Ὅταν οἱ Γάλλοι σκότωναν Ἕλληνες γιὰ την Ἀφροδίτη της Μήλου - Πάνω ἀπὸ 200 ἔπεσαν νεκροί Πολλοί ἀπὸ ἐμᾶς ἔχουμε ἐπισκεφθεῖ το Μουσεῖο του Λούβρου στὸ Παρίσι, καὶ ἔχουμε θαυμάσει τον τεράστιο καλλιτεχνικό πλοῦτο ποῦ φυλάσσεται σ΄αὐτό το Μουσεῖο.
Ἕνα ἀπὸ τα πιὸ σημαντικά ἔργα τέχνης, ποῦ ἡ διεύθυνση του Μουσείου προβάλλει με ἰδιαίτερο καμάρι, εἶναι το μαρμάρινο ἄγαλμα της Ἀφροδίτης της Μήλου, ἕνα ἔργο ποῦ δὲν ἔχει με ἀκρίβεια προσδιοριστεῖ ἀπὸ ποῖον καλλιτέχνης ἔχει φιλοτεχνηθεῖ.
Το ἄγαλμα βρέθηκε το 1820 στὴ κατεχόμενη ἀπὸ την Ὀθωμανική Αὐτοκρατορία Μῆλο.
Αὐτὸ ποῦ δὲν εἶναι εὐρέως γνωστό εἶναι ὅτι το ἄγαλμα πουλήθηκε ἀπὸ τους Τούρκους στοὺς Γάλλους καὶ οἱ Γάλλοι γιὰ νὰ το φυγαδεύσουν στὸ Παρίσι μετά την ἀγορὰ του, το φόρτωσαν σε ἕνα καράβι. Ὅταν οἱ Ἕλληνες της Μήλου πληροφορήθηκαν ὅτι το ἄγαλμα θὰ ἔφευγε ἀπὸ το νησί, ξεσηκώθηκαν γιὰ νὰ ἀποτρέψουν τὴ φυγή του, κι' αὐτὸ, γιατί το θεωροῦσαν μέρος του Πολιτισμοῦ τους. Τέτοια ἦταν ἡ ἀντίδραση ποῦ οἱ Γάλλοι πυροβόλησαν καὶ σκότωσαν μερικούς Ἕλληνες.
Ὅταν τελικά το ἄγαλμα φορτώθηκε στὸ πλοῖο, ὁδηγήθηκε πρῶτα στὸν Πειραιᾶ πρὶν ταξιδέψει γιὰ τὴ Γαλλία. Κάποιοι ἀπὸ τους 'Ἕλληνες της Μήλου πῆγαν στὸν Πειραιᾶ γιὰ νὰ σταματήσουν την ἁρπαγῆ του ἀγάλματος.
Ὅπως γράφει ὁ Ἕλληνας στοργικός Δημήτρης Φωτιάδης στὴν ἐξάτομη «Ἱστορία της Ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης του 1821»: Στὸν Πειραιᾶ ὅταν μαθεύτηκε το γεγονός μαζεύτηκαν στὴν προκυμαία πάνω ἀπὸ χίλιοι ἄνθρωποι ποῦ προσπαθοῦσαν νὰ ματαιώσουν την ἁρπαγῆ του ἀγάλματος. Τέτοια ἦταν ἡ ἀντίδραση, ποῦ συγκρουστήκαν με το γαλλικό πλήρωμα του πλοίου καὶ τα τουρκικά στρατεύματα. Το ἀποτέλεσμα ἦταν τραγικό. Πάνω ἀπὸ 200 Ἕλληνες πέσανε νεκροί καὶ τελικά το ἄγαλμα της Ἀφροδίτης της Μήλου φυγαδεύτηκε στὴ Γαλλία. (μάλιστα λέγεται ὅτι το ἕνα χέρι του ἀγάλματος μέσα στὴ δίνη της συμπλοκῆς ἔπεσε στὴ θάλασσα καὶ χάθηκε).
Αὐτοί λοιπόν οἱ «ἀμόρφωτοι» Ἕλληνες ψαρᾶδες καὶ ἀγρότες δώσανε τὴ μάχη της ἀξιοπρέπειας δίνοντας ἀκόμα καὶ τὴ ζωή τους γιὰ νὰ ὑπερασπιστοῦν το Πολιτισμό τους.
Μπορεῖ νὰ μὴν ἦταν μορφωμένοι, μπορεῖ νὰ μὴν γνώριζαν ἀπὸ Τέχνη ὅμως ἔνιωθαν βαθειά μέσα τους ὅτι το ἄγαλμα αὐτὸ ἦταν μέρος της ἱστορίας τους, μέρος της Πολιτιστικῆς τους παρακαταθήκης ποὺ τους εἶχαν ἀφήσει οἱ πρόγονοι τους.
Αὐτὴ ἡ τραγική ἱστορία ἐπιμελῶς παρασιωπάτε γιὰ εὐνόητους λόγους. Ἔτσι ἄν κάποια στιγμή ἐπισκεφθεῖτε το Μουσεῖο του Λούβρου καὶ θαυμάσετε την Ἀφροδίτη της Μήλου, θυμηθεῖτε ὅτι καὶ σ΄αὐτή την περίπτωση οἱ κυρίαρχες δυνάμεις της ἐποχῆς ἐκείνης ἁρπάξαν αὐτὸ το θαυμάσιο ἄγαλμα ποὺ οἱ Ἕλληνες το πότισαν με αἷμα.
"Ἑλένη, εἶσαι του Δία θυγατέρα, σὰν ἄσπρος κύκνος ὁ γονιός σου στὸν κόρφο σ’ ἔσπειρε της Λήξας. Ὕστερα σ’ ὅλη την Ἑλλάδα σε εἶπαν ἄδικη, ἄπιστη, ἄθεή, προδότρια. Μὲς στοὺς ἀνθρώπους δὲν ὑπάρχει τίποτα σίγουρο, στῶν θεῶν μόνο τα λόγια βρῆκα την ἀλήθεια."Εὐριπίδης- Ἑλένη στ. 1144-1150 Την τραγικότητα του ρόλου της γυναίκας ποῦ "ἔστειλε" χιλιάδες ἄνδρες νὰ πολεμήσουν στὸν δεκαετῆ πόλεμο της Τροίας ὅλοι τον γνωρίζουμε. Ἡ ὡραία Ἑλένη μισήθηκε, ὑμνήθηκε κατηγορήθηκε καὶ ἐνέπνευσε. Ὅμως τι ἀπέγινε ἡ ὡραία Ἑλένη; Ποῖο ἦταν το τέλος της; Ἄς πᾶμε νὰ ξετυλίξουμε το κουβάρι του μύθου.
Μετά την φυγή της ἀπὸ την Σπάρτη, μετά τα χρόνια του Τρωικοῦ πολέμου, μετά την πολυτάραχη ἐπιστροφή της στὴν Σπάρτη, μετά τον θάνατο του Μενελάου, ἡ Ἑλένη βρέθηκε ἀνάμεσα σε δύο προγόνους ποῦ την ἀπεχθάνονταν: τον Νικόστρατο καὶ τον Μεγαπένθη. Τότε πῆρε την ἀποφάσει νὰ ξαναφύγει, αὐτὴ την φορά μόνη, -κατά μία ἄλλη ἐκδοχὴ ἐξορίστηκε ἀπὸ τους γιοὺς του Μενέλαου-, γιὰ νὰ βρεθεῖ με μία παιδική της φίλη. Ταξίδεψε μέχρι την Ρόδο καὶ μετέβη στὴν ἀργολική ἀποικία της Ρόδου, ὅπου βασίλευε ἡ Πολυξώ, χήρα τότε ἀπὸ τις πολλές του Τρωικοῦ πολέμου. Ἡ Ἑλένη ἀναζητοῦσε ἐπὶ τέλους καταφύγιο κοντά σε μία γυναῖκα στὶς παιδικές της ἀναμνήσεις. Ἡ Πολυξώ ὅμως ἤθελε νὰ ἐκδικηθεῖ γιὰ τον ἄντρα της τον Τληπόλεμο . (Παυσανίας - 3.19.9-11). Ὅπως πολλές ἄλλες γυναῖκες ἐπέρριπτε στὴν Ἑλένῃ την εὐθύνη γιὰ τον χαμό του. Ἀλλὰ ὑποδέχθηκε την Ἑλένη εὐγενικά. Γιὰ πρώτη φορά δὲν παρενοχλοῦσαν την Ἑλένη ἄντρες. Μία μέρα ὀνειροπολοῦσε ξαπλωμένη στὴν μπανιέρα, ὅταν εἰσέβαλαν μερικές θεραπαινίδες της Πολυξούς μεταμφιεσμένες σε Ἐρινύες . Την ἔσυραν ἕξω γυμνή ἐνῶ ἔσταζε ἀκόμη νερά καὶ την κρέμασαν σε ἕνα δέντρο, σε ἕνα πλάτανο, δέντρο ἀγαπημένο της θεάς Ἀφροδίτης ἀλλὰ καὶ της Ἐκάτης. Ἀργότερα οἱ Ρόδιοι ἀφιέρωσαν ναό δίπλα στὸν πλάτανο ποῦ την εἶχαν βρεῖ κρεμασμένη καὶ λατρεύτηκε σὰν Ἑλένη Δεντρίτις. Ἡ Ἑλένη τῶν δέντρων, ἡ δενδρίτις τιμήθηκε με πλῆθος γονιμικά ἀφιερώματα. Ἡ δεντρολατρεῖα φαίνεται πῶς εἶναι θέμα πολλῶν μυκηναϊκῶν ἔργων τέχνης. Ἔτσι συναντᾶμε στὸν μῦθο την Ἀριάδνη , θεά της Κρήτης νὰ ἀπαγχονίζεται μόνη της ὅπως ἔκανε καὶ ἡ Ἡριγόνη της Ἀττικῆς, ἐνῶ ἡ Ἄρτεμις ἡ ἀπαγχονισμένη, εἶχε ἱερὸ στὴν Κονδυλαία της Ἀρκαδίας. Ὁ Ἀπολλόδωρος παραδίδει ὅτι ἡ Ἑλένη μεταφέρθηκε στὰ Ἡλύσια πεδία, ὅπου ἔζησε με τον Μενέλαο. Ὁ Εὐριπίδης (Ορ. 1629 κ.ε.) την εἶχε ἀνεβάσει στοὺς οὐρανούς με παρέμβαση του Ἀπόλλωνα, ποῦ με προσταγή του Δία, σώζει την Ἑλένη ἀπὸ τα σπαθιά των δύο φίλων, Ὀρέστη καὶ Πυλάδη, τ
ὑψώνει στοὺς αἰθέρες, ὅπου ἡ Ἑλένη θὰ ζήσει ἀθάνατη δίπλα στὰ ἀδέλφια της τους Διόσκουρους, παραστέκοντάς τους στὸ ἔργο τους γιὰ την προστασία των ταξιδιωτῶν της θάλασσας. Ἄλλοτε πάλι λέγεται ὅτι ἡ Ἰφιγένεια τὴ θυσίασε στὴν Ταυρίδα ἡ ὅτι ἡ Θέτιδα τὴ σκότωσε ηνστὸ ταξίδι της ἐπιστροφῆς γιὰ νὰ ἐκδικηθεῖ τον θάνατο του Ἀχιλλέα. Σύμφωνα με ἄλλη παράδοση ἡ Ἑλένῃ παντρεύτηκε τον Ἀχιλλέα καὶ ἔζησαν μαζί στὸ νησάκι Λευκή . Ἔκαναν μάλιστα καὶ ἕνα γιὸ, τον Εὐφορίωνα. Ἡ Ἑλένη ἔζησε περιτριγυρισμένη ἀπὸ τον ἔρωτα μερικῶν ἀντρῶν, ἀπὸ το μῖσος πολύ περισσοτέρων καὶ ἐκεῖνο ὅλων των γυναικών. Ἔτσι ἡ Ἑλένη ἐπέδειξε την ἴδια ἄσεμνη θρασύτητα τῶν θεαινῶν, ὅταν ἐμφανίστηκε μία νύχτα στὸν Ὅμηρο καὶ του ἔδωσε την ἐντολὴ νὰ γράψει ἕνα ἔπος γιὰ τους πολεμιστές του Τρωικοῦ πολέμου, θέλοντας νὰ παρουσιάσει τον θάνατό τους πιὸ ζηλευτό ἀπὸ τῶν ἄλλων, καὶ κατά κάποιο τρόπο χάρη στὴν τέχνη του Ὁμήρου, ἀλλὰ ἰδιαίτερα ἐξ αἰτίας της, ἐκεῖνο το ἔπος εἶναι τόσο θελκτικό καὶ διάσημο ἀνάμεσα σε ὅλα. Ἀντὶ νὰ κλάψει τις ἐνοχὲς της, παρήγγειλε, σὰν βασίλισσα, την Ἰλιάδα στὸν Ὅμηρο, γιὰ νὰ την ὑμνήσει. Η λογοτεχνία ὑπάκουσε στὸ κέλευσμά της ἀπορροφῶντας την ἀφροδίσια μαγεία της. Ο Στησίχορος -ποῦ μας διηγεῖται την ἱστορία του ὁ Πλάτωνας στὸν Φαῖδρο- την κατηγόρησε ὥς " δίγαμη καὶ τρίγαμη, αὐτή ποῦ ἐγκαταλείπει τους ἄντρες". Χρειάστηκε νὰ τυφλωθεῖ καὶ νὰ ἀναιρέσει τα λόγια καὶ τις κατηγορίες του γιὰ την Ἑλένη καὶ νὰ ἐπανέλθει ἀπολογητικά λέγοντας: "Δέν εἶναι ἀληθινός τοῦτος ὁ λόγος· δὲν μπῆκες στὰ ὑπερήφανα καράβια κι οὔτε ἔφτασες στῆς Τροίας το κάστρο". Ἡ ἔνταση ἀνάμεσα στὸ εἴδωλό καὶ το σῶμα της Ἑλένης, σὰν εἴδωλό καὶ μία ὀμορφιά ποῦ ἐκκολάφτηκε ἀπὸ το αὐγὸ της Ἀνάγκης, ἦταν πολύ δυνατή. Γιὰ πολλά χρόνια οἱ Ἕλληνες δὲν κατάφεραν νὰ την ἀντέξουν. Στὸν Ὅμηρο το σῶμα καὶ το εἴδωλό συνυπάρχουν σιωπηλά. Μετά το Ὅμηρο, ὁ κόμπος ποῦ τα σφίγγει σε ἕνα καὶ μόνο πλάσμα χαλαρώνει ὅλο καὶ περισσότερο, μέχρι ποῦ διαχωρίζονται. Ἀπὸ την μία πάντα θὰ ὑπάρχει ἡ ἔνοχη γυναῖκα με τους πολλούς ἄντρες, ἐπανειλημμένα πουλημένη γιὰ την ὀμορφιά της, ὅπως μία ὁποιαδήποτε ἑταίρα. Ἀπὸ την ἄλλη θὰ ἐμφανίζεται ἡ Ἑλένη, θῦμα της οὐράνιας μοχθηρίας. Με ἕναν ἐσωτερικό κόσμο ἀμφισβητήσιμο καὶ με πρόθεση νὰ ἐπιδεικνύεται καὶ νὰ ἐξαπατᾶ, ἡ ὡραία Ἑλένη γιὰ αἰῶνες ὑπέμεινε προσβολές καὶ βλαστήμιες. Ἀλλὰ ἦταν πάντα ἡ μοναδική γυναῖκα στὴν ὁποία ὁ Δίας, ἐπέτρεψε νὰ τον ἀποκαλεῖ πατέρα,