιγώνουν ἀλύπητα. Ἄλλη της βγάζει τρίχα τρίχα τα μαλλιά, ἡ Ἀφροδίτη ἡ ἴδια τὴ δέρνει καὶ της ξεσκίζει τα ροῦχα. Ὕστερα την προστάζει μέσα σε λίγες ὧρες νὰ ξεδιαλέξει ἀπὸ ἕναν τεράστιο σωρό καρπούς της γῆς το κάθε εἶδος στάρι, παπαρουνόσπορο, κεχρί, ρεβίθια, φακῆ, κουκιά, κριθάρι καὶ νὰ το βάλει χωριστά. Ἡ Ψυχή καταφέρνει νὰ τα βγάλει πέρα με τὴ βοήθεια των μυρμηγκιῶν. Την ἄλλη μέρα ὑποχρεώνεται νὰ πάει νὰ βρεῖ καὶ νὰ φέρει το χρυσό μαλλί ἀπὸ τα ἀγρία πρόβατα του βουνοῦ, καὶ ὑστέρα νὰ κουβαλήσει νερό ἀπὸ την πηγή της Στύγας, ποῦ τὴ φύλαγαν, νύχτα καὶ μέρα, δράκοι ἀκοίμητοι. Στὶς ἐπικίνδυνες αὐτὲς ἀποστολές δὲν της ἔλειψαν ὡστόσο οἱ παραστάτες: πρῶτα το προφητικό καλάμι ποῦ τὴ συμβούλεψε νὰ μαζέψει με την ἡσυχία της τις τοῦφες το μαλλί πού ἄφηναν τα πρόβατα πάνω στὰ ἀγκάθια τῶν θάμνων καὶ ὑστέρα ὁ ἀετὸς του Δία ποὺ γέμισε το κανάτι με το νερό της πηγῆς.


Οἱ δοκιμασίες ὅμως καὶ τα βάσανα της Ψυχῆς δὲν τελειώνουν. Ἡ Ἀφροδίτη τὴ στέλνει στὸν Κάτω Κόσμο νὰ δανειστεῖ ἀπὸ την Περσεφόνη την ἀλοιφή της ὀμορφιᾶς, μία καὶ ἡ δική της εἶχε τελειώσει. Καὶ αὐτὴ τὴ φορά ἡ Ψυχή, παίρνοντας κουράγιο ἀπὸ τὴ δύναμη του πάθους της καὶ ἔχοντας βοηθό ἕναν μαγικό πύργο, θὰ τα καταφέρει, ὄχι βέβαια χωρίς δοκιμασίες. Ὁ πύργος αὐτὸς, ὁποῦ εἶχε ἀνεβεῖ γιὰ νὰ αὐτοκτονήσει, τὴ συμβούλεψε πώς θὰ κατεβεῖ στὸν Ἄδη καὶ της φανέρωσε τι εἶχε νὰ ἀντιμετωπίσει ἐκεῖ. Ἡ ἀτυχία της, ὅμως, δὲν εἶχε ὅρια. Μόλις πῆρε το βάζο με τὴ θεϊκή ἀλοιφή, θέλησε νὰ δοκιμάσει ἡ ἴδια το θαυματουργό φάρμακο, ἐλπίζοντας πῶς, ἄν ἔβαζε λίγη ἀλοιφή στὸ πρόσωπό της, θὰ γινόταν ἀκόμη πιό ὄμορφη, καὶ ἔτσι θὰ μποροῦσε νὰ ξανακερδίσει την ἀγάπη του Ἔρωτά. Τὴ στιγμή ὅμως ποῦ ἄνοιξε το βάζο, ἔνιωσε νὰ την τυλίγει σὰν ἀποπνικτικός καπνός, ὁ Ὕπνος, καὶ ἔχασε τις αἰσθήσεις της.


Τα βάσανα της Ψυχῆς βρίσκονται ὅμως πιὰ στὸ τέλος τους. Ἀρκετὰ εἶχε δοκιμαστεῖ. Ὁ Ἔρωτάς ποὺ δὲν την εἶχε ποτέ ἀπολησμονήσει, κατορθώνει νὰ γλιστρήσει ἀπὸ το δωμάτιο ὁποὺ τον εἶχε κλειδωμένο ἡ Ἀφροδίτη, τάχα γιὰ νὰ του γιατρέψει την πληγή, τρέχει καὶ ξανακλείνοντας τον Ὕπνο μέσα στὸ βάζο, τὴ συνεφέρνει. Ἔπειτα κατορθώνει, σε ἕνα συμβούλιο των θεῶν, νὰ καταπραΰνει το θυμό της μητέρας του με τὴ βοήθεια του Δία, ποὺ ἀντιμετωπίζει με κατανόηση την περιπέτεια του Ἔρωτά, καὶ πρωτοστατεῖ στὸ μεγάλο γλέντι ποὺ στήνεται στὸν Ὄλυμπο, γιὰ νὰ τιμηθεῖ ἡ γαμήλια ἐνῶσι του θεοῦ με τὴ θνητή.


Ἡ Ψυχή γίνεται πιὰ ἐπίσημα γυναῖκα του καὶ την ἴδια ὥρα της χαρίζεται ἡ ἀθανασία. Ὕστερα ἀπὸ λίγο καιρό φέρνει στὸν κόσμο τον καρπό της ἀγάπης της με τον Ἔρωτά: την Ἡδονὴ."




















Ἀνακαλύψτε τὰ Κορυφαῖα Προϊόντα ποὺ Ὑποστηρίζουν τὸ Κανάλι Μᾶς                                          ΑΜΑΖΟΝ. COM @https://amzn.to/40N3FFR Ξοδέψτε λιγότερα. Χαμογελάστε περισσότερο. Apartment Rentals Near the Sea ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑΤΑ ΚΟΝΤΑ ΣΤΗΝ ΘΑΛΑΣΣΑ Κρατήσεις - Booking - Airbnb κ.α  
     @ kyriakipetalas@gmail.com
Patra Hellas Πάτρα έξω Αγυιά   Διακοπές Ειδικές προσφορές Γατί να κάνετε κράτηση μαζί μας Παρέχουμε εξυπηρέτηση πελατών. Μια γραφική παραλία για κολύμπι απέχει μόλις 3 λεπτά με τα πόδια, ενώ η Μαρίνα απέχει μόλις 600 μέτρα. Ἐπαγγελματίες ἀναπτύξτε τήν ἐπιχείρησή σας Διαφημιστῆτε Δίαυλο ἄὐτὸν !! @ ellasmegaliistoria.blogspot.com @ soldatosikos.blogspot.com @https://www.facebook.com/nikos.soldatos.10 @ https://www.instagram.com/soldatosntools/?hl=el @https://www.tiktok.com/@nikossoldatos0?is_from_webapp=1&sender_device=pc @linkedin.com/in/νικος-σολδατος-93442325 Ἀποκλειστικά ἐθελοντικὰ , κάθε δωρεὰ μας βοηθᾶ @ paypal.me/nikossoldatos1 @ soldatosntools@yahoo.gr


Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου 2025

Ποιόν ἀρχαῖο θεὸ προσκυνᾶ ὅλος κόσμος τῆς Γῆς ἀκόμα καὶ Σήμερα !!

 

«Των γὰρ ἠλιθίων ἀπείρων γένεθλα».


(Ἄπειρη ἡ γενιά των ἠλιθίων
).

Σιμωνίδης ο Κείος.






Ἔχουν γραφτεῖ καί ειπωθεί πολλά γειά τήν ἀνθρώπινη βλακεία.

Ἐγχειρίδια, ὁδηγοί, ἀναλύσεις προσπάθησαν νὰ ἐξηγήσουν την ἀνθρώπινη ἠλιθιότητα ἀπὸ την ἀρχαιότητα μέχρι σήμερα.

Οἱ πρόγονοι μας εἶχαν δώσει σε μία θεότητα, ἕναν δαίμονα, ὅλη την εὐθύνη της βλακείας ποῦ ἐπισκέπτεται τον ἄνθρωπο καὶ τον καθιστά ἀνήμπορο νὰ ἰσορροπήσει την νόηση του πρὸς ὄφελος του.

«Δύο πράγματα εἶναι ἄπειρα,         το σύμπαν καὶ ἡ ἀνθρώπινη βλακεία. >>

Δὲν εἶμαι, ὅμως, βέβαιος γιὰ το πρῶτο”. Δυόμιση χιλιάδες χρόνια πρίν, οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες ἀντιμετώπιζαν ἐπίσης με δέος την ἀνθρώπινη βλακεία

Γιὰ τον λόγο αὐτό εἶχαν ὁρίσει καὶ θεό ποῦ ἐπέβλεπε αὐτὸ το ἀνθρώπινο χαρακτηριστικό. Ἦταν ἕνας δαίμονας, κατώτερη μορφή θεότητας, ὁ Κοάλεμος....

Ὁ Κοάλεμος εἶναι το πνεῦμα της ἠλιθιότητας, ὁ θεός της βλακείας.


Στήν ἀρχαία ἑλληνική μυθολογία με το ὄνομα Κοάλεμος ἦταν γνωστός ἕνας δαίμονας, ὁ ὁποῖος χαρακτηριζόταν ὥς «αἰματοπότης», «ἀπαιτητικός» καὶ «ἠλίθιος»

.Ἀναφέρθηκε ἀπὸ τὸν Ἀριστοφάνη καὶ ἐπίσης στοὺς Παράλληλους Βίους του Πλούταρχου.


Οἱ δύο Κίμωνες 

Στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα κάθε βλάκας χαρακτηριζόταν ὡς «Κοάλεμος». Σήμερα θὰ τὸν λέγαμε «ἕνας βλάκας καὶ μισός». 
Ὁ πιὸ διάσημος «Κοάλεμος» ἦταν ὁ Κίμων ὁ Πρεσβύτερος, πατέρας τοῦ Μιλτιάδη τοῦ νικητῆ τῆς Μάχης τοῦ Μαραθῶνα. 

Ὁ Πλούταρχος στὸ Βίο τοῦ Κίμωνα (4.3), ἐγγονοῦ καὶ συνονόματου τοῦ Κίμωνα τοῦ Πρεσβύτερου, ἀναφέρει ὅτι ὅταν τὸ 489 π.Χ. ὁ Μιλτιάδης πέθανε στὴ φυλακή, ὅπου εἶχε ἐγκλειστεῖ ἀπὸ τὸν Δῆμο μετὰ τὴν καταδίκη νὰ πληρώσει 50 τάλαντα πρόστιμο γιὰ τὴν ἀποτυχημένη ἐκστρατεία ἐναντίον της Πάρου, ὁ γιός του ὁ Κίμωνας ὁ Νεότερος ἦταν μικρός. 

Ὁ Πλούταρχος γράφει γιὰ τὸν Κίμωνα ὅτι ἀρχικὰ ζοῦσε στὴν Ἀθήνα κάνοντας ἄσωτη ζωή, καθὼς ἦταν ζωηρὸς καὶ μέθυσος, ὅμοιος στὸν χαρακτῆρα μὲ τὸν παπποῦ τοῦ Κίμωνα, ποὺ τοῦ εἶχαν δώσει τὸ ὄνομα Κοάλεμος χαρακτηρισμὸς τοῦ ἀνόητου, τοῦ ἠλιθίου.

 Ὁ Πλούταρχος ἐπισημαίνει ὅτι καθὼς ὁ συνονόματος παπποῦς του ἦταν γνωστὸς βλάκας καὶ εἶχε τὸ παρατσούκλι «Κοάλεμος», οἱ Ἀθηναῖοι πίστευαν ὅτι ὁ ἐγγονὸς εἶχε πάρει ἀπὸ ἐκεῖνον.

Ἀριστοφάνης

{Αὐτός [ἕνας ἄνδρας] εἶχε τὸ κακὸ ὄνομα ὅτι ἦταν διαλυμένος καὶ δοσίλογος, καὶ ὅτι κυνηγᾶ τὸν παπποῦ τοῦ Κίμωνα, ὁ ὁποῖος, λένε, λόγῳ τῆς ἁπλότητάς του, ὀνομαζόταν Κοάλεμος, ὁ Ἠλίθιος.}




               
 

                                                                Amazon     

                             Ξοδέψτε λιγότερα. Χαμογελάστε περισσότερο.    

  

Ὁ Κίμων του Στησαγόρα ἢ Κίμων ὁ Κοάλεμος 

Ὁ Κίμων του Στησαγόρα ἢ Κίμων ὁ Κοάλεμος (6ος αἰῶνας π.Χ.) ἦταν ἀρχαῖος Ἕλληνας διοργανωτὴς ἱππικῶν ἀγώνων καὶ ὀλυμπιονίκης μὲ καταγωγὴ ἀπὸ τὴν Ἀθήνα, ὁ ὁποῖος στέφθηκε 3 φορὲς νικητὴς στὸ ἀγώνισμα τοῦ τέθριππου κατὰ τοὺς 61ους (536 π.Χ.), 62ους (532 π.Χ.), καὶ 63ους (528 π.Χ.), ὀλυμπιακοὺς ἀγῶνες τῆς ἀρχαιότητας. 


Ἡ οἰκογένεια τοῦ ἀνῆκε στὴν Ἀθηναϊκὴ φυλή των Φιλαϊδῶν, καὶ ὁ ἴδιος παρέλαβε τὴ διοίκηση τῆς Ἀθηναϊκῆς ἀποικίας στὴν Καλλίπολη ἀπὸ τὸν Μιλτιάδη τὸν Πρεσβύτερο, ὁ ὁποῖος ἦταν ὁ θετὸς ἀδερφὸς τοῦ πατέρα τοῦ Κίμωνα, Στησαγόρα. Γιὸς τοῦ Κίμωνα ἦταν ὁ Ἀθηναῖος στρατηγὸς Μιλτιάδης (στρατηγὸς τῆς μάχης τοῦ Μαραθῶνα κατὰ τοὺς Περσικοὺς πολέμους), ἐνῷ ὁ ἐγγονός του ἦταν ὁ διάσημος Ἀθηναῖος πολιτικὸς Κίμων ὁ Μιλτιάδου. 


Λίγα χρόνια ἀργότερα ὁ Κίμων ὁ Νεότερος τοὺς διέψευσε μὲ τὸν πιὸ θεαματικὸ τρόπο. Ὑπῆρξε ἕνας ἀπὸ τοὺς κορυφαίους στρατηγούς – πολιτικοὺς τῆς Ἀθήνας καὶ κέρδισε σημαντικὲς νῖκες κατὰ τῶν Περσῶν. Ὑπὸ τὴ διοίκηση τοῦ Κίμωνα ἡ Ἀθήνα ἔγινε ἡ κυρίαρχη δύναμη, ὄχι μόνο στὴν Ἑλλάδα, ἀλλὰ καὶ στὴν Ἀνατολικὴ Μεσόγειο. 

Εὐτυχῶς, ποὺ τελικὰ τὸ παιδὶ εἶχε πάρει ἀπὸ τὸν πατέρα καὶ ὄχι τὸν παπποῦ του! 


Πλούταρχος
 
(Ἀριστοφάνης)”.Mέ το ὄνομα Κόβαλοι ἦταν γνωστή μία ὁμάδα ἀπὸ δαίμονες ποῦ ἀνῆκαν στὴν ἀκολουθία του θεοῦ Διονύσου.

Ὁ Ἀριστοφάνης στοὺς «Ἰππὴς» (στ. 221) ἀναφέρει ὅτι ὁ θεὸς τῆς βλακείας ἦταν ἐπίσης «αἰματοπότης» καὶ «ἀπαιτητικός».



{Εἶναι πολύ πιθανό ὁ δαίμονας αὐτὸς ναό ἔχει κάποια σχέση με τους Κοβάλους, δαίμονες τῆς ἀκολουθίας του θεοῦ Διονύσου ἀναφερόμενους ἀπὸ τον Ἀριστοφάνη

Ἐλᾶτε, κάντε παράκληση καὶ προσφέρετε μία σπονδή στὸν Κοάλεμο τον θεό της βλακείας καὶ φροντίστε νὰ πολεμήσετε δυναμικά.

Οἱ Κόβαλοι ἀναφέρονται ἀπὸ τον Ἀριστοφάνη, ὁ ὁποῖος τους χαρακτηρίζει «κακόβουλους», «πανούργους» καὶ «ὑβριστές».




Ἡ λέξη «Κόβαλοι» ἔχει κοινή ρίζα με τη γερμανική Kobold = στοιχειό, δαιμόνιο, κακό πνεῦμα.

Ἡ λέξη Kobold ἔδωσε τό ὄνομα τῆς στὸ χημικό στοιχεῖο της ὕλης κοβάλτιο (ἐξαιτίας τῶν τοξικῶν ὀρυκτῶν του).


Ὑπάρχει καὶ ἡ θεωρία ὅτι ὁ Κοάλεμος ἴσως ἦταν γιὸς τῆς θεᾶς Νύχτας, ποὺ σύμφωνα μὲ τὴν ἑλληνικὴ μυθολογία ἦταν ἡ προσωποποίησης τῆς νύχτας. 

Σύμφωνα μὲ τὴ Θεογονία τοῦ Ἡσιόδου, ἡ θεὰ Νύκτα ("Νὺξ") τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων ἦταν κόρη τοῦ Χάους καὶ ἀδερφὴ τοῦ Ἐρέβους. 

Ἡ μορφή της ἦταν αὐτὴ μιᾶς ὄμορφης γυναίκας μὲ μεγάλες μαῦρες φτεροῦγες, ἐνῷ μεταξὺ τῶν τέκνων της συγκαταλέγονταν ὁ Αἰθέρας, ὁ Ὕπνος, τὰ Ὄνειρα, ὁ Μῶμος (Σαρκασμός), ὁ Μόρος (Κλῆρος), ὁ Θάνατος, οἱ Μοῖρες, ἡ Ἀπάτη καὶ τὸ Γῆρας. 

Πιὸ ἐνδιαφέρον, ὅμως, ὁ ἀναζητητὴς ἔβρισκε τὸ γεγονὸς ὅτι ὡς τέκνο τῆς νύχτας λογιζόταν καὶ ἡ ἡμέρα. 

Καί, μάλιστα, ἡ ἰδέα αὐτὴ ὑπῆρχε ἐνσωματωμένη καὶ σὲ ἄλλες μυθολογίες, ὅπως ἐκείνη τῶν βόρειων λαῶν τῆς Εὐρώπης. 

Ἦταν ἕνας δαίμονας, κατώτερη μορφὴ θεότητας, ὁ Κοάλεμος. 

Μιὰ ἀρχαία πηγὴ δίνει ὡς ἐτυμολογία τῆς λέξης «Κοάλεμος» τὸ «κοέω» («ἀντιλαμβάνομαι», «ἀκούω») μὲ τὸ «ἡλεός» («τρελός», «ἠλίθιος»). Δηλαδή, «Κοάλεμος» ἦταν αὐτὸς ποὺ ἀρχικὰ ἄκουγε συνέχεια βλακεῖες, πρὶν καταλήξει καὶ αὐτὸς νὰ γίνει βλάκας. Ἡ ἐτυμολογία αὐτή, ὡστόσο, δὲν γίνεται σήμερα ἀποδεκτὴ ἀπὸ κάποιους σύγχρονους μελετητές. 

Κόβαλοι καὶ Νύξ 


Δυστυχῶς, δὲν ἔχει διασωθεῖ κάποιο ἱερὸ πρὸς τιμή του Κοαλέμου ἢ ἀπεικόνισή του σὲ ἀρχαῖο ἔργο τέχνης. Πολλοὶ μελετητὲς θεωροῦν ὅτι ὁ δαίμονας αὐτὸς μπορεῖ νὰ συγγένευε μὲ τοὺς «Κοβάλους», δαίμονες τῆς ἀκολουθίας τοῦ Διονύσου. Οἱ συγκεκριμένοι εἶχαν διάφορες ἰδιότητες καὶ χαρακτηριστικὰ ποὺ «μετέδιδαν» στοὺς ἀνθρώπους. 

Ἔτσι ἂν ὁ Κοάλεμος ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς Κοβάλους δὲν θὰ ἐκπροσωποῦσε ἁπλᾶ αὐτοὺς ποὺ ἦταν ἤδη βλᾶκες, ἀλλὰ θὰ πρέπει νὰ εἶχε τὴν ἱκανότητα νὰ μετατρέπει σὲ ὀπαδούς του, ἀκόμη καὶ τοὺς νοήμονες. 

Ὑπάρχει καὶ ἡ θεωρία ὅτι ὁ Κοάλεμος ἴσως ἦταν γιὸς τῆς θεᾶς Νύχτας, ποὺ σύμφωνα μὲ τὴν ἑλληνικὴ μυθολογία ἦταν ἡ προσωποποίησης τῆς νύχτας. 

Ἡ Νὺξ ἦταν κόρη τοῦ Χάους καὶ μητέρα τοῦ Θανάτου (καὶ τοῦ Ὕπνου). Ἦταν μία πολὺ ἰσχυρὴ θεότητα ποὺ προκαλοῦσε φόβο ἀκόμη καὶ στὸν Δία. Τὸ νὰ ἦταν μητέρα καὶ τοῦ θεοῦ τῆς βλακείας δὲν εἶναι παράλογο, ἂν σκεφτοῦμε ὅτι ὁλόκληρες αὐτοκρατορίες κατέρρευσαν γιατί ἔτυχε κάποια στιγμὴ νὰ βρεθοῦν ἐπί κεφαλῆς τους ὀπαδοί του Κοαλέμου. 



                                    Ὁ Κοάλεμος δὲν ἐγκατέλειψε ποτὲ τὴν ἀνθρωπότητα.




Δὲν χρειαζόταν νὰ κτιστοῦν ναοὶ οὔτε νὰ ἀφιερωθοῦν γιορτὲς πρὸς τιμήν του γιατί ὁ ἄνθρωπος τὸν τιμᾶ συνεχῶς μέσα ἀπὸ πράξεις ἀνοησίας.

Ἔτσι βλέπουμε πὼς οὐδέποτε ξεχάστηκε αὐτὸς ὁ θεός.

Συνεχίζει νὰ κρατᾶ τὰ πρωτεῖα καὶ τὸ ἀνθρώπινο γένος εἶναι πραγματικὰ δεμένο μαζί του.

 



“Ο βλαξ” όπως απεικονίζεται σε γαλλική τράπουλα ταρώ των αρχών του 18ου αιώνα. Πηγή: Wikipedia



Σύγχρονη προτομή του Κίμωνα του Νεότερου στη Λάρνακα της Κύπρου. Ο Κίμωνας πέθανε στη διάρκεια εκστρατείας για την απελευθέρωση της Μεγαλονήσου από τους Πέρσες.



Τρίτη 4 Φεβρουαρίου 2025

ΟΜΗΡΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ ΣΤΟΝ ΕΡΜΗ




Εἰς Ἑρμῆν


In Mercurium .1

Ἑρμῆν ὕμνει Μοῦσα Διὸς καὶ Μαιάδος υἱόν,

Κυλλήνης μεδέοντα καὶ Ἀρκαδίης πολυμήλου,

ἄγγελον ἀθανάτων ἐριούνιον, ὃν τέκε Μαῖα

νύμφη ἐϋπλόκαμος Διὸς ἐν φιλότητι μιγεῖσα

5

αἰδοίη· μακάρων δὲ θεῶν ἠλεύαθ' ὅμιλον

ἄντρον ἔσω ναίουσα παλίσκιον, ἔνθα Κρονίων

νύμφῃ ἐϋπλοκάμῳ μισγέσκετο νυκτὸς ἀμολγῷ,

ὄφρα κατὰ γλυκὺς ὕπνος ἔχοι λευκώλενον Ἥρην,

λήθων ἀθανάτους τε θεοὺς θνητούς τ' ἀνθρώπους.

10

ἀλλ' ὅτε δὴ μεγάλοιο Διὸς νόος ἐξετελεῖτο,

τῇ δ' ἤδη δέκατος μεὶς οὐρανῷ ἐστήρικτο,

εἴς τε φόως ἄγαγεν, ἀρίσημά τε ἔργα τέτυκτο·

καὶ τότ' ἐγείνατο παῖδα πολύτροπον, αἱμυλομήτην,

ληϊστῆρ', ἐλατῆρα βοῶν, ἡγήτορ' ὀνείρων,

15

νυκτὸς ὀπωπητῆρα, πυληδόκον, ὃς τάχ' ἔμελλεν

ἀμφανέειν κλυτὰ ἔργα μετ' ἀθανάτοισι θεοῖσιν.

ἠῷος γεγονὼς μέσῳ ἤματι ἐγκιθάριζεν,

ἑσπέριος βοῦς κλέψεν ἑκηβόλου Ἀπόλλωνος,

τετράδι τῇ προτέρῃ τῇ μιν τέκε πότνια Μαῖα.


ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

1.τὸν Ἑρμῇ ὕμνησε Μοῦσα, το γιὸ του Διός καὶ της Μαιάδος,της Κυλλήνης τὸν ἄρχοντα καὶ της πολυπρόβατης Ἀρκαδίας,τον καλόδεχτο ἀγγελιαφόρο τῶν ἀθανάτων, ποὺ γέννησε ἡ Μαῖαἡ νύμφη με τα ὄμορφα μαλλιά, ποὺ δέχτηκε νὰ σμίξει με τον Δία


5.με σεμνότητα. μακριά ἀπ’ την σύναξη τῶν μάκαρων θεῶν,

σε καταφύγιο ζῶντας ἀπόκρυφο, κρυφά στὴν ἠρεμία της νύκτας

ὅταν ὁ ὕπνος ὁ γλυκός, καὶ τὴν λευκοχέρα βάραινε την ᾞρα,

την λησμονιά σκορπίζοντας, σε θεούς καὶ σε ἀνθρώπους.


10 μὰ του μεγάλου του Διός, ὁ νοῦς ἀφυπνιζόταν,

καὶ πάνω στὸν δέκατο οὐρανὸ, ἀμέσως γαντζωνόταν,

βγάζοντας λάμψη, καὶ τα ἄριστα ἔργα δημιουργοῦσε.

καὶ τότε γέννησε, ἕνα παιδί πανέξυπνο, μὰ καὶ ἐλπιδοφόρο,

κατακτητή, ὁδηγὸ βοδιῶν μὰ καὶ ἡγεμόνα ὀνείρων,

15 νυκτερινό κατάσκοπο, της πύλης ἐπιστάτη, ποὺ γρήγορα ἐπρόκειτο  νὰ φανερώσει ἔργα θαυμαστά, στοὺς θεούς τους ἀθανάτους.Κι ἐνῶ ἡ μέρα χάραξε μέσα στὸ μεσημέρι, κι ὅταν αὐτὸς κιθάριζε,βόδι ἔκρυψε ἀπὸ βραδύς τ' Ἀπόλλωνα, ποὺ μακριά βόλια σκορποῦσε,

σε μία σκιά, την μέρα μόλις την τέταρτη ποὺ τον γέννησε ἡ Μαῖα.

Κατά την μυθολογία ἐδῶ συνάντησε ἡ Μαῖα τον Δία καὶ ἔκρυψε τα βόδια του Ἀπόλλωνα ὁ Ἑρμῆς στὴν πρώτη βρεφική του ἡλικία.

ΕΙΚΟΝΑ: ΤΟ Σπήλαιο του Ερμή..... Θά το συναντήσετε στὸ ὄρος Ζήρεια της Κορινθίας καὶ συγκεκριμένα στὴν ἀνατολική του πλαγιά σε ὑψόμετρο 1700 μέτρων.