Κυριακή 28 Απριλίου 2024

Ἡ Πηνελόπη μετα των Τραγικὸ θάνατο τοῦ Ὀδυσσέα..!!







Τὸ ὄνομα «Ὀδυσσέας» ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὸ ρῆμα «ὀδύσσομαι» (ὀργίζομαι, μισῶ κάποιον) καὶ σημαίνει ἐξοργισμένος, ἀλλὰ καὶ ὁ μισούμενος ἀπὸ τοὺς θεούς, αὐτὸς ποὺ ἔδωσε ἀφορμές. δυσαρέσκειας, τὸ ἔδωσε ὁ παπποῦς του (ἀπὸ τὴν πλευρὰ τῆς μητέρας του), ὁ Αὐτόλυκος.

Σύμφωνα μὲ τὸν Ὅμηρο τὸ ὄνομα σημαίνει «γιος τῆς πέτρας», ἀλλὰ πιὸ πιθανὸ εἶναι νὰ συγγενεύει ἐτυμολογικὰ μὲ τὴν λέξη «ὁδηγὸς»..

.




Μπορεῖ ἐπίσης νὰ προέρχεται ἀπὸ τὸ ρῆμα «ὀδυνάω» ποὺ σημαίνει «προκαλῶ πόνο» μὲ τὴν ἔννοια «αὐτὸς ποὺ προκαλεῖ καὶ αἰσθάνεται πόνο».

Ὁ Ὀδυσσέας ἐξάλλου αἰσθάνεται ἕναν διαρκῆ πόνο πνευματικὸ ἤ/καὶ σωματικό - προκαλεῖ δηλαδὴ πόνο σὲ κάποιον ἄλλο καὶ παράλληλα κάποιος ἄλλος σ΄αυτόν.

Στὸν Ὀδυσσέα ἀποδίδεται μερικὲς φορὲς καὶ τὸ πατρωνυμικὸ οὐσιαστικὸ Λαερτιάδης, δηλαδὴ «γιος τοῦ Λαέρτη».



Οἱ περισσότεροι θεωροῦν ὅτι ἀφοῦ σκότωσε τοὺς μνηστῆρες καὶ ἀνακατέλαβε τὸ βασίλειο τοῦ, "ζήσανε (μὲ τὴν Πηνελόπη καὶ τὸν Τηλέμαχο), αὐτοὶ καλὰ κι ἐμεῖς καλύτερα".

Εἶναι ὅμως ἔτσι; .


Προσπάθησε νὰ ξαναφτιάξει τὴ ζωή του ὅμως ἡ σχέση του μὲ τὴν Πηνελόπη δὲν ἐξελίχθηκε καλά. Ἄρχισαν οἱ τσακωμοὶ καθὼς ἡ Πηνελόπη, ἀκούγοντας τὸν Ὀδυσσέα νὰ τίς ἱστορεῖ τὰ κατορθώματα καὶ τίς περιπέτειες τῆς, ζήλεψε τὴν Καλυψώ, στὸ νησὶ τῆς ὁποίας ὁ Ὀδυσσέας εἶχε περάσει ἑπτὰ χρόνια.




Ἡ ἴδια τὸν περίμενε ὑπομονετικὰ καὶ δὲν ὑπέκυπτε στοὺς μνηστῆρες, ἐνῶ αὐτὸς ἔπεφτε ἀπὸ τὴν ἀγκαλιὰ τῆς Κίρκης καὶ τῆς Καλυψούς.


Τί ἀπέγινε λοιπὸν ὁ Ὀδυσσέας; Ἄς δοῦμε παρακάτω,,



Οἱ ἑκατὸ μνηστῆρες τῆς βασίλισσας Πηνελόπης εἶχαν σκοτωθεῖ καὶ τὰ πτώματά τους, τὸ ἕνα μετὰ τὸ ἄλλο, τὰ ἔβγαλαν ἀπὸ τὴ σάλα τῆς γιορτῆς τυλιγμένα μὲ χαλιά. Μολονότι κόντευαν μεσάνυχτα, τὸ σπίτι ἦταν ἀκόμη στὸ πόδι μετὰ τὰ φοβερὰ συμβάντα, τὰ παράθυρα ἅπλωναν φῶς μέσα στὴ νύχτα κι οἱ ὑπηρέτες ἔτρεχαν πέρα - δῶθε.

Στὸ λαμπροφώτιστο ὑπνοδωμάτιο ὁ Ὀδυσσέας ἄρχισε νὰ μιλάει στὴ γυναῖκα του τὴν Πηνελόπη γιὰ τίς εἰκοσάχρονες τοῦ περιπέτειες,γιὰ τὴν Τροία, γιὰ τὴ διαμάχη τῶν βασιλιάδων στὸ στρατόπεδο, γιὰ τὸ ταξίδι τῆς ἐπιστροφῆς καὶ τὰ παράξενα τῆς μακρινῆς θάλασσας.



Συγκεκριμένα στὸ τέλος τῆς Ι Ραψωδίας ἀναφέρεται :

Εἶπα, κ' ἐκεῖνος εὔχονταν στὸν μέγαν Ποσειδῶνα, στὸν ἀστροφόρον οὐρανὸν ἁπλώνοντας τὰ χέρια «ὦ Ποσειδῶνα, εἰσάκου με, γεωφόρε μαυροχήτη ἂν εἴμ' υἱός σου ἀληθινά, πατέρα, μὴν ἀφήσῃς ὁ Ὀδυσσηὰς ὁ πορθητής 'ς σπίτι του νὰ φθάσῃ



Λαερτιάδης, κάτοικος τῆς πετρωτὴς Ἰθάκης ἀλλ' ἂν τὸ θέλ' ἡ μοῖρα του νὰ ἰδῇ τοὺς ποθητούς του, τὸ σπίτι τὸ καλόκτιστο, καὶ τὴν γλυκειὰ πατρίδα, ἂς κακοφθάση ἀργὰ πολὺ καὶ ἀπὸ συντρόφους ἔρμος, μὲ ξένην πλώρη, καὶ κακά 'ς τὸ σπίτι μέσα ναύρη


Ὅμως ὅταν ἔφτασε στὴ Σκύλλα καὶ τὴ Χάρυβδη, παρατήρησε πὼς ἡ Πηνελόπη δίπλα του εἶχε ἀποκοιμηθεῖ. Καὶ σκέφτηκε: "τράβηξε πολλὰ σήμερα ἡ καημένη θὰ συνεχίσω αὔριο."

Κι ἀκούμπησε τὸ κεφάλι τοῦ πλάϊ στὸ δικό της, πάνω στὸ πορφυρένιο προσκεφάλι.



Στὸ μακρινὸ ταξίδι τῆς ἐπιστροφῆς ἀπ' ὅλα πιὸ πολλὴ χαρὰ ἔδινε στὸν Ὀδυσσέα το πὼς θὰ διηγιόταν στὴ γυναῖκα του ὅλες αὐτὲς τίς περιπέτειες καὶ πὼς ἐκείνη θὰ κρεμόταν ἀχόρταγα ἀπ' τὰ χείλη του καὶ θὰ τὸν διέκοπτε μὲ ἐρωτήσεις.

Ὅμως γρήγορα κατάλαβε πὼς δὲν ἦταν τόσο προσεκτικὸς ἀκροατὴς σὰν τοὺς Φαίακες, ποὺ δύο μέρες ὁλάκερες ἄκουγαν μὲ προσήλωση τὴ μελωδική του ἀφήγηση.

Ὅταν ἄρχισε τὴ διήγηση στὴν Πηνελόπη, ἐκείνη δούλευε ἀμίλητη τὸ χρυσὸ σχέδιο ἑνὸς κεντήματος καὶ κοίταζε ἀφῃρημένη ἀπ' τὸ παράθυρο.


Ὅταν κάποτε τῆς ἔκανε μιὰ ἐρώτηση, κατάλαβε πὼς μπέρδευε τοὺς Λαιστρυγόνες μὲ τοὺς Λωτοφάγους, κι αὐτὸ τὸν πόναγε, γιατί θυμόταν μὲ ἀκρίβεια τίς ἐμπειρίες του, ποὺ ὅσο γίνονταν πιὸ μακρινές, ὅλο καὶ πιὸ πολὺ τίς ἀγαποῦσε.




Μόνον ὅταν μιλοῦσε γιὰ τὴ νύμφη Καλυψὼ φαινόταν ν' ἀκούει προσεκτικότερα. Καὶ τὸ ἐνδιαφέρον της αὐτὸ τὸν ἐρέθιζε κι ἐξιστοροῦσε τοῦτο τὸ κομμάτι τῆς περιπλάνησής του πιὸ διεξοδικά: τὸ μοναχικὸ νησί, τὸ θαυμαστὸ ἱερὸ ἄλσος, ποὺ στὰ δέντρα του φώλιαζαν τὰ θαλασσοπούλια, καὶ τὴν εὐωδιαστὴ σπηλιὰ τῆς θεᾶς.

-Πόσο καιρὸ ἔμεινες σ' αὐτὴ τὴν Καλυψώ; ρώτησε μιὰ φορά.

-Ἑπτὰ χρόνια, ἀπάντησε αὐτός.

Ἔσκυψε στὸ ἐργόχειρό της καὶ τὰ μάτια της σκοτείνιασαν.

-Περισσότερο θὰ ἤθελα νὰ μάθω γιὰ σένα, τί ἔκανες αὐτὰ τὰ δέκα χρόνια στὴν Καλυψώ.

-Ἑπτὰ χρόνια, ἀπάντησε.

-Χθὲς ἔλεγες δέκα ἔχεις, φαίνεται, πεῖ τόσα ψέματα στὰ ταξίδια σου, καημένε μοῦ φίλε, ποὺ δὲν ξέρεις πιὰ νὰ πεῖς τὴν ἀλήθεια. Ὅμως εἴτε δέκα χρόνια ἦταν εἴτε ἑπτά, ἦταν σίγουρα πολὺς καιρὸς καὶ φαίνεται πὼς καλοπέρασες ἐκεῖ. Ἀπάντησε λοιπὸν στὴν ἐρώτησή μου: τί ἔκανες τόσο καιρό;


Τώρα ἔπρεπε νὰ τῆς ἀπαντήσει:


"-Γυναῖκα, ὅλα αὐτὰ τὰ χρόνια νοσταλγοῦσα ἐσένα, αὐτὰ τὰ χρόνια καθόμουν στὴν ἀμμουδιὰ τοῦ μακρινοῦ νησιοῦ, κοίταζα πέρα ἀπὸ τὴ θάλασσα καὶ παρακαλοῦσα τοὺς θεούς, νὰ μπορέσω νὰ δῶ μιὰ φορὰ μονάχα ἀκόμα τὸν καπνὸ τοῦ σπιτιοῦ σου. "

Ἔτσι ἔπρεπε νὰ ἀπαντήσει....

Βλέποντας ὅμως πὼς τὰ μάτια της τὸν κοίταζαν παγερὰ καὶ σκληρά, τὰ κράτησε μέσα του αὐτά.

Καὶ ποτέ της δὲν ἔμαθε γιὰ τὴ μεγάλη του νοσταλγία γιὰ τὴν πατρίδα.

-Ἔπινα κρασὶ ἐκεῖ, ἀπάντησε ἤρεμα, τὸ κρασὶ εἶναι καλὸ σ' αὐτὰ τὰ νησιά, μολονότι λίγο ξινό...



Ἡ Πηνελόπη μάταια προσπαθεῖ νὰ τὸν καθησυχάσει. Ὁ Ὀδυσσέας ἐξακολουθεῖ νὰ ἀνησυχεῖ, νὰ ἀναρωτιέται:

Ἀπὸ ποῦ θά 'ρθεὶ θάνατος;

Ἀπὸ τὴ θάλασσα ἢ μακριὰ ἀπ' τὴ θάλασσα; Καὶ ποιός θὰ μὲ χτυπήσει;

Παρακάτω στὴν Ψ Ραψωδία, κατὰ τὴ συνομιλία μὲ τὴν Πηνελόπη, λέει:


Ἐκείνης ὁ πολύγνωμος ἀπάντησε Ὀδυσσέας· «Ὦ τρομερή, πόσο σφοδρὰ μὲ βιάζεις νὰ τὸν εἴπω· κ' ἰδοὺ τὸν φανερόνω ἐγώ, χωρὶς τὸ οὐδὲν νὰ κρύψω,


ἀλλὰ ποσῶς δὲν θὰ χαρῇς, καθὼς κ' ἐγὼ δὲν χαίρω· ότ' εἰς πολλαῖς χώραις θνητῶν παράγγειλε μοῦ ἐκεῖνος νὰ πάρω δρόμο, φέρνοντας ἴσιο κουπὶ μαζή μου, ὅσο νὰ φθάσω 'ς τοὺς θνητούς 'ποὺ θάλασσα δὲν ξεύρουν, καὶ ὁπού,ὁποῦ δὲν τρώγουν φαγητὸ μὲ ἄλατ' ἀρτυμένο.


οὔτε τὰ κοκκινόπλωρα καράβι' αὐτοὶ γνωρίζουν, οὔτε τὰ ἴσια κουπιά, 'πού 'ναι πτερὰ τῶν πλοίων, κ' ἕνα σημάδι φανερό μου εἶπε, ὁπού,ὁποῦ δὲν κρύβω· 'ς τὸν δρόμον ἄμ' ἀπαντηθῇ μ' ἐμέν' ἄλλος ὀδίτης καὶ εἰπῇ, 'ς τὸν λαμπρὸν ὦμον μου πὼς ἔχω λιχνιστήρι,

'ς την γῆ νὰ στήσω τὸ κουπί, μοῦ εἶπε, καί, ἀφοῦ κάμω τοῦ Ποσειδῶνα βασιληὰ καλόδεκταις θυσίαις, κριάρι, ταῦρον σφάζοντας, καὶ χοῖρον ἀναβάτην, νὰ γύρῳ 'ς τὴν πατρίδα μου καὶ νὰ δώσ' ἑκατόμβαις τῶν ἀθανάτων, 'πώχουσι τῶν οὐρανῶν τοὺς θόλους,

μὲ τὴν σειρὰ τοῦ καθενός· καὶ θάνατος θὰ μ' εὕρη ἔξω ἀπ' τὰ πέλαγα ἐλαφρός, καὶ θὰ μὲ σβύση ἀγάλι μὲς τὰ λαμπρὰ γεράματα· καὶ ωστόσ' ὁλόγυρά μου θά 'ναι μακάριος ὁ λαός· τούτ' όλ', εἶπε, θὰ γείνουν.


Ὑποψιάζεται τὸν Τηλέμαχο, τὸν ὁποῖο καὶ ἀποφασίζει νὰ ἐξορίσει στὴν Κεφαλληνία. Ἀργότερα, ὅμως, τὸ μετανιώνει, πείθεται καὶ ἠρεμεῖ. O Τηλέμαχος ἀνησυχεῖ, καθὼς εἶναι βέβαιος ὅτι αὐτός, σύμφωνα μὲ τὸν χρησμό, 

θὰ σκοτώσει τὸν πατέρα του. Ἀργότερα ἀποχαιρετᾷ τοὺς γονεῖς του καὶ φεύγει. Ὁ Ὀδυσσέας ἐκφράζει στὴν Πηνελόπη τὴν λύπη ἀλλὰ καὶ τὴν ἀνακούφισή του γιὰ τὴν φυγὴ τοῦ Τηλεμάχου, τὸ κέφι του νὰ κατέβει στὴ θάλασσα μέ τα σκυλιά, καὶ τὴν ἐπιθυμία του νὰ βρεθοῦν ἐπιτέλους μόνοι τὸ βράδυ.

Ὁ Τειρεσίας, τὸν εἶχε ἐπίσης συμβουλεύσει ὅτι γιὰ νὰ ἐξευμενίσει τὸν Ποσειδῶνα ἔπρεπε, ὅταν θὰ γύριζε στὴν Ἰθάκη, νὰ φύγει ἀπὸ τὸν τόπο το νὰ πάρει ἕνα κουπὶ στὸν ὦμο καὶ νὰ ταξιδέψει στὴ στεριὰ μέχρι νὰ βρεῖ κάποιον ποὺ νὰ μὴν γνωρίζει τὴ θάλασσα καὶ τί εἶναι τὸ κουπί. Ἐκεῖ νὰ θυσιάσει στοὺς θεούς.



Σ' αὐτὴ τὴ νέα περιπλάνησή του θὰ συναντήσει κάποιον ποὺ θὰ νομίσει πὼς τὸ κουπὶ στὸν ὦμο του εἶναι λιχνιστήρι (ξύλινο, ἀγροτικὸ ἐργαλεῖο μὲ τὸ ὁποῖο ξεχωρίζεται ὁ καρπὸς τῶν σιτηρῶν ἀπὸ τὸ ἄχυρο). Ἐκεῖ νὰ σταματήσει, θυσιάζοντας στὸν Ποσειδῶνα ἕνα κριάρι, ἕναν κάπρο κι ἕναν ταῦρο.




Μόνο ἔτσι θὰ ἐξασφαλίσει τὸν ὁριστικὸ τοῦ πιὰ νόστο στὴν Ἰθάκη· ὅπου τὸν περιμένουν ἥσυχα χρόνια καὶ βαθιὰ γεράματα· καὶ γύρῳ του ὅλοι οἱ λαοί του θὰ ζοῦν εὐτυχισμένοι ἐκεῖ θὰ τὸν βρεῖ ἀνώδυνος θάνατος, κάπου μακριὰ ὡστόσο ἀπὸ τὸ νερὸ τῆς θάλασσας. (ἐξ ἁλὸς).



Πράγματι κατὰ τὴ μυθολογία ἔτσι κι ἔγινε.

Ὁ Ὀδυσσέας μετὰ τὸν φόνο τῶν μνηστήρων ἔφυγε πάλι γρήγορα μ' ἕνα κουπὶ στὸν ὦμο, γιὰ τὴ Θεσπρωτία τῆς Ἠπείρου. Προχωρῶντας στὸ ἐσωτερικὸ τῆς χώρας, συνάντησε κάποιους ἀνθρώπους ποὺ τὸν ρώτησαν γιατί κουβαλοῦσε μαζί του τὸ λιχνιστήρι. Τότε κατάλαβε πὼς αὐτὸς ἦταν ὁ τόπος ποὺ ἔπρεπε νὰ μπήξει τὸ κουπὶ καὶ νὰ θυσιάσει στὸν Ποσειδῶνα.



Στὴ Θεσπρωτία ὁ Ὀδυσσέας παντρεύτηκε τὴ βασίλισσα Καλλιδίκη. 

Ἀπέκτησε μαζί της ἕνα παιδὶ τὸν Πολυποίτη. Μετὰ τὸν θάνατο τῆς Καλλιδίκης ὕστερα ἀπὸ ἕναν πόλεμο τῶν Θεσπρωτῶν μὲ τοὺς Βρύγους, ὁ Ὀδυσσέας παρέδωσε τὴ βασιλεία τῶν Θεσπρωτῶν στὸν Πολυποίτη καὶ ἐπέστρεψε στὴν Ἰθάκη, πιστεύοντας πὼς θὰ περάσει ἤρεμα γεράματα.

Στὴν Χρηστομάθεια τοῦ Πρόκλου διαβάζουμε τὰ ἑξῆς:



"Μετὰ τὴν ταφὴ τῶν μνηστήρων, ὁ Ὀδυσσέας, ἀφοῦ θυσίασε στὶς Νύμφες, ταξίδεψε στὴν Ἤλιδα, γιὰ νὰ ἐπιθεωρήσει τὰ βουκόλιά του. Ἐκεῖ φιλοξενήθηκε ἀπὸ τὸν Πολύξενο, ἀπὸ τὸν ὁποῖο καὶ ἔλαβε ὡς δῶρο ἕναν κρατῆρα. 

Ἔπειτα ἐπέστρεψε στὴν Ἰθάκη καὶ τέλεσε τὰς ὑπὸ Τειρεσίου ῥηθεῖσας θυσίας. Στὴν συνέχεια πῆγε στὴν Θεσπρωτία, παντρεύτηκε τὴν βασίλισσα Καλλιδίκη, ἡγήθηκε δὲ τῶν Θεσπρωτῶν στὸν πόλεμο ποὺ ξέσπασε ἀνάμεσα σ' αὐτοὺς καὶ τοὺς Βρύγους. Μετὰ τὸν θάνατο τῆς Καλλιδίκης, τὴν ἐξουσία ἀνέλαβε ὀπολυποίτης, γιος του Ὀδυσσέα ἀπὸ τὴν Καλλιδίκη, ὁ δὲ Ὀδυσσέας ἐπέστρεψε στὴν Ἰθάκη.

Στὸ μεταξὺ ὁ Τηλέγονος, γιος ποὺ ἀπέκτησε ὁ Ὀδυσσέας μὲ τὴν Κίρκη, ἀναζητῶντας τὸν πατέρα του ἀποβιβάστηκε στὴν Ἰθάκη καὶ οἱ σύντροφοί του κατέστρεψαν τὸ νησί.

Ὅταν ὁ Ὀδυσσέας ἔμαθε πὼς κάποιο καράβι εἶχε ἀράξει στὴν Ἰθάκη, καὶ πὼς οἱ ναῦτες εἶχαν βγεῖ ἔξω γιὰ λεηλασίες, ἔτρεξε μὲ τὸν στρατό του, νὰ τοὺς διώξει. Χτυπήθηκε ὅμως ἀπὸ τὸν ἀρχηγὸ τῶν ἐπιδρομέων μ' ἕνα κοντάρι, ποὺ ἀντὶ γιὰ σιδερένια λόγχη εἶχε τὸ ἀγκάθι ἑνὸς σαλαχιοῦ. Ἑτοιμοθάνατος μεταφέρθηκε στὸ παλάτι, ὅπου παραπονέθηκε γιὰ τὸ μαντεῖο ποὺ τὸν εἶχε γελάσει, λέγοντάς του νὰ φυλάγεται ἀπὸ τὸν γιο του, ἐνῶ τελικὰ χτυπήθηκε ἀπὸ κάποιον ξένο.

Σύντομα ὅμως φανερώθηκε πὼς ὁ φονιᾶς ἦταν ὁ γιος του Τηλέγονος, ποὺ τοῦ εἶχε γεννήσει ἡ Κίρκη, ὁ ὁποῖος δὲν τὸν γνώριζε. Ἡ αἰχμὴ τοῦ δόρατος, μὲ τὸ ὁποῖο ὁ Τηλέγονος τραυμάτισε θανάσιμα τὸν Ὀδυσσέα, ἦταν κατασκευασμένη ἀπὸ τὸ κέντρον τρυγόνος (τὸ σημερινὸ ὄνομα εἶναι «σελάχι» ἢ «σαλάχι»). Πρόκειται γιὰ ψάρι μὲ πιεσμένο στὴ ράχη καὶ τὴν κοιλιὰ σῶμα, πλακοειδῆ λέπια, μεγάλη οὐρὰ σὰν μαστίγιο ποὺ ἔχει μερικὲς φορὲς δηλητηριῶδες ἀγκάθι, τὸ ὁποῖο κολυμπᾷ γρήγορα καὶ συνήθως κινεῖται σὲ ἀμμώδεις καὶ λασπώδεις βυθούς.


Ὁ Ι. Κακριδὴς (Ἑλληνικὴ Μυθολογία. Ἐκδοτικὴ Ἀθηνῶν, ) ἀναφερόμενος στὴν νεκρομαντεία του Τειρεσία, παρατηρεῖ ὅτι «...οἱ προφητεῖες εἶναι πάντα διφορούμενες...» καὶ ὅτι «πραγματικά, ὁ θάνατος βρίσκει τὸν Ὀδυσσέα ἀπὸ τὴ θάλασσα, ὄχι μόνο ἐπειδὴ ὁ φονιᾶς εἶχε φθάσει στὴν Ἰθάκη μὲ καράβι, ἀλλὰ καὶ γιατί τὸ φονικὸ ὅπλο ἦταν θαλασσινό». Ὅταν ὁ Τηλέγονος κατάλαβε πὼς εἶχε σκοτώσει τὸν πατέρα του, ἦταν πιὰ ἀργά.

Πῆρε τὸ ἄψυχο κορμί του, τὸ γιο του, τὸν Τηλέμαχο, καὶ τὴν Πηνελόπη καὶ κατευθύνθηκε στὴν Αἴα.

Ἐκεῖ ἡ Κίρκη τους ἔκανε ὅλους ἀθάνατους. Ὁ Μῦθος λέει ὅτι ἡ Κίρκη παντρεύτηκε τὸν Τηλέμαχο καὶ ἡ Πηνελόπη τὸν Τηλέγονο...




Παρασκευή 19 Απριλίου 2024

Η ἵδρυση του μαντείου των Δελφῶν

 



Η ἵδρυση του μαντείου των Δελφῶν


Ο θρῦλος λέει ὅτι οἱ Δελφοί ἦταν το σημεῖο ποῦ συναντήθηκαν οἱ δύο ἀετοί ὅταν ὁ Δίας τους ἔστειλε νὰ πετάξουν ἀπὸ δύο διαφορετικές κατευθύνσεις. Σ' αὐτὸ το σημεῖο ὁ Δίας ἔριξε τον ἱερὸ βράχο καὶ οἱ Δελφοί ἔγιναν γνωστοί στὰ πέρατα του τότε κόσμου ὡς ὁ ὀμφαλὸς της Γῆς, το κέντρο του κόσμου.


«Δέλφις» σημαίνει στ' ἀρχαία Ἑλληνικά Δελφίνι, καὶ γι' αὐτὸ οἱ Δελφοί ὀνομάστηκαν ἔτσι Πρὸς τιμή του δελφινιοῦ, καὶ αὐτὸ γιατί αὐτή τή μορφή πῆρε ὁ Ἀπόλλωνας κατά το ταξίδι της ἐπιστροφῆς του, ὁδηγῶντας το καράβι με τους Κρῆτες ναυτικούς με σκοπό νὰ μείνουν στοὺς Δελφούς γιὰ νὰ χτίσουν το ἱερὸ του καὶ νὰ γίνουν οἱ ιερείς του.


Με την ἐπιστροφή του ὁ Ἀπόλλωνας στέφτηκε ἐπισήμως προστάτης καὶ ἄρχοντάς των Δελφῶν Στὸ σημεῖο ποῦ ἔγινε ἡ σφαγή του Πύθωνα, τοποθετήθηκε ὁ ὀμφαλὸς βράχος. Ο ὀμφαλὸς σημαίνει «κέντρο της γῆς» καὶ ἐκεῖ ἦταν το Ἱερὸ Μαντεῖο των Δελφῶν


Το πώς καὶ ἀπὸ ποῖον δημιουργήθηκε ἀρχικὰ το Μαντεῖο δὲν εἶναι εὔκολο νά βρεθεῖ, ἀφοῦ πολλοί μελετητές θεωροῦν ὅτι ἡ δράση του ἀνάγεται στὴν προκατακλυσμιαῖα ἐποχῆ, γεγονός ποῦ ἐνισχύεται καὶ ἀπὸ τις διάφορες θεότητες ποῦ το προστάτευαν στό διάβα της ἱστορίας: ἡ Γῆ, στὴ συνέχεια ἡ Θέμιδα, ἔπειτα ὁ Ἀπόλλωνας καὶ ὁ Διόνυσος. Καθώς ἡ ἱστορία ἅπλωνε περίτεχνα το πέπλο της πάνω ἀπὸ το Μαντεῖο των Δελφῶν, δημιουργήθηκαν διάφοροι μῦθοι ποῦ ἐξιστοροῦσαν τις ἀπαρχές του. Ἑπομένως, εἶναι ἰδιαίτερα δύσκολο ἕως καὶ ἀκατόρθωτο γιά τον ἱστορικό ἐρευνητή νά διαπιστώσει ἄν ὑπάρχουν ψήγματα ἀλήθειας σε αὐτὲς τις διηγήσεις, καθώς καὶ νά τις ἀποκωδικοποιήσει





Ἕνας ἀπὸ τους πιὸ γνωστούς μύθους δημιουργίας του Μαντείου, ὁ ὁποῖος διασώθηκε ἀπὸ τον Διόδωρο τον Σικελιώτη μιλάει γιά ἕναν βοσκό, ὁ οποίος καθώς ἔβοσκε το κοπάδι του στὴν περιοχή διαπίστωσε ὅτι ἀπὸ ἕνα ἄνοιγμα, δίπλα στίς Φαιδριάδες πέτρες, ἔβγαιναν διάφορες ἀναθυμιάσεις Παρατήρησε μάλιστα ὅτι τα ζῶα ποῦ πλησίαζαν στό ἄνοιγμα ἀποκτοῦσαν μία πολύ περίεργη συμπεριφορά. Πλησιάζοντας, λοιπόν, καὶ ὁ ἴδιος στό χάσμα γιά νά δεῖ τι συμβαίνει ἄρχισε νά λέει διάφορα ἀκατάληπτα πράγματα πέφτοντας σε ἐκστάσῃ, λόγια τα ὁποία ἐκ των ὑστέρων διαπιστώθηκε ὅτι προέλεγαν τα μελλούμενα. Ἀπὸ τότε ἐγκαταστάθηκε στὸ σημεῖο ἐκεῖνο μία ἱέρεια, ἡ Πυθία καὶ ἄρχισε νά λειτουργεῖ το Μαντεῖο Ἕνας ἄλλος μῦθος θέλει τον ἥρωα Παρνασσό, το ὄνομα του ὁποίου δόθηκε στὸ ὁμώνυμο βουνό, ν’ ἀνακαλύπτει σ’ ἐκείνη την περιοχή την οἱωνοσκοπία, μαντεύοντας ἀπὸ τον τρόπο ποῦ πετοῦσαν τα πουλιά της περιοχῆς


Στὴν Ὁμηρική Ὀδύσσεια, στὴν Ραψωδία Θ’ γίνεται ἀναφορά στὸ Μαντεῖο των Δελφῶν, χωρίς ὅμως νά δίνονται ἐπιπλέον πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο καὶ τον χρόνο ἵδρυσής του. Ἐπιπλέον πληροφορίες παίρνουμε ἀπὸ ἄλλα τρία κείμενα: τον Ὁμηρικό Ὕμνο στόν Ἀπόλλωνα καὶ τις τραγωδίες Εὐμενίδες του Αἰσχύλου καὶ Ἰφιγένεια ἐν Ταύροις του Εὐριπίδη


Σύμφωνα με τον Ὁμηρικό Ὕμνο εἰς Ἀπόλλωνα Πύθιον, ὁ Ἀπόλλων ἔχτισε τον πρῶτο του ναό στοὺς Δελφούς, ἀφοῦ σκότωσε πρῶτα τον δράκοντα με μορφή φιδιοῦ Πύθωνα, ἀπὸ το ὄνομα του ὁποίου φαίνεται νά προῆρθαν μετέπειτα καὶ τα ὀνόματα Πυθώ, Πυθία, Πύθιος κλπ. Θέλοντας ὁ θεός νά ἐξαγνίσει τον χῶρο ἀπὸ τή παρουσία του θηρίου ἔφερε ἐκεῖ το ἱερὸ του δέντρο, τή δάφνη, με την ὁποία ἔχτισε μάλιστα καὶ τον πρῶτο του ναό. Το μέρος αὐτὸ χρηματοδοτοῦσε ὁ Ἀπόλλων διά στόματος της Πυθίας, ἡ ὁποία καθόταν πάνω σ’ ἕνα γήινο χάσμα ἀπὸ το ὁποῖο ἔβγαιναν ἀναθυμιάσεις




Μάλιστα σύμφωνα με τον ὕμνο, οἱ πρῶτοι ἱερεῖς του ναοῦ ἦταν Κρῆτες, τους ὁποίους ἔσωσε ὁ ἴδιος ὁ θεός με τὴ μορφή δελφινιοῦ μεταφέροντάς τους στὴν πλάτη του σ’ ἐκείνη την περιοχή. Σε ἐρώτησή τους πρὸς το θεό πώς θὰ καταφέρουν νά ἐπιβιώσουν σε αὐτό τον τόπο, ἐκεῖνοι ποῦ ἦταν συνηθισμένοι νά ζοῦν κοντά στὴ θάλασσα, ὁ θεός τους ἀπάντησε ὅτι θὰ ζήσουν ἀπὸ τις προσφορές των πιστῶν Ἔτσι, λοιπόν, φαίνεται ὅτι οἱ Κρῆτες ἔφεραν στὸν τόπο τὴ λατρεία του Ἀπόλλωνα Δελφίνιου καὶ μᾶλλον ἀπὸ αὐτούς ὀνομάστηκε το μέρος Δελφοί. Ο μῦθος αὐτὸς ἐπιβίωσε σε διάφορες ἑορταστικές ἀναπαραστάσεις ποῦ λάμβαναν χώρα στούς Δελφούς με ἀποκορύφωμα τα Πύθια, τα ὁποία περιελάμβαναν μουσικούς διαγωνισμούς κι ἀθλητικούς ἀγῶνες καὶ τελοῦνταν κάθε τέσσερα χρόνια.


Στὴν τραγωδία Εὐμενίδες ὁ Αἰσχύλος μας παρουσιάζει μία διαφορετική ἐκδοχή Η πρώτη προφήτισσα στούς Δελφούς ἦταν ἡ θεά Γῆ την ὁποία διαδέχθηκε ἡ κόρη της Θέμις. Στὴ συνέχεια ἦρθε ἡ Τιτάνιδα Φοίβη, κόρη ἐπίσης της Γῆς καὶ ἔπειτα ἦρθε ὁ Ἀπόλλων, ὁ ὁποῖος προφανῶς καὶ ὀνομάστηκε Φοῖβος ἀπὸ τὴ Φοίβη. Στὸ μῦθο του Αἰσχύλου, ὁ Ἀπόλλων φαίνεται νά ἦρθε ἀπὸ τὴ Δῆλο καὶ νά ἐγκαταστάθηκε στὸν τόπο χωρίς νά χρειαστεῖ νά φονεύσει τον Πύθωνα.


Στὴν Ἰφιγένεια ἐν Ταύροις του Εὐριπίδη, ἀναφέρεται ὅτι ὁ Ἀπόλλων ἐνῶ ἦταν ἀκόμα βρέφος ἔφτασε μαζί με τὴ μητέρα του Λητώ ἀπὸ τὴ Δῆλο στόν Παρνασσό κι ἐκεῖ κατέλαβε το μαντεῖο, ἀφοῦ πρῶτα σκότωσε το τεράστιο τέρας ποῦ το φύλαγε. Η Γῆ ὅμως θύμωσε γιατί με αὐτὸ τον τρόπο ἐκδιώχθηκε βίαια ἀπὸ το μαντεῖο ἡ κόρη της ἡ Θέμις κι ἄρχισε νά στέλνει προφητικά ὄνειρα στοὺς ἀνθρώπους, με σκοπό ν’ ἀποδυναμώσει τὴ δύναμη του θεοῦ Ἀπόλλωνα Το πρόβλημα ἐπιλύθηκε τελικά με παρέμβαση του Δία, ὁ ὁποῖος πῆρε το μέρος του Ἀπόλλωνα δίνοντάς του την ἐξουσία


Διαπιστώνουμε μέσα ἀπὸ αὐτά τα χαρακτηριστικά παραδείγματα ὅτι ὑπῆρχαν διάφοροι μῦθοι σχετικά με το ἀπὸ ποποῖον καί κάτω ἀπὸ ποποῖες συνθῆκες ξεκίνησε νά λειτουργεῖ το Δελφικό Μαντεῖο, το ὅποιο με τον καιρό ἐξελίχθηκε σε θρησκευτικό κέντρο της ἀρχαίας Ἑλλάδας



Η πρακτική της χρησμοδοσίας


Στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα υπήρχαν διάφορα εἴδη μαντικῆς τα ὁποία χρησιμοποιοῦνταν καί ἦταν ἰδιαίτερα δημοφιλῆ, ὅπως ἡ οἱωνοσκοπία, ἡ σπλαγχνοσκοπία, ἡ ὀνειρομαντεῖα, ἡ κληρομαντεία, ἡ ἀστρολογία κλπ. Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες δὲν ἦταν μοιρολάτρες. Ἀντιθέτως μελετοῦσαν τή φύση καί προσπαθοῦσαν νά διαβάσουν τα μηνύματά της ὥστε νά κατανοήσουν καλύτερα τις δομές του παρόντος καί νά μπορέσουν νά πορευτοῦν σωστά καί στὸ μέλλον. Δὲν θὰ πρέπει ἑπομένως νά τους κρίνουμε με βάση τον σημερινό τρόπο σκέψης, μιᾶς καί ζοῦμε σε πολύ διαφορετικούς καιρούς. Ἐπίσης, πρὶν προχωρήσουμε παρακάτω κι ἀρχίσουμε νά μιλᾶμε γιὰ τή μαντική τέχνη ὅπως αὐτὴ χρησιμοποιοῦνταν στό Δελφικό Μαντεῖο, καλό θὰ ἦταν νὰ ἐπισημάνουμε τον πολύ χρήσιμο διαχωρισμό ποῦ ἐπιχείρησε ὁ Δ. Δημόπουλος στό βιβλίο Στὸ ἄδυτο τῶν ἑλληνικῶν μαντείων.


Χωρίζει, λοιπόν, τὴ μαντική σε δύο εἴδη: την «ἔντεχνό μαντική» καὶ την «ἔνθεο μαντική». Με τον ὅρο «ἔντεχνό μαντική» ἐννοεῖ κάθε μορφή μαντικῆς, ἡ ὁποία γίνεται μέσῳ «προφητῶν», οἱ οποίοι προλέγουν το μέλλον διαβάζοντας διάφορα φυσικά σημάδια. Η μορφή αὐτὴ δὲν εἶναι ὅμως ἀξιόπιστη μιᾶς καὶ το ἀποτέλεσμα ἐξαρτᾶται ἄμεσα ἀπὸ την ἀσυνειδησίαι ἀλλὰ καὶ την ἑρμηνευτική ἱκανότητα των λειτουργῶν του. Ἐνῶ, ἡ «ἔνθεος μαντική» ἀναφέρεται στὶς προφητεῖες ποῦ δίνονταν στοὺς πιστούς ἀπὸ τον ἴδιο τον θεό μέσῳ των ἀντιπροσώπων του. Τέτοια εἶναι κι ἡ περίπτωση του Δελφικοῦ Μαντείου, ὅπου ἡ Πυθία χρησμοδοτούσε διά στόματος του θεοῦ Αὐτό εἶναι καὶ το εἶδος της μαντικῆς τέχνης ποῦ ἐξυψώνει τον ἄνθρωπο, γι’ αὐτὸ καὶ δὲν θὰ πρέπει νὰ ὑποβιβάζεται στὸ ἐπίπεδο της «ἐντέχνου μαντικῆς». Δὲν εἶναι ἄλλωστε τυχαῖο το γεγονός ὅτι το μόνο εἶδος μαντικῆς ποῦ ἔχει ἐπιβιώσει καὶ χρησιμοποιεῖται μαζικά ἀπὸ ἑκατομμύρια ἀνθρώπους εἶναι ἡ «ἔντεχνος μαντική», ἐνῶ ἡ «ἔνθεος μαντική» χάθηκε μαζί με την καταστροφή των μαντείων.


Ὅπως ἦταν φυσικό, οἱ πιστοί εἶχαν σε πολύ ὑψηλή ἐκτίμηση τους χρησμούς ποῦ ἔδινε το Μαντεῖο καθώς θεωροῦσαν ὅτι τους μιλάει ὁ ἴδιος ὁ Ἀπόλλων Η Πυθία καὶ οἱ ἱερεῖς του Μαντείου ἦταν ἁπλά τα φερέφωνα του θείου λόγου. Η πρόσβαση στὸ Μαντεῖο ἦταν ἐλεύθερη σε κάθε πιστό ποῦ ἤθελε νὰ συμβουλευτεῖ τον θεό, ὄχι ὅμως καὶ σε ὁποιοδήποτε ἤθελε νὰ παρίσταται στὴν τελετή ἀπὸ περιέργεια. Η εἴσοδος στὸ ἱερὸ ἀπαγορευόταν μόνο στὶς γυναῖκες Μποροῦσαν ὅμως νὰ στείλουν κάποιον ἀντιπρόσωπο γιὰ νὰ θέσει στὴν Πυθία ἀντί γι’ αὐτές τα ἐρωτήματά τους.


Ο Πλούταρχος στὰ Ἠθικά ἀναφέρει ὅτι ἡ Πυθία ἀρχικὰ χρησμοδοτούσε μία φορά τον χρόνο, στὶς 7 του μῆνα Βυσίου (μέσα Φεβρουαρίου-Μαρτίου), μέρα των γενεθλίων του Ἀπόλλωνα Ἀπὸ τον 6ο αἰῶνα π.Χ. ὅμως ποὺ οἱ πιστοί ἄρχισαν νὰ πληθαίνουν, το Μαντεῖο ἄρχισε νὰ χχρησμοδοτεί στὶς 7 κάθε μῆνα, πλήν των «ἀποφράδων ἡμερῶν», ὅπου δὲν μποροῦσε νὰ δώσει χρησμό ἡ Πυθία καὶ τους τρεῖς χειμερινούς μῆνες, τότε ποὺ ο Ἀπόλλωνας ταξίδευε στοὺς Ὑπερβορεῖους καὶ την ἐξουσία του ἱεροῦ χώρου ἀναλάμβανε ὁ ἀδερφός του Διόνυσος.


Η διαδικασία ποὺ θά ἔπρεπε ν’ ἀκολουθήσουν ὅλοι ὅσοι ζητοῦσαν χρησμό ἦταν ἡ ἐξῆς: κατ’ ἀρχήν πρὶν μποῦν στὸ ἄδυτο, ἔπρεπε νὰ πληρώσουν στοὺς ἱερεῖς τον «πέλανο», ἕνα εἶδος γλυκοῦ, καὶ νὰ φέρουν κάποια ζῶα γιὰ τις θυσίες ποὺ γίνονταν πρὶν τὴ χρησμοδοσία. Ἐπίσης, ἔπρεπε νὰ γνωστοποιήσουν στοὺς ιερείς ἐκ των προτέρων τα ἐρωτήματά τους. Στὴ συνέχεια καθοριζόταν με κλήρωση ἡ σειρά με την ὁποία θά ἔμπαιναν στὸ ἱερὸ γιὰ νὰ πάρουν τον χρησμό τους. Σε πολύ συγκεκριμένες περιπτώσεις, κάποιοι πιστοί ἀπολάμβαναν γιὰ τιμητικούς λόγους το δικαίωμα της «προμαντείας», ἔπαιρναν δηλαδή χρησμό πρὶν ἀπὸ τους ὑπόλοιπους Σημαντικό ρόλο στὴν ὅλη διαδικασία ἔπαιζε ὁ ἐξαγνισμός στὴν Κασταλία πηγή, ποὺ ἀφοροῦσε τόσο την Πυθία ὅσο καὶ τους ἱερεῖς καὶ αὐτούς ποὺ ζητοῦσαν χρησμό.


Ἀφοῦ, λοιπόν, ἐξαγνίζονταν ἔμπαιναν μέσα στὸ ἄδυτο κι ὁδηγοῦνταν σε μία εἰδική θέση μπροστά στὴ Πυθία, χωρίς ὅμως νὰ μποροῦν νὰ τὴ δοῦν Τους χώριζε ἕνα παραπέτασμα. Η Πυθία μασῶντας φύλλα δάφνης καὶ πίνοντας νερό ἀπὸ την Κασσωτίδα πηγή ἄκουγε τα ἐρωτήματά καὶ χρησμοδοτοῦσε. Οἱ χρησμοί ἦταν συνήθως ἔμμετροι, σε δακτυλικό ἑξάμετρο ἄν καὶ καθοριστικό ρόλο γιὰ το ποῖο ἀκριβῶς θά ἦταν το μέτρο του χρησμοῦ ἔπαιζε πάντα το εἶδος του, σε ποῖον δινόταν ἀλλὰ καὶ ὁ βαθμός του προβλήματος. Κάποιες φορές ἡ Πυθία κατέφευγε καὶ σε κληρομαντεία, εἰδικὰ ὅταν τα ἐρωτήματα ἀφοροῦσαν διαζευκτικές ἐρωτήσεις κι ὅταν δὲν ὑπῆρχε πολύς χρόνος γιὰ χάσιμο. Ἐπίδη ὁ λόγος της Πυθίας ἦταν συνήθως δυσκολονόητος καὶ γεμᾶτος γρίφους, οἱ ἱερεῖς του ναοῦ καλοῦνταν νά’ ἀποκωδικοποιήσουν καὶ νὰ μεταφέρουν το μήνυμα του θεοῦ στοὺς χρηστηριαζόμενους.


Εἴπαμε ὅμως λίγο πιὸ πάνω ὅτι υπήρχαν κάποιες μέρες ποῦ ἡ Πυθία δὲν μποροῦσε νὰ χρησμοδοτήσει. Οἱ ἱερεῖς του Μαντείου γιά νὰ διαπιστώσουν ἄν ὁ θεός ἐπιθυμοῦσε νὰ ἀπαντήσει μέσῳ της Πυθίας στὶς ἐρωτήσεις των πιστῶν κατέβρεχαν με κρύο νερό μία κατσίκα. Ἄν το ζωντανό ἔτρεμε, τότε ἐκείνη τὴ μέρα μποροῦσε νὰ χρησμοδοτήσει ἡ Πυθία. Ἄν δὲν ἔτρεμε, τότε ὅλοι οἱ πιστοί καλοῦνταν νὰ ἔρθουν μία ἄλλη μέρα. Ο Πλούταρχος, ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε κι ὁ ἴδιος ἱερέας του Δελφικοῦ Μαντείου, κάνει λόγο γιά μία περίπτωση ὅπου ἐνῶ ἡ κατσίκα δὲν ἄρχισε νὰ τρέμει, οἱ ἱερεῖς της ἔριξαν παγωμένο νερό ὥστε νὰ ἐκβιάσουν τὴ διαδικασία. Η Πυθία ἄρχισε νὰ χρησμοδοτεῖ ἐκείνη τὴ μέρα παρά τὴ θέληση τὴ δική της ἀλλὰ καὶ του θεοῦ Ἀπὸ το στόμα της ὅμως ἄρχισαν νὰ βγαίνουν κάποιες ἄναρθρες κραυγές λές καὶ εἶχε καταληφθεῖ ἀπὸ δαίμονα καὶ οὐρλιάζοντας πετάχτηκε ἔξω ἀπὸ το ἱερό, τρομάζοντας ὅλους ὅσοι παρευρίσκονταν μέσα σ’ αὐτὸ Σε λίγες μέρες ἡ Πυθία πέθανε.


Πυθία, ἡ ἐκπρόσωπος του Ἀπόλλωνα


Η Πυθία γιά νὰ ἀποσαφηνίσουμε μία συχνή παρανόηση δὲν ἦταν ἕνα συγκεκριμένο πρόσωπο, ἀλλὰ τίτλος ποῦ δινόταν στὶς προφήτισσες του Ἀπόλλωνα ποῦ ἐπιλέγονταν γιά νὰ ἀφιερώσουν τὴ ζωή τους στὴν ὑπηρεσία του. Ἀρχικά, οἱ πρῶτες Πυθίες ἦταν νεαρές, παρθένες κοπέλες. Μετά ἀπὸ ἕνα συμβάν ὅμως ὅπου νέας ἄνδρας ποῦ εἶχε ἔρθει νὰ ζητήσει χρησμό, ἐρωτεύτηκε μία Πυθία καὶ την ἔκλεψε, οἱ Πυθίες ἦταν γυναῖκες προχωρημένης ἡλικίας, γύρω στὰ 50, συνήθως παντρεμένες με παιδιά. Ἀπὸ τὴ στιγμή ὅμως ποῦ μία γυναῖκα με οἰκογένεια καλοῦνταν νὰ ὑπηρετήσει τον Ἀπόλλωνα, ἐγκατέλειπε το σπίτι καὶ την οἰκογένειά της κι ἔμενε σ’ ἕνα συγκεκριμένο οἴκημα ἐντὸς του ναοῦ γιά νὰ διατηρεῖται ἀμόλυντη Φοροῦσε ἄσπρα ροῦχα καὶ ζοῦσε με βάσει τους κανονισμούς ποῦ της εἶχαν θέσει ἐξ ἀρχῆς οἱ ἱερεῖς. Δὲν χρειαζόταν νὰ ἔχει κάποια συγκεκριμένη μόρφωση, οὔτε καὶ κάποιες ἱκανότητες ἐνόρασης ἡ διορατικότητας. Στὴν ἀρχὴ ἦταν μία ἡ Πυθία.


Ὅσο ὅμως τα χρόνια περνοῦσαν κι ἡ φήμη του Μαντείου μεγάλωνε οἱ Πυθίες ἦταν συνήθως τρεῖς Το ποῖες ἀκριβῶς ἦταν αὐτὲς οἱ γυναῖκες, με ποῖα κριτήρια ἐπιλέγονταν ἀλλὰ καὶ πῶς ἀκριβῶς ἔρχονταν σε ἐπαφῆ με το θεῖο καὶ χρησμοδοτοῦσαν, εἶναι ἐρωτήσεις ποῦ δύσκολα μποροῦν νὰ βροῦν ἀπάντηση Παρ’ ὅλο ποῦ ἔχουν σωθεῖ πολλές μαρτυρίες ἀνθρώπων ποῦ εἴτε διετέλεσαν ιερείς του ναοῦ, εἴτε ἔφτασαν στοὺς Δελφούς γιά νὰ ζητήσουν τὴ συμβολή του θεοῦ, ἡ ἀρχαιολογική σκαπάνη δὲν ἔχει φέρει μέχρι στιγμῆς στό φῶς κάποια εὑρήματα ποῦ θὰ μποροῦσαν νὰ διαλευκάνουν το μυστήριο της χρησμοδοσίας. Μάλιστα, ἡ ἔρευνα των ἀρχαιολόγων κατέληξε στό συμπέρασμα ὅτι σ’ αὐτὴ την περιοχή δὲν ὑπῆρχε κάποιο χάσμα γῆς ἀπ’ το ὁποῖο νὰ ἐκλύονταν ἀναθυμιάσεις Ὅπως καταλαβαίνουμε, το κουβάρι περιπλέκεται ἀκόμα περισσότερο γεννῶντας νέα ἐρωτήματα




Το Μαντεῖο κι ὁ ρόλος του στὴν ἀρχαία ἑλληνική ἱστορία


Ὅσο παράξενη καὶ νὰ μας φαίνεται σήμερα ὅλη αὐτὴ ἡ διαδικασία, θὰ πρέπει νὰ τονίσουμε ὅτι δὲν προβλημάτιζε καθόλου τους ἀρχαίους Ἕλληνες, οἱ ὁποῖοι ἔσπευδαν σωρηδόν γιά νὰ συμβουλευτοῦν το Μαντεῖο Η ἐμπιστοσύνη τους στὴ δύναμη του Μαντείου ἦταν τόσο μεγάλη ποῦ το συμβουλεύονταν γιά πλεῖστα θέματα, τόσο γιά πολιτικά ὅσο καὶ γιά προσωπικά ζητήματα. Ὄχι μόνο φτωχοί ἄνθρωποι ἀλλὰ καὶ βασιλιᾶδες κατέφευγαν στό Μαντεῖο ἡ ἔστελναν τους ἀντιπροσώπους τους προκειμένου νὰ ζητήσουν βοήθεια ἀπὸ τον θεό. Πολλές φορές κατέφθαναν καὶ ἀντιπροσωπεῖες ἀπὸ πόλεις ποῦ εἶχαν πληγεῖ ἀπὸ κάποια φυσική καταστροφή καὶ ζητοῦσαν ἐξιλέωσε


Σε περιόδους κρίσης το πρῶτο πρᾶγμα ποῦ ἔκαναν οἱ Ἕλληνες πρὶν ἀναλάβουν δράση ἦταν νὰ συμβουλευτοῦν το Μαντεῖο Ο πιὸ σημαντικός ρόλος ὅμως ποῦ ἔπαιξε το Μαντεῖο των Δελφῶν ἔχει νὰ κάνει με τὴ στάση ποῦ κράτησε καὶ τον τρόπο με τον ὁποῖο χειρίστηκε τους ἀποικισμούς ποῦ ἔλαβαν χώρα τον 8ο – 6ο αἰῶνα π.Χ.


Κατά τὴ διάρκεια αὐτῶν των αἰώνων οἱ Ἕλληνες ἀποίκισαν τα παράλια της Μικράς Ἀσίας, τον Ἑλλήσποντο καὶ τον Εὔξεινο Πόντο, την Κάτω Σικελία καὶ ἔφτασαν μέχρι καὶ τα παράλια της Ἀφρικῆς, ἱδρύοντας ἑκατοντάδες ἀποικίες, οἱ περισσότερες ἐκ των ὁποίων ἐπρόκειτο νὰ σημειώσουν μία λαμπρή πορεία ποῦ ἔμελλε νὰ ἀλλάξει γιά πάντα τον ἑλληνισμό καὶ τον ὑπόλοιπο κόσμο. Ἕνα μεγάλο μέρος αὐτῆς της ἐπιτυχίας θὰ πρέπει ν’ ἀποδοθεῖ καὶ στό Μαντεῖο των Δελφῶν ὁ ρόλος του ὁποίου, ὅπως φαίνεται ἀπὸ τα ἱστορικά στοιχεῖα, ἦταν μείζονος σημασίας.

Οἱ ἄποικοι ξεκινῶντας νὰ καταλάβουν μία ξένη περιοχή, πολύ μακριά ἀπὸ τὴ γενέτειρά τους γνώριζαν πολύ καλά ὅτι θὰ καλοῦνταν ν’ ἀντιμετωπίσουν μεγάλους κινδύνους. Γι’ αὐτὸ καὶ εἶχαν ἀνάγκη ἀπὸ τὴ βοήθεια καὶ την εὐλογία των θεῶν, την ὁποία ἐπιδίωκαν νὰ ζητήσουν ἀπὸ τον θεό Ἀπόλλωνα, μιᾶς καὶ το Μαντεῖο ἀποτελοῦσε ἐκείνη την ἐποχῆ το κατεξοχήν θρησκευτικό κέντρο του Ελλαδικού χώρου. Ο Ἀπόλλωνας, ὅπως φαίνεται ἀπὸ τους χρησμούς ποῦ ἔχουν σωθεῖ, ἄλλες φορές ἔδινε ἁπλά τὴ συγκατάθεση καὶ την εὐλογία του κι ἄλλες φορές τους ὑποδείκνυε ἀκόμα καὶ σε ποῖα ἀκριβῶς περιοχή νὰ πᾶνε ἡ ὅριζε ὁ ἴδιος τον επικεφαλής του αποικισμού.





Κυριακή 7 Απριλίου 2024

Τό Ὄνομα Ἕλλην καὶ ἡ Ἐννοιολογική του Σημασία





Τό Ὄνομα Ἕλλην καὶ ἡ Ἐννοιολογική του Σημασία


Ὅλοι εἴμεθα Ἕλληνες! Οἱ νόμοι μας, ἡ φιλολογία μας, ἡ Θρησκεία μας, οἱ τέχνες μας ἔχουν τις ρίζες τῶν στὴν Ἑλλάδα. Ὁ ἀνθρώπινος τύπος καὶ το ἀνθρώπινο πνεῦμα ἔφθασαν στὴν τελειότητα στὴν Ἑλλάδα"

Βλ. Πέρσυ Σέλλεϋ (1792-1822) "Ελλάς"

1. Ποτέ στὴν ἀρχαιότητα, στὴ ρωμαϊκή, ρωμαιοβυζαντινή καὶ μεταβυζαντινή περίοδο (στὰ 400 χρόνια της ὀθωμανικῆς κυριαρχίας), το ὄνομα Ἕλλην δὲν πολιτογραφήθηκε σὰν δηλωτικό φυλετικῆς καὶ ἐθνικῆς καταγωγῆς ἐκείνου ποῦ το ἔφερε.

Αὐτὸ, καὶ στὶς τέσσερις αὐτὲς περιόδους, συμβόλιζε καὶ ἐξέφραζε τον φορέα τῶν ψηλοτέρων, ὡραιοτέρων καὶ τελειοτέρων πνευματικῶν, φιλοσοφικῶν, θρησκευτικῶν, πολιτιστικῶν, ἀνθρωπιστικῶν, πολιτικῶν, κοινωνικῶν κ.λπ. ΙΔΕΩΔΩΝ ποῦ ἀπὸ τους πανάρχαιους προϊστορικούς χρόνους μέχρι την ἐποχῆ μας μπόρεσε ὁ Ἄνθρωπος νὰ συλλάβει, ἐνστερνιστεῖ, λατρεύσει καὶ μεταδώσει καὶ στοὺς ἄλλους Ἀνθρώπους.

Ἀκόμα αὐτὸ, καὶ στὶς τέσσερις αὐτὲς περιόδους, ἀποτελοῦσε το διαχωριστικό ὁρόσημο ἀνάμεσα στοὺς βάρβαρους, δηλαδή στοὺς ἀπολίτιστους λαούς (Ἑβραίους, Βορειοευρωπαῖους, Εὐρωασιάτες καὶ Πέρσες), καὶ κείνους ποῦ εἶχαν ἐκπολιτιστεῖ, δηλαδή ὅσους εἶχαν ἀσπασθεῖ καὶ ἀκολουθοῦσαν ("χρώμενοι της Ἑλλάδος φωνῆς" ὁμιλοῦσαν την ἑλληνική γλῶσσα) τον Πολιτισμό, τις πνευματικές, φιλοσοφικές, θρησκευτικές, ἀνθρωπιστικές, πολιτικές, κοινωνικές ἀξίες, ἀρχὲς καὶ παραδόσεις τῶν Ἑλλήνων.

Ἡ πολιτογράφηση του ὀνόματος Ἕλλην, σὰν δηλωτικοῦ φυλετικῆς καὶ ἐθνικῆς καταγωγῆς, ἔγινε μόνο μετά την ὁριστική (το 1821) καταστροφή της πνευματικοπολιτιστικής Αὐτοκρατορίας τῶν Ελλήνων και την "κατασκευή" του Κρατιδίου ποῦ ὀνόμασαν Νέα Ἑλλάδα.






Τὸ ὄνομα Ἕλλην οὔτε ὑποδήλωνε ΠΟΤΕ, οὔτε ὑποδηλώνει, οὔτε εἶναι ΔΥΝΑΤΟ (ἐκ της γραμματικῆς καὶ ἐννοιολογικῆς του ἐτυμολογίας) νὰ ὑποδηλώσει τον Ἰθαγενῆ, τον αὐτόχθονα (χθών-αυτός = κείνους ποῦ γεννήθηκε στὸν συγκεκριμένο γεωγραφικό χῶρο ποῦ λέγεται Ἑλλάδα-στή γῆ της Ἑλλάδος), ἡ τον Γαιήοχο ή Γαιούχο, τον ἀπὸ ή ἐπὶ της Γαίας-γῆς = περιοχῆς, ἐδάφους, καὶ χώρας γεννηθέντα, οὔτε τον αὐτόνομο (σ' ἀντίθεση με τον ὑπήκοο) = ἐλεύθερο Ἄνθρωπο ὁ ὁποῖος σέβεται καὶ τηρεῖ τις παραδόσεις, ἀξίες καὶ ἀρχὲς (πολιτιστικές, πνευματικές, λατρευτικές, κοινωνικές κ.λπ.) καὶ τους θεσμούς καὶ νόμους της Πολιτείας στὴν ὁποία γεννήθηκε καὶ γαλουχήθηκε (στὴ συγκεκριμένη περίπτωση της Ἑλληνικῆς σήμερα καὶ στὴν ἀρχαιότητα της Ἀθηναϊκῆς, Σπαρτιατικῆς, Κρητικῆς, Μακεδονικῆς, Αἰτωλικής, Κορινθιακής κ.λπ.), οὔτε φυσικά τον Ὑπήκοο = Πολίτη, ὁ ὁποῖος μπορεῖ νὰ ἔχει ὁποιαδήποτε φυλετική ἢ ἐθνική καταγωγή καὶ νὰ ἀκολουθεῖ καὶ νὰ τηρεῖ ὁποιεσδήποτε πολιτιστικές, λατρευτικές κ.λπ. παραδόσεις, ἀρχὲς καὶ ἀξίες, ἀλλὰ ποῦ ἁπλῶς μόνο εἶναι ὑποχρεωμένος νὰ σέβεται καὶ τηρεῖ τὴ γραπτή, καὶ ὄχι ἐθιμική, Νομοθεσία της χώρας, ἡ της Πόλης της ὁποίας ζήτησε νὰ τον ἀναγνωρίσει σὰν Πολίτη της = Ὑπήκοό της κι' ἐκείνη ἔκανε ἀποδεκτή την αἰτήση του.

2. Το ὄνομα Ἕλλην οὔτε εἶχε, οὔτε ἔχει, οὔτε μπορεῖ νὰ ἀποκτήσει ἐθνικὴ σημασία καὶ ἐθνικὸ περιεχόμενο. Εἶχε, ἔχει καὶ θὰ ἔχει ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ σημασία καὶ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟ περιεχόμενο. Γιατί οὔτε γραμματικά, οὔτε ἐννοιολογικά δὲν ἐκφράζει καὶ δὲν ὑποδηλοῖ τους ὄρους Ἰθαγένεια καὶ Ἐθνικότητα.

Ἕλλην μπορεῖ νὰ εἶναι ὁ ὁποιοσδήποτε, ἀπὸ ὁποιαδήποτε Φυλή καὶ σε ὁποιοδήποτε μέρος της γῆς καὶ ἐάν γεννήθηκε, ἀρκεῖ μόνο νὰ ἔχει, ἀπὸ τους γονεῖς του, ἡ το περιβάλλον του (πολιτειακό, κοινωνικό κ.λπ.) γαλουχηθεῖ καὶ ἀνδρωθεῖ με τα ἰδεώδη, τις ἀρχὲς, ἀξίες καὶ παραδόσεις του Ἑλληνισμοῦ.

Δύο πολύ μεγάλοι Ἕλληνες, πολύ ἀνώτεροι ἀπὸ πολλούς ἀπὸ μας ποῦ ἔχουμε γεννηθεῖ στὴν Ἑλλάδα, ἔχουμε καθαρό ἑλληνικό αἷμα (Α' ἡ Αβ' θετικό), ἑλληνική Ἰθαγένεια, παίδευση καὶ Ὑπηκοότητα ἦταν π.χ.:

1) Ο γεννημένος στὴν Γαλατία, με πολύ βαθειά ριζωμένη στὴ γῆ της την γενεαλογική του ρίζα,ΜΕΓΙΣΤΟΣ Ρωμαῖος Αὐτοκράτορας Ἰουλιανός, ὁ δικαίως ἐπονομασθείς ΗΛΙΟΣ, ποῦ ἐπειδή καὶ κατά την τελευταία του πνοή συνέχιζε νὰ παραμένει Ἕλλην ἀρνούμενος νὰ γίνει Βάρβαρος - Ἰουδαιοχριστιανός - Ἑβραῖος, ἀποκλήθηκε, ἀπὸ τους Ἑβραίους καὶ Ἰουδαιοχριστιανούς, Παραβάτης.

Καὶ 2) Ο ΜΕΓΑΛΟΣ Φιλόσοφος Πρφύριος ὁ Τύριος (234-310 μ.Χ.) ὁ ὁποῖος γεννήθηκε στὴ Βαβυλῶνα, ἀπὸ γονεῖς Βαβυλώνιους, ποῦ καὶ αὐτῶν ἡ γενεαλογική ρίζα ἦταν βαθειά ριζωμένη στὴ βαβυλώνια γῆ, καὶ ποῦ στὸν τάφο του ἀκόμα, με τις ὑποθῆκες του το "ΚΑΤΑ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ", το "ΠΡΟΣ ΑΝΕΒΥ ΕΠΙΣΤΟΛΗ" καὶ το "ΠΡΟΣ ΜΑΡΚΕΛΛΑ ΕΠΙΣΤΟΛΗ", συνεχίζει νὰ παραμένει Ἕλληνας.

3. Το ὄνομα Ἕλλην δὲν παράγεται ἀπὸ το Ἑλλὰς, ἀλλὰ το δεύτερο ἀπὸ το πρῶτο. Ἕλλην, Ἑλλάς, Ἑλληνισμός καὶ Ἔθνος τῶν Ἑλλήνων εἶναι δύο ὀνόματα καὶ δύο ὅροι με ἀλληλοεξαρτώμενες ἔννοιες ἀλλὰ με διαφοροποιημένο το σημασιολογικό τους περιεχόμενο.

4. Σε κανένα ἀπὸ τα περισωθέντα ἔργα τῶν Ἀρχαίων Ἑλλήνων συγγραφέων (ἀπ' ὅσα ἔχω ὑπ' ὄψη μου) δὲν γίνεται, οὔτε ἄμεση, οὔτε ἔμμεση ἐννοιολογική ἑρμηνεία του ὀνόματος Ἕλλην. Η μόνη ἑρμηνεία ποῦ γίνεται, σε πολλά ἀπ' αὐτὰ τα ἔργα, εἶναι ἐτυμολογική.

Ὅλοι οἱ Ἀρχαῖοι, μεταγενέστεροί τους καὶ νεώτεροι Συγγραφεῖς ποῦ ἔχουν ἐτυμολογήσει την καταγωγή του ὀνόματος Ἕλλην ἔχουν στηριχτεῖ στὴν ἑρμηνεία ποῦ ἔχει δώσει ὁ Ὅμηρος (Ὀδύσσεια Δ' 726 καὶ Ἰλιάδα Β' 683 καὶ Στ' 684), ὁ ὁποῖος ἀναφέρει ὅτι αὐτὸ παράγεται ἀπὸ το Ἑλλάς, την πόλη της Θεσσαλίας την ὁποία ἔκτισε ὁ Ἕλλην ὁ Γυιός του Δευκαλίωνα.

Την ἴδια ἑρμηνεία του Ὁμήρου ἔχουν υἱοθετήσει καὶ ὅλα τα ὀρθογραφικά, ἑρμηνευτικά καὶ ἐτυμολογικά λεξικά της Ἀρχαίας καὶ Νέας Ἑλληνικῆς γλώσσας, ὅπως π.χ. του Ἡσυχίου, Εὐσταθίου, Στέφανου Βυζαντίου, Λίντελ Σκώτ, Γαζή, Βερναρδάκη, Σακελλαρίου, Κωνσταντινίδη, Χατζιδάκη, Δημητράκου. Σε κανένα ὅμως ἀπὸ τα λεξικά αὐτὰ δὲν γίνεται ἐννοιολογική ἑρμηνεία του ὀνόματος αὐτοῦ.

Πολλοί νεώτεροι Ἱστορικοί, Φιλόλογοι καὶ Γλωσσολόγοι δίδουν καὶ μία δεύτερη ἐτυμολογική ἑρμηνεία.

Κατά την ἑρμηνεία αὐτή αὐτὸ παράγεται ἀπὸ το ὄνομα Ἑλλάς-Έλλοι.

Το ὄνομα αὐτὸ το ἔφερε ἕνα ἀπὸ τα ἀρχαιότερα ἱερατικά γένη το ὁποῖο ἰεράτευε κληρονομικῶς στὸ Ἱερὸ του Δία στῆ Δωδώνη της Ἠπείρου.

Καὶ ἡ πρώτη καὶ ἡ δεύτερη ἑρμηνεία, ὅπως βλέπουμε εἶναι μόνο ἐτυμολογική καὶ ὄχι ἐννοιολογική. Καὶ σὰν ἐτυμολογικές ὅμως δὲν εἷναι σωστές. Δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι σωστές γιὰ τους ἁπλούστατους λόγους:

1ος) Ἀφοῦ, κατά την πρώτη ἐτυμολόγηση, ὁ Ἕλλην, ὁ Γυιός του Δευκαλίωνα, ἔκτισε την Πόλη: Ἑλλὰς, το πρῶτο ὄνομα προηγεῖται του δευτέρου. Ἑπομένως εἶναι καὶ φυσιολογικό καὶ λογικό νὰ παράγεται το Ἑλλάς ἀπὸ το Ἕλλην καὶ ὄχι το ἀντίθετο.

2ος) Το Ἑλλάς-Έλλοι, ποῦ κατά την δεύτερη ἐτυμολόγηση παράγεται το Ἕλλην-Έλληνες, παράγεται ἀπὸ το Ἑλλοπία. Ἑλλοπία ὀνομαζόταν ὁ κάμπος της Ἠπείρου (σημερινός τῶν Ἰωαννίνων) στὸν ὁποῖο ἦταν κτισμένος ὁ Ναός του Δωδωναῖου Διός. Ἀπὸ το ὄνομα αὐτὸ ἀποκλήθηκαν Ἕλλοποι, διατηρῶντας ταυτόχρονα καὶ το προηγούμενό τους, το Σέλλοι, μόνο οἱ ἱερεῖς ποῦ ὑπηρετοῦσαν στὸν Ναό αὐτὸ.

Το δεύτερο το Σέλλοι, το εἶχαν πρὶν πᾶνε (στὴν πεδιάδα της Ἑλλοπίας, ὅπου καὶ το Ἑλλοποι, καὶ στὴν κοιλάδα αὐτῆς Τομάρου, σημερινή Ὀλύτσικας, ἀπὸ ὅπου καὶ το τρίτο τους ὄνομα Τόμαροι, ἡ Τούμαροι) στὴν Δωδώνη. Αὐτὸ το εἶχαν πάρει ἀπὸ την πελασγική πόλη της Θεσπρωτίας Ἕλλα, ἡ Σέλλα ποῦ καὶ αὐτὴ το εἶχε πάρει ἀπὸ τον ποταμό Σελλήεντα (Κωκκυτόν) της αὐτῆς περιοχῆς.

3ος) Ὅλοι οἱ μετά-ὀμηρικοί Συγγραφεῖς, οἱ Ἀλεξανδρινοί, Ρωμαῖοι καὶ Βυζαντινοί Ἱστορικοί καὶ Λεξικογράφοι, ὅπως καὶ οἱ Νέοι, Νεώτεροι καὶ Σύγχρονοι Ἕλληνες καὶ ξένοι Ἱστορικοί, Φιλόλογοι, Ἐθνολόγοι καὶ Γλωσσολόγοι ἐνῶ στηρίζονται, κυρίως, στὴν ὁμηρική ἐτυμολόγηση ἔχουν ταυτοχρόνως υἱοθετήσει καὶ την ἑρμηνεία του Ἀπολλόδωρου, ὁ ὁποῖος, ὅπως ἔχουμε δεῖ σε προηγούμενες σελίδες καὶ ὅπως θὰ ξαναδοῦμε ἀμέσως παρακάτω, γράφει: "Ο ἴδιος μὲν ὁ Ἕλλην ὀνόμασε Ἕλληνας αὐτούς ποῦ πρωτύτερα ὀνομάζοντο Γραικοί...".

Μόνο οἱ τρεῖς παραπάνω λόγοι ἀποκλείουν, καὶ την πιθανότητα ἀκόμα νὰ εἶναι σωστή ἡ ἐτυμολόγηση του Ὁμήρου καὶ κατ' ἐπεκτάσει καὶ ὅλες οἱ ἄλλες, ποῦ στηρίζονται σ' αὐτὴν ἡ στὰ ὀνόματα Ἕλλος -Ἕλλοι, Σέλλος-Σέλλοι.

Ἑπομένως το Ἕλλην-Έλληνες, ἡ Ἑλλαν της δωρικῆς καὶ αἰολικῆς, δὲν μπορεῖ νὰ παράγεται, οὔτε ἀπὸ το Ἕλλας, οὔτε ἀπὸ το Ἑλλοι ή Σέλλοι, οὔτε ἀπὸ το Ἑλλα ή Σέλλα.

Οὔτε ἡ γραμματική του ἐτυμολογία, οὔτε, κυρίως, ἡ ἐννοιολογική του σημασία του ἀφήνουν περιθώρια νὰ προέρχεται ἀπ' αὐτή. Ἀντιθέτως, ὅπως προαναφέρεται, το Ἑλλάς παράγεται ἀπ' αὐτό.

ΙΩΑΝΝΗΣ Π. ΦΟΥΡΑΚΗΣ, "Ἑβραῖοι: Οἱ Πλαστογράφοι της Ἑλληνικής Ἱστορίας", Βιβλίο Πρῶτο - Ἡμίτομος Α', σελ. 36-40.



Δευτέρα 1 Απριλίου 2024

Ὁ μῦθος τῆς Μαύρης Θάλασσας

 



Ὁ Εὔξεινος Πόντος ἢ Μαύρη Θάλασσα εἶναι ἐσωτερικὴ θάλασσα μεταξὺ τῆς νοτιοανατολικῆς Εὐρώπης καὶ τῆς Μικρᾶς Ἀσίας.Ο ὅρος «Μαύρη Θάλασσα» δὲν ἐντοπίζεται 
σὲ ἡμερομηνία νωρίτερα τοῦ 12ου αἰῶνα. 
Ὁ Στράβων ἀναφέρει πὼς στὴν ἀρχαιότητα, ὁ Εὔξεινος Πόντος συχνὰ ἀποκαλεῖτο ἁπλὰ Πόντος (δηλαδὴ «Θάλασσα»). 
Ὁ Ἡρόδοτος, ὡστόσο, κάποια στιγμὴ στὸ ἔργο του χρησιμοποιεῖ ἐναλλακτικὰ τοὺς ὅρους Ἐρυθρὰ Θάλασσα καὶ Νότιος Θάλασσα. 
Ἡ Ἑλληνο-Ρωμαϊκὴ παράδοση ἀναφέρεται στὴ Μαύρη Θάλασσα ἀποκλειστικὰ ὡς Εὔξεινο Πόντο, δηλαδὴ Φιλόξενη Θάλασσα. 
Ὁ ὅρος ἀποτελεῖ εὐφημισμὸ ποὺ ἀντικατέστησε τὸν πρότερο ὅρο Ἄξεινος Πόντος (δηλ. Ἀφιλόξενη Θάλασσα), τὸν ὁποῖο πρωτοσυναντᾶμε στὸν Πίνδαρο (ἀρχὲς τοῦ 5ου αἰῶνα π.Χ.). Ὁ Στράβων πιστεύει πὼς ὁ Εὔξεινος Πόντος ἀποκαλεῖτο ἀφιλόξενος πρὸ τῆς Ἑλληνικῆς ἀποικιοποίησης, ἀφ' ἑνὸς γιατί ἡ διάπλευσή του ἦταν δύσκολη, καὶ ἀφ' ἑτέρου διότι οἱ ἀκτές του κατοικοῦνταν ἀπὸ ἄγριες φυλές, καὶ πὼς τὸ ὄνομα ἄλλαξε σὲ φιλόξενος ἀφοῦ οἱ [Μιλήσιοι] ἀποίκησαν τὴν περιοχή, καθιστῶντας την μέρος τοῦ Ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ. 
Ο κατακλυσμός, ο Νώε, ο Δευκαλίωνας και το Έπος του Γκιλγκαμές!
Εἶναι γεγονὸς ὅτι σὲ κάθε σχεδὸν πολιτισμὸ ποὺ ἐμφανίστηκε ποτὲ στὴ Γῆ ὑπάρχει ἕνας θρῦλος γιὰ ἕναν κατακλυσμὸ ποὺ συνέβη στὰ παλιὰ ἐκεῖνα χρόνια καὶ ξεκλήρισε τὴν οἰκουμένη. 
Οἱ λεπτομέρειες ποικίλουν ἀλλὰ ἡ βασικὴ πλοκὴ παραμένει ἡ ἴδια: ἡ πλημμύρα ἀφανίζει τοὺς πάντες ἐκτὸς ἀπὸ λίγους καὶ ἐκλεκτούς. 
Ἡ βίαιη πλημμύρα ποὺ ἐξαφανίζει λοιπὸν ὀργανωμένες κοινωνίες διαπερνᾶ τὴ μυθολογία ἑκατοντάδων κυριολεκτικὰ πολιτισμῶν, ἀπὸ τὴ Μέση Ἀνατολὴ καὶ τὴν Ἀμερικὴ μέχρι τὴν Ἰνδία, τὴν Κίνα καὶ τὴ Νότια Ἀσία, γιὰ νὰ ἀναφέρουμε μερικὰ μόνο. 
Οἱ ἀκαδημαϊκοὶ ἔχουν μάλιστα ἐντοπίσει στοὺς ἀναρίθμητους μύθους ὁμοιότητες ποὺ δὲν μποροῦν νὰ ἀγνοηθοῦν: 
Μελετῶντας περισσότερες ἀπὸ 200 ἀντίστοιχες ἱστορίες κατακλυσμοῦ, ὁ ἐρευνητὴς James Perloff παρατήρησε ὅτι ἡ ἰδέα τῆς πλανητικῆς πλημμύρας παρατηρεῖται στὸ 95% τῶν λαϊκῶν παραδόσεων, οἱ ἄνθρωποι σώζονται μὲ τὴ βοήθεια καραβιοῦ στὸ 70% ἐξ αὐτῶν, ἐνῷ στὸ 57% οἱ ἐπιζῶντες βρίσκουν καταφύγιο πάνω σὲ βουνό. 
Καὶ βέβαια ἡ πιὸ προβεβλημένη ἱστορία δὲν εἶναι ἄλλη ἀπὸ τὴ βιβλικὴ ἀναφορὰ στὸν Νῶε καὶ τὴν Κιβωτό του, μὲ τὴ θεϊκὴ μήνη νὰ ἀναγνωρίζει τὴ φαυλότητα τῆς ἀνθρωπότητας καὶ νὰ ἀποφασίζει νὰ καταστρέψει ὅλη τὴν πλάση, χαρίζοντας τὴ ζωὴ στὸν Νῶε, τὴν οἰκογένειά του καὶ τὰ ζῶα ποὺ ἐπιβίωσαν μέσῳ τῆς Κιβωτοῦ γιὰ νὰ ἀνασυστήσουν τὴ ζωὴ στὸν πλανήτη. 
Ἀκόμα παλιότερο ἀπὸ τὸν θρῦλο τῆς βιβλικῆς Γένεσης εἶναι τὸ βαβυλωνιακὸ ἔπος του Γκιλγκαμές, ἡ ἱστορία ἑνὸς βασιλιᾶ δηλαδὴ ποὺ ξεκινᾶ ἕνα συναρπαστικὸ ταξίδι γιὰ νὰ βρεῖ τὸ μυστικὸ τῆς ἀθανασίας, ὅταν καὶ συναντᾶ στὸ διάβα του τὸν Utnapishtim, ποὺ εἶχε ἐπιβιώσει ἀπὸ τὸν κατακλυσμὸ ποὺ στάλθηκε στὴ Γῆ ἀπὸ τοὺς θεούς: προειδοποιημένος ἀπὸ τὸν Enki, τὸν θεὸ τοῦ νεροῦ, ὁ Utnapishtim κατασκεύασε ἕνα καράβι καὶ ἔσωσε ἔτσι οἰκείους καὶ φίλους, καθὼς καὶ ζῶα, τεχνῖτες καὶ πολύτιμα μέταλλα. 
Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες καὶ κατόπιν οἱ Ρωμαῖοι μεγάλωναν μὲ τὸν μῦθο τοῦ Δευκαλίωνα καὶ τῆς Πύρρας, οἱ ὁποῖοι ἔσωσαν ὅ,τι ἄξιζε νὰ σωθεῖ ἀπὸ τὴ μανία τοῦ Δία ποὺ στράφηκε κατὰ τῆς ἀνθρώπινης διαφθορᾶς. 
Ἰρλανδικὲς λαϊκὲς παραδόσεις κάνουν λόγο γιὰ τὴ βασίλισσα Cesair καὶ τὴν αὐλή της, ποὺ ἀρμένιζαν γιὰ 7 ὁλόκληρα χρόνια γιὰ νὰ ἀποφύγουν τὸν πνιγμό, ὅταν οἱ ὠκεανοὶ κατάκλυσαν τὴ χώρα. Καὶ βέβαια οἱ πρῶτοι εὐρωπαῖοι ἐξερευνητὲς τῆς Ἀμερικῆς δὲν θὰ μποροῦσαν νὰ μὴ μείνουν μὲ τὸ στόμα ἀνοιχτὸ ὅταν ἄκουσαν τοὺς ἀντίστοιχους θρύλους τῶν ἰνδιάνων ποὺ παραήταν κοντὰ στὴ βιβλικὸ χρονικὸ τοῦ Νῶε, κάνοντας τὸ ἱσπανικὸ ἱερατεῖο νὰ ὀσμίζεται δράση τοῦ Σατανᾶ: θεώρησαν δηλαδὴ ὅτι ὁ Διάολος εἶχε φυτέψει στὰ μυαλὰ τῶν γηγενῶν τέτοιες ἱστορίες γιὰ νὰ τοὺς μπερδέψει καὶ νὰ χάσουν τὸν δρόμο τους! 

Τί σχέση ὅμως μπορεῖ νὰ ἔχει ἡ Μαύρη Θάλασσα μὲ τοὺς μύθους τοῦ κατακλυσμοῦ; Πολὺ στενή, ἂν πιστέψουμε τὴ θεωρία... 
Ἡ θεωρία 
Οἱ γεωλόγοι William Ryan καὶ Walter Pitman τοῦ Πανεπιστημίου Κολούμπια διερωτήθηκαν λοιπὸν στὰ τέλη τῆς δεκαετίας τοῦ 1990 τί μπορεῖ νὰ ἐξηγήσει τη σχεδὸν οἰκουμενικὴ ἐπικράτηση τοῦ μύθου τοῦ κατακλυσμοῦ. Τί ὑποστηρίζουν; Ὅτι καθὼς ἡ Ἐποχὴ τῶν Παγετώνων ἔφτανε στὸ τέλος της καὶ οἱ παγωμένοι ὄγκοι ἔλιωναν, ἕνα τεῖχος νεροῦ ξεχύθηκε ἀπὸ τὴ Μεσόγειο στὴ Μαύρη Θάλασσα! 
Στὴν Ἐποχὴ τῶν Παγετώνων λοιπόν, ἰσχυρίζονται οἱ δύο ἐπιστήμονες, ὁ Εὔξεινος Πόντος ἦταν μιὰ ἀπομονωμένη λίμνη ποὺ περιβαλλόταν ἀπὸ εὔφορα ἐδάφη. Κάπου 12.000 χρόνια πρίν, κοντὰ στὸ τέλος τῆς Ἐποχῆς τῶν Παγετώνων, ἡ θερμοκρασία τῆς Γῆς ἄρχισε νὰ αὐξάνει, μὲ τὰ τεράστια κομμάτια πάγου ποὺ κάλυπταν ὅλο τὸ Βόρειο Ἡμισφαίριο νὰ λιώνουν προοδευτικά. Ὡς ἀποτέλεσμα, οἱ θάλασσες γέμιζαν νερό. 

Φτάνοντας στὰ 7.000 χρόνια πρίν, ἡ ἐπιφάνεια τῆς Μεσογείου διογκώθηκε, μὲ τὸ παραπανίσιο θαλασσινὸ νερὸ νὰ βρίσκει διέξοδο πρὸς τὰ βόρεια, στὸ μέρος ποὺ εἶναι σήμερα ἡ Τουρκία. Διοχετευμένο λοιπὸν μέσῳ τῶν Στενῶν τοῦ Βοσπόρου, τὸ νερὸ χτύπησε τὴ Μαύρη Θάλασσα μὲ ὁρμὴ 200 φορὲς παραπάνω ἀπὸ τὴ μανία τῶν Καταρρακτῶν του Νιαγάρα! Ἡ στάθμη τῆς πάλαι ποτὲ λίμνης ἀνέβαινε κατὰ 15 ἑκατοστὰ τὴν ἡμέρα, μὲ τὰ παράκτια ἐδάφη νὰ χάνονται γιὰ πάντα κάτω ἀπὸ τὸ νερο Καταγραμμένη στὴ μνήμη τῶν κατατρομαγμένων ἐπιζώντων, ἡ ἱστορία τῆς πλημμύρας πρέπει νὰ πέρασε στὶς ἑπόμενες γενιές, μὲ τὸν χρόνο νὰ προσθέτει καὶ νὰ ἀφαιρεῖ χαρακτηριστικά, καταλήγοντας τελικὰ στὸν μῦθο τοῦ Νῶε καὶ τὶς ἄλλες παραδόσεις τῆς Μέσης Ἀνατολῆς. Αὐτὸ τοὐλάχιστον ἰσχυρίζεται ἡ ἐρευνητικὴ ὑπόθεση... 
Ἡ ἀναζήτηση 
Ὁ θαλάσσιος βιολόγος Bob Ballard χτενίζει τὸν πυθμένα τῆς Μαύρης Θάλασσας ἀναζητῶντας ἀπομεινάρια ἀρχαίων οἰκισμῶν, γεγονὸς ποὺ θὰ ἐπιβεβαιώσει τὴν ὑπόθεση ὅτι μιὰ κατακλυσμιαία πλημμύρα χτύπησε τὴν περιοχὴ 7.000 περίπου πρίν, ἡ ὁποία ἔμελλε νὰ ἀλλάξει τὸ τοπίο καθοριστικὰ καὶ νὰ ὁδηγήσει προοδευτικὰ στὴν ἀνάπτυξη τοῦ μύθου τοῦ Νῶε. 
Ἂν ἡ ὑπόθεση ἔχει ἔρεισμα στὴν πραγματικότητα, τότε ἴχνη ἀνθρώπινης δράσης πρέπει νὰ κείτονται στὸν βυθό του Εὔξεινου Πόντου. Κι αὐτὸ ἀκριβῶς ἔδειξε ἀποστολὴ τοῦ 1998, παρουσιάζοντας μιὰ σειρὰ ἀπὸ ἐνδείξεις ποὺ προδίδουν ἀνθρώπινη δραστηριότητα. 
Ἡ ἐξερευνητικὴ ἀποστολὴ τοῦ ἴδιου τοῦ Ballard τὸ 1999 ἀποκάλυψε μιὰ ὑποθαλάσσια -πιά- κοιλάδα ποταμοῦ ἀλλὰ καὶ μιὰ ἀρχαία ἀκτογραμμή, στὴν ὁποία βρέθηκαν ταυτοχρόνως ἀπολιθωμένα κελύφη ἀπὸ μαλάκια τόσο τῆς θάλασσας ὅσο καὶ τοῦ γλυκοῦ νεροῦ, τὴν ἴδια ὥρα ποὺ ἡ χρονολόγηση μὲ ἄνθρακα φαίνεται νὰ ὑποστηρίζει τὴ θεωρία τῆς λίμνης ποὺ κατακλύστηκε ἀπὸ θαλασσινὸ νερὸ 7.000 χρόνια πρίν. Ταυτοχρόνως, ἐντοπίστηκε καὶ φυσικὴ παρουσία ἀνθρώπου, μέσῳ οἰκοδομημάτων της 
Ἐποχῆς τοῦ Λίθου καὶ πρώιμων ἐργαλείων. 

Οἱ ἔρευνες συνεχίζονται πλέον περνῶντας στὸ ἑπόμενο ἐπίπεδο: ὁ Ballard καὶ ἡ ὁμάδα του χρησιμοποιοῦν σόναρ καὶ τηλεκατευθυνόμενα ὀχήματα «χτενίζοντας» τὴ Μαύρη Θάλασσα γιὰ ἴχνη ἀνθρώπινης δράσης, ὅπως κτίρια, καράβια καὶ κεραμικά. Τὴν ὥρα λοιπὸν ποὺ φτάνουμε ὁλοένα καὶ κοντύτερα στὸ νὰ καταλήξουμε ἂν ἔγινε πράγματι οἰκουμενικὸς κατακλυσμὸς στὴ Γῆ, ἀντιμετωπίζουμε τὸ ἐνδεχόμενο μελλοντικῶν κολοσσιαίων πλημμυρῶν. 
Οἱ καταστροφικὲς πλημμύρες ἀπειλοῦν σήμερα τὴ ζωὴ ἑνὸς δισεκατομμυρίου ἀνθρώπων, μὲ τὸν ΟΗΕ νὰ ἐκτιμᾶ ὅτι ὁ ἀριθμὸς θὰ ἀνέρθει στὰ 2 δισ. μέχρι τὸ 2050: 
Ὁ συνδυασμὸς τῆς κλιματικῆς ἀλλαγῆς, τῆς ἀποψίλωσης τῶν δασῶν, τῆς ἀνόδου τῆς στάθμης τῆς θάλασσας καὶ τῆς αὔξησης τοῦ παγκόσμιου πληθυσμοῦ ρίχνει τὴ σκιά του στὸ ἴδιο τὸ μέλλον τῆς ἀνθρωπότητας...