Σάββατο 8 Απριλίου 2023

10 Ἀπριλίου τοῦ 1826 - Ἡ ἡρωικὴ ἔξοδος τοῦ Μεσολογγίου

10 Ἀπριλίου τοῦ 1826 - Ἡ ἡρωικὴ ἔξοδος τοῦ Μεσολογγίου 



Κυριακὴ τῶν Βαΐων ὁρίστηκε ὡς ἐπέτειος τῆς ἐξόδου.


Τὸ γεγονὸς συνέβῃ τὴν νύχτα μεταξὺ 10ης καὶ 11ης Ἀπριλίου 1826, κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἐπανάστασης τοῦ 1821, καὶ συγκαταλέγεται στὰ σημαντικότερα γεγονότα τῆς παγκόσμιας στρατιωτικῆς ἱστορίας Τρία χρόνια μετὰ τὴν ἀποτυχημένη ἀπόπειρα κατάληψης τοῦ Μεσολογγίου ἀπὸ τοὺς Κιουταχῆ καὶ Ὀμὲρ Βρυώνη, ὁ Σουλτᾶνος ἐπανῆλθε μὲ νέο σχέδιο. Ἀνέθεσε καὶ πάλι στὸν νικητὴ τῆς Μάχης του Πέτα, Κιουταχῆ, νὰ καταλάβει τὴν πόλη, συνδυάζοντας αὐτὴ τὴ φορὰ τὴν ἐπιχείρηση μὲ τὴν ἐκστρατεία τοῦ Ἰμπρὴμ στὴν Πελοπόννησο. Μὲ μιὰ πανίσχυρη στρατιὰ 20.000 ἀνδρῶν, ὁ Κιουταχῆς ξεκίνησε ἀπὸ τὰ Τρίκαλα στὰ τέλη Φεβρουαρίου τοῦ 1825 καὶ στὶς 15 Ἀπριλίου 1825 ἔφθασε πρὸ τοῦ Μεσολογγίου. Ἀμέσως ἄρχισε τὴν πολιορκία τῆς πόλεως, ἡ ὁποία μπορεῖ νὰ χωρισθεῖ σὲ δύο περιόδους: α) 15 Ἀπριλίου ἕως 12 Δεκεμβρίου 1825 β) 25 Δεκεμβρίου 1825 ἕως τίς 11 Ἀπριλίου 1826.


… Χωρὶς σημαντικὴ βοήθεια ἀπὸ τοὺς ὑπόλοιπους Ἕλληνες, λόγῳ τοῦ ἐμφυλίου πολέμου καὶ ἔχοντας νὰ ἀντιμετωπίσουν ὑπέρτερες ἐχθρικὲς δυνάμεις, οἱ 12.000 ψυχὲς τοῦ Μεσολογγίου ἀντιστάθηκαν καρτερικὰ ἐπὶ ἕνα χρόνο. Τὴν ὀργάνωση τῆς ἄμυνας ἀνέλαβε τριμελὴς ἐπιτροπὴ ὑπό τους Ἰωάννη Παπαδιαμαντόπουλο, Δημήτριο Θέμελη καὶ Γεώργιο Καναβό. Τὸ φρούριο τῆς πόλεως μετὰ τὴν πρώτη πολιορκία εἶχε βελτιωθεῖ, κατόπιν τῶν προσπαθειῶν τοῦ Ἀλέξανδρου Μαυροκορδάτου, τοῦ Βύρωνα καὶ τοῦ μηχανικοῦ Μιχαὴλ Κοκκίνη. Ἡ τάφρος ἔγινε βαθύτερη, ὁ μικρὸς περίβολος ἐνισχύθηκε μὲ πύργους καὶ πολύγωνα προτειχίσματα, πάνω στὰ ὁποῖα τοποθετήθηκαν 48 τηλεβόλα καὶ 4 βομβοβόλα. Ἡ νησῖδα Βασιλάδι, μεταξὺ τῆς λιμνοθάλασσας καὶ τῆς θάλασσας, ἔγινε ἕνα εἶδος προκεχωρημένου ὀχυροῦ. Ἐκεῖ τοποθετήθηκαν 6 πυροβόλα καὶ συγκεντρώθηκαν 2.000 γυναικόπαιδα γιὰ νὰ μὴν ἐπιβαρύνουν τὴ φρουρὰ τῆς πόλης. Ἐντὸς τοῦ Μεσολογγίου ὑπῆρχαν 10.000 ἄτομα, ἐκ τῶν ὁποίων 4.000 ἄνδρες, ἄριστοι πολεμιστὲς ἀπὸ τὴν Ἤπειρο καὶ τὴν Αἰτωλοακαρνανία καὶ ἀκόμη 1.000 ἄνδρες, δυνάμενοι νὰ φέρουν ὅπλα. Κατὰ τὴν πρώτη φάση τῆς πολιορκίας (15 Ἀπριλίου-12 Δεκεμβρίου 1825) τὸ Μεσολόγγι πολιορκήθηκε μόνο ἀπὸ τίς δυνάμεις τοῦ Κιουταχῆ. Οἱ ἐπιθέσεις τους συντρίβονταν εὔκολα ἢ δύσκολα ἀπὸ τοὺς ὑπερασπιστὲς τῆς πόλης. Ἐξάλλου, ὁ ἀπὸ θαλάσσης ἀποκλεισμὸς δὲν ἦταν ἰσχυρὸς καὶ ἐπανειλημμένως διασπάσθηκε ἀπὸ τὸν στόλο τοῦ Μιαούλη, ὁ ὁποῖος ἐνίσχυε μὲ πολεμοφόδια καὶ τρόφιμα τοὺς πολιορκούμενους. Στὶς 24 Ἰουλίου, 1000 ρουμελιῶτες πολεμιστὲς ὑπὸ τὸν Γεώργιο Καραϊσκάκη ἀνάγκασαν τὸν Κιουταχῆ νὰ ἀποσύρει τίς δυνάμεις του στὶς ὑπώρειες τοῦ ὄρους Ζυγός, χαλαρώνοντας τὴν πολιορκία τοῦ Μεσολογγίου. Ἀλλὰ καὶ ὁ τουρκικὸς στόλος, παρενοχλούμενος ἀπὸ τὸν ἑλληνικό, ἀναγκάσθηκε νὰ ζητήσει καταφύγιο στὴν ἀγγλοκρατούμενη Κεφαλληνία.
 


Στὶς 5 Αὐγούστου ὁ Κίτσος Τζαβέλλας, ἐπικεφαλῆς δυνάμεως Σουλιωτῶν πολεμιστῶν, εἰσῆλθε στὴν πόλη, ἀναπτερώνοντας τὸ ἠθικὸ τῶν πολιορκουμένων. Ὅμως, στὶς ἀρχὲς Νοεμβρίου, ὁ κοινὸς στόλος Τούρκων καὶ Αἰγυπτίων ἀποβίβασε 8.000 αἰγύπτιους στρατιῶτες κι ἕνα μῆνα ἀργότερα κατέφθασε στὴν περιοχὴ οἰμπραὴμ ποὺ εἶχε σχεδὸν καταστείλει τὴν Ἐπανάσταση στὴν Πελοπόννησο. Τοῦρκοι, Τουρκαλβανοὶ καὶ Αἰγύπτιοι ἀριθμοῦσαν 25.000 ἄνδρες, μὲ σύγχρονο πυροβολικό, ποὺ διοικοῦσαν γάλλοι ἀξιωματικοί. Οἱ Ἕλληνες εἶχαν νὰ ἀντιπαρατάξουν 4.000 μαχητές. Στὶς 25 Δεκεμβρίου 1825 ἄρχισε ἡ δεύτερη φάση τῆς πολιορκίας τοῦ Μεσολογγίου. Ὅπως καὶ στὴν πρώτη πολιορκία, πάλι ὑπῆρξε διάσταση ἀπόψεων μεταξὺ τῶν δύο πασάδων. Ὁ αἰγύπτιος Ἰμπραὴμ ἐπεχείρησε μὲ τίς δικές του δυνάμεις νὰ καταλάβει τὸ Μεσολόγγι στὶς 16 Ἰανουαρίου 1826. Ἀπέτυχε, ὅμως, καὶ ἀναγκάσθηκε νὰ συμπράξει μετὰ τοῦ Κιουταχῆ. Οἱ δύο στρατοὶ κατέστησαν ἀσφυκτικὴ τὴν πολιορκία μὲ ἀνηλεῆ κανονιοβολισμὸ τοῦ Μεσολογγίου καὶ μὲ τὴν κατάληψη τῶν στρατηγικῆς σημασίας νησίδων Βασιλάδι (25 Φεβρουαρίου) καὶ Κλείσοβας (25 Μαρτίου). Μετὰ τὴν πτώση τῶν δύο νησίδων, ἡ θέση τῶν πολιορκουμένων κατέστῃ δεινή, μετὰ καὶ τὴν ἀποτυχία τοῦ Μιαούλη νὰ διασπάσει τὸν ναυτικὸ ἀποκλεισμό. 



Ἡ κατάσταση πλέον μέσα στὴν πόλη εἶχε φθάσει σὲ ὁριακὸ σημεῖο. Τρόφιμα δὲν ὑπῆρχαν καὶ οἱ πολιορκούμενοι (γυναῖκες, παιδιά, τραυματίες, γέροντες καὶ μαχητὲς) σιτίζονταν μὲ φύκια, δέρματα, ποντίκια καὶ γάτες! Ὑπὸ τίς συνθῆκες αὐτές, ποὺ καθιστοῦσαν ἀδύνατη τὴν ἀποτελεσματικὴ ὑπεράσπιση τῆς πόλης, ἀποφασίστηκε σὲ συμβούλιο ὁπλαρχηγῶν καὶ προκρίτων στὶς 6 Ἀπριλίου ἡ ἔξοδος καὶ ὁρίστηκε γι' αὐτή, ἡ νύχτα του Σαββάτου τοῦ Λαζάρου πρὸς Κυριακὴ τῶν Βαΐων (9 πρὸς 10 Ἀπριλίου). Τὰ μεσάνυχτα, σύμφωνα μὲ τὸ σχέδιο, χωρίστηκαν σὲ τρεῖς ὁμάδες, ὑπό τους Δημήτριο Μακρή, Νότη Μπότσαρη καὶ Κίτσο Τζαβέλα, μὲ τὴν ἐλπίδα νὰ διασπάσουν τίς ἐχθρικὲς γραμμές, ἐπωφελούμενοι ἀπὸ τὸν αἰφνιδιασμὸ τῶν πολιορκητῶν. Νωρίτερα εἶχαν σκοτώσει τοὺς τούρκους αἰχμαλώτους, ἐνῶ στὴν πόλη παρέμειναν τραυματίες καὶ γέροι. Ὅμως, τὸ σχέδιο τῆς ἐξόδου, εἴτε προδόθηκε, εἴτε δὲν ἐφαρμόστηκε σωστὰ κι ἔτσι οἱ δυνάμεις τοῦ Ἰμπραὴμ κατέσφαξαν μὲ τὰ γιαταγάνια τοὺς μαχητὲς τῆς ἐλευθερίας. Στὸ μεταξύ, μέσα στὸ Μεσολόγγι εἶχαν ἀρχίσει οἱ σφαγὲς ἀπὸ τοὺς Τουρκοαιγύπτιους, ποὺ εἶχαν εἰσβάλει ἀπὸ ἄλλο σημεῖο τῆς πόλης. Σὲ πολλὰ σημεῖα σημειώθηκαν δραματικὲς σκηνές: ὁ δημογέροντας Χρῆστος Καψάλης, ὅταν κυκλώθηκε ἀπὸ τοὺς εἰσβολεῖς στὸ σπίτι του, ὅπου εἶχαν συγκεντρωθεῖ τραυματίες, γέροντες καὶ γυναικόπαιδα, ἔβαλε φωτιὰ στὴν πυριτιδαποθήκη, ἐνῶ ὁ μητροπολίτης Ρωγῶν Ἰωσὴφ ἀνατίναξε τὸν Ἀνεμόμυλο, στὴν τελευταία πράξη ἀντίστασης, ὅταν κυκλώθηκε ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς. Τὸ πρωὶ τῆς 10ης Ἀπριλίου, ἀνήμερα τῶν Βαΐων, ἡ ὀθωμανικὴ ἡμισέληνος κυμάτιζε στὰ χαλάσματα τοῦ Μεσολογγίου.

 


 Οἱ πληροφορίες γιὰ τίς ἀπώλειες τῶν Ἑλλήνων κατὰ τὴν πολιορκία καὶ τὴν ἔξοδο εἶναι ἀντιφατικές. Πιθανότερο φαίνεται ὅτι ἀπὸ τοὺς 3.000 ποὺ πῆραν μέρος στὴν ἔξοδο, οἱ 1.700 ἔπεσαν ἡρωικὰ μαχόμενοι. Ἀνάμεσα στοὺς νεκρούς, ὁ Ἰωάννης Παπαδιαμαντόπουλος, ὁ Μιχαὴλ Κοκκίνης, ὁ Ἀθανάσιος Ραζηκότσικας, ὁ Νικόλαος Στορνάρης, ὁ γερμανὸς ἐκδότης τῆς ἐφημερίδας «Ἑλληνικὰ Χρονικὰ» Ἰάκωβος Μάγιερ καὶ ἄλλοι γερμανοὶ φιλέλληνες. Γύρῳ,Γύρω στὰ 6.000 γυναικόπαιδα ὁδηγήθηκαν γιὰ νὰ πουληθοῦν στὴ Μεθώνη καὶ στὰ σκλαβοπάζαρα τῆς Κωνσταντινούπολης καὶ τῆς Ἀλεξάνδρειας. Οἱ ἀπώλειες γιὰ τοὺς τουρκοαιγύπτιους εἰσβολῆς ἀνῆλθαν σὲ 5.000 ἄνδρες. Ἡ Ἐπανάσταση μετὰ τὴν πτώση τοῦ Μεσολογγίου εἶχε σχεδὸν κατασταλεῖ. Ἡ φλόγα της, ὅμως, παρέμεινε ἄσβεστη, καθὼς ἡ ἧττα μετατράπηκε σὲ νίκη. Ἕνα νέο κῦμα φιλελληνισμοῦ ἀναδύθηκε μετὰ τὴν ἀμαύρωση τοῦ Ἀγῶνα, ἐξαιτίας τοῦ ἐμφύλιου σπαραγμοῦ. Αὐτὸ μὲ τὴ σειρά του ἐπηρέασε ἐμμέσως τὴν εὐρωπαϊκὴ διπλωματία γιὰ τὰ ἐθνικὰ δίκαια τῶν Ἑλλήνων. 




Πὀλλὰ ἔργα, ζωγραφικά, λογοτεχνικὰ καὶ ἄλλα, ἀπαθανάτισαν τὴ θυσία τῶν Μεσολογγιτῶν. Ὁ ἐθνικός μας ποιητὴς Διονύσιος Σολωμὸς ἔγραψε τὴν ἡμιτελῆ ποιητική του σύνθεση «Ἐλεύθεροι Πολιορκημένοι», μὲ τοὺς γνωστοὺς στίχους ἀπὸ τὸ Σχεδίασμα Β': Ἄκρα τοῦ τάφου σιωπὴ στὸν κάμπο βασιλεύει Λαλεῖ πουλί, παίρνει σπυρί, κι ἡ μάνα τὸ ζηλεύει. Τὰ μάτια ἡ πεῖνα ἐμαύρισε' στὰ μάτια ἡ μάνα μνέει' Στέκει ὁ Σουλιώτης ὁ καλὸς παράμερα καὶ κλαίει: «Ἔρμο τουφέκι σκοτεινό, τί σ΄έχω γὼ στὸ χέρι; Ὁπού,Ὁποῦ σὺ μοῦ ΄γινες βαρὺ κι ὁ Ἀγαρηνὸς τὸ ξέρει» Ἀμέσως μετὰ τὴν κατάληψη τοῦ Μεσολογγίου, ὁ Κιουταχῆς μὲ τὸν στρατό του κατευθύνθηκε πρὸς τὴν Ἀνατολικὴ Στερεὰ Ἑλλάδα, μὲ ἀντικειμενικὸ σκοπὸ τὴν κατάληψη τῆς Ἀττικῆς. Ὁ Ἰμπραὴμ ἐπανῆλθε στὴν Πελοπόννησο γιὰ νὰ ἐξαλείψει καὶ τίς τελευταῖες ἑστίες ἀντίστασης σὲ Μάνη καὶ Ἀργολίδα. Τὸ Μεσολόγγι ἀπελευθερώθηκε στὶς 11 Μαϊου 1829. Τὸ 1937 ἀναγνωρίστηκε ὡς «Ἱερὰ Πόλις» καὶ ἡ Κυριακὴ τῶν Βαΐων ὁρίστηκε ὡς ἐπέτειος τῆς ἐξόδου. 












Παρασκευή 31 Μαρτίου 2023

ΑΠΡΙΛΙΟΣ



ΑΠΡΙΛΙΟΣ
ΜΟΥΝΙΧΙΩΝ (ΑΘΗΝΑΙ ΑΤΤΙΚΗ )

ΑΡΤΕΜΙΣΙΟΣ ( ΣΠΑΡΤΗ

ΜΟΥΝΙΧΙΩΝ ὁ δέκατος μὴν παρὰ Αθηναίοιs. Ἐν δὲ τούτῳ Ἀρτέμιδι ἔθυον Μουνυχία
{ Φωτίου Λεξικὸν }

Μουνιχιὼν ἦταν ὁ δέκατος μῆνας τῶν Ἀθηναίων. Κατὰ αὐτὸν τὸν μῆνα θυσίαζαν στὴν Μουνυχία Ἄρτεμιν. ( Μουνυχία εἶναι η Σημερινὴ περιοχὴ τῆς Καστελλασ στὸν
Πειραιᾶ, ὁπού ὑπῆρχε καὶ ἱερό τῆς Θεᾶς }.

ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ '' ΜΟΥΝΥΧΙΑ '
'
Πρότερον ὁ Πειραιεὺς νῆσος, ὅθεν καὶ τοὔνομα εἴληφεν ἀπὸ διαπερᾶν.
Οὗ τα ἄκρα Μούνυχοs κατασχὼν μουνυχίαs Ἀρτέμιδοs ἱερόν ἱδρύσατο. {Παυσανίου } << Αττικῶν ὀνομάτων συναγωγή >> Λεξικὸν Σουΐδα

Στὴν ἀρχὴ ὁ Πειραιεύς ἦταν ἕνα νησί, ἀπό ὅπου πῆρε καὶ τὸ ὄνομα του, ἀπό τὸ διαπερνῶ ( διότι ἔπρεπε νὰ διαπερασησ τὴν Θάλασσα.) Ἀφοῦ ὁ Μούνυχοs κατέλαβε
τὰ ἄκρα του ἵδρυσε ἱερό τῆς Μουνυχίαs Ἀρτέμιδοs

Μουνυχία τόπος παραθαλάσσιος ἐν τὴ Ἀττική. ἙλλΆνικοs δὲ ὠνομάσθαι φησίν ἀπό Μουνυχου τινὸς βασιλέως, τοῦ παντακλέουσ, ὅς Μουνυχίασ Ἀρτέμιδοσ ἱερόν ιδρύσατο [ Λεξικὸν Σουΐδαs ]

Μουνυχία Τόπος παραθαλάσσιος στὴν Ἀττική. Ὁ Ἑλλάνικοs ἀναφέρει ὅτι ὠνομάσθηκε


ἔτσι ἀπό κάποιον βασιλέα Μούνυχο, γυιὸ τοῦ Παντακλέουs ὁ ὁποῖοs ἵδρυσε ἱερό τῆς Μουνυχίαs Ἀρτέμιδοs ]







Τρίτη 28 Μαρτίου 2023

Ὁ Ἀπόλλωνας ἡ Φοῖβος, ὁ αἰώνιος ἔφηβος ...Θὰ ἔρθει πάλι Καὶ θὰ μείνει γιὰ πάντα

Ὁ Ἀπόλλωνας ἡ Φοῖβος, ὁ αἰώνιος ἔφηβος ...Θὰ ἔρθει πάλι Καὶ θὰ μείνει γιὰ πάντα



Ὁ τελευταῖος χρησμός της Πυθίας Νικάνδρας ἦταν:

Ἔστ ἦμαρ ὅτε Φοῖβος

πάλιν ἐλεύσεται

καὶ ἐς ἀεί ἔσεται!


Μετάφραση

Θὰ ἔρθη μέρα ποῦ ὁ Ἀπόλλων

Θὰ ἔρθει πάλι

Καὶ θὰ μείνει γιὰ πάντα.


Ἀναμφίβολα ὁ Ἀπόλλων εἶναι ὁ ἑλληνικότερος τῶν θεῶν. Ὅπως πολύ σωστά ἐπισημαίνουν σύγχρονοι μελετητές της ἑλληνικής θρησκείας,...

τοῦτος ὁ θεός ἀντιπροσωπεύει τὴ νέα ἔκφραση θρησκευτικῆς γνώσης γιὰ τον κόσμο καὶ την ἀνθρώπινη ὕπαρξη, πράγματα πέρα γιὰ πέρα ἑλληνικά καὶ ἀνεπανάληπτα. Ὁ Ἀπόλλων εἶναι ὁ ὄμορφος, ὁ εὐγενικός θεός του φωτός καὶ του ἥλιου. Ἡ προσωνυμία Φοῖβος (ὁ «φωτεινός») ἐκφράζει αὐτὴ την πτυχή του χαρακτῆρα του. Ἐπιπλέον, ἡ γνώση, ἡ ἀλήθεια, ἡ δικαιοσύνη καὶ ἡ ἁγνότητα βρίσκονται κάτω ἀπὸ την προστασία του. Δὲν θὰ ἀποτελοῦσε ὑπερβολή, ἄν λέγαμε πῶς η πνευματική δύναμη, ποῦ ὁ Ἀπόλλων ἐνσαρκώνει, εἶναι το θεμέλιο του δυτικοῦ πολιτισμοῦ.

Ἡ λατρεία του Ἀπόλλωνα, ἀπαντᾶ σε ὁλόκληρο τον ἑλληνόφωνο κόσμο: ἀπὸ τὴ Σικελία στὴ Δύση μέχρι τον Φάση ποταμό στὸν Εὔξεινο Πόντο. Στὸν θεό αὐτό ἀνήκουν οἱ πρῶτοι ναοί καὶ τα λατρευτικά ἀγάλματα, καὶ ἀπὸ τον θεό αὐτὸν προέρχονται τα θεοφορικά ὀνόματα Ἀπολλώνιος, Ἀπολλόδωρος, Ἀπολλοφάνης κ.ά.

Ἀπὸ τα τεμένη του Ἀπόλλωνα το σπουδαιότερο εἶναι οἱ Δελφοί – το «κέντρο του κόσμου», ὁ «ὀμφαλός της γῆς». Στοὺς Δελφούς χαράχτηκε ἡ περιβόητη ρήση «Γνῶθι σεαυτόν», το ἀνωτάτῳ ἀπολλώνιο δίδαγμα. Γιὰ πολλούς αἰῶνες τοῦτο το Δελφικό μαντεῖο εἶναι ἡ ζωτική δύναμη ὁλόκληρου του Ἑλληνισμοῦ. Ὁ Ἀπόλλωνας εἶναι ὁ Θεός του φωτός, ὁ Θεός της μαντικῆς τέχνης καὶ τῶν ὁραμάτων, της μουσικῆς, τῶν τραγουδιῶν καὶ της ποίησης (προστάτης τῶν καλῶν τεχνῶν), ὁ αἰώνιος ἔφηβος. Ἀκόμη εἶναι ὁ Θεός της θεραπείας ἀλλὰ ἐπειδή πολύ συχνά στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα ὅποιος εἶναι ἱκανὸς γιὰ το καλύτερο, εἶναι ἱκανὸς καὶ γιὰ το χειρότερο, ὁ Ἀπόλλωνας εἶναι ὁ θεός της πανούκλας καὶ τῶν ἀρρωστιῶν.

Ὁ Ἀπόλλωνας ἡ πολύ συχνά ὀνομαζόμενος με το γνωστότερο προσωνύμιο του, Φοῖβος, εἶναι ὁ δίδυμος ἀδελφὸς της Θεάς Ἄρτεμις. Πατέρας του εἶναι ὁ Δίας καὶ μητέρα του ἡ Λητώ μία ἐκ τῶν τιτάνων ποῦ ἡ σεμνότητα καί ἡ μετριοφροσύνη την ἀντιπροσώπευαν πλήρως. Γιὰ πολλούς ἡ Λητώ ἀντιπροσωπεύει το σκοτάδι κατ’ ἄλλους πάλι το φῶς της ἡμέρας. Ὁ Δίας σε μία ἀπὸ τις πολλές ἀπιστίες του στὴν ᾞρα, ἐρωτεύτηκε την Λητώ καὶ ἔσμιξε μαζί της. Μήν μπορῶντας ἡ ᾞρα νὰ τιμωρήσει τον ἄπιστο σύζυγό της, στράφηκε στὴ Λητώ μὴν ἀφήνοντάς την νὰ γεννήσει. Ἡ Λητώ, ἐτοιμόγεννη γυρνοῦσε ἀπὸ μέρος σε μέρος ψάχνοντας τον κατάλληλο τόπο γιὰ νὰ φέρει στὸ φῶς τα παιδιά της, ὅμως καμία γῆ δὲν την φιλοξενοῦσε ἀπὸ τον φόβο γιὰ την ὀργὴ της Ἥρας ποὺ θὰ ἔπεφτε πάνω της. Ὕστερά ἀπὸ καιρό, βρέθηκε το κατάλληλο μέρος γιὰ την Λητώ, ἦταν ἕνα πλεούμενο ξερονήσι το ὁποῖο φανέρωσε ὁ Ποσειδῶνας, καὶ το ὁποῖο δὲν φοβόταν την ὀργὴ της Ἥρας. Το νησί ἦταν ἄγονο καὶ δὲν προσφερόταν οὔτε γιὰ καλλιέργεια, οὔτε γιὰ κτηνοτροφική δραστηριότητα, ἔτσι δὲν εἶχε νὰ χάσει τίποτα ὅταν ἡ ὀργὴ της βασίλισσας τῶν Θεῶν θὰ ἔπεφτε πάνω του. Το ὄνομα του ἀρχικά ἦταν Ὀρτυγία καὶ σήμαινε γῆ των ὀρτυκιῶν στὴ συνέχεια ὅμως μετά την γέννηση του Ἀπόλλωνα καὶ ἀφοῦ ὁ Θεός το στερέωσε με τέσσερις πασσάλους στὸ βυθό, το ὀνόμασε Δῆλο (Φωτεινό). Το μέρος εἶχε βρεθεῖ γιὰ την γέννηση τὠν θεῶν, παρόλα αὐτά ὅμως ἡ Λητώ δὲν μποροῦσε νὰ γεννήσει τους θεούς, ἀφοῦ ἡ Ἤρα, κράταγε στὸν Ὄλυμπο την Εἰλειθυία, την θεά τῶν αἴσιων τοκετῶν. Ἡ Δήμητρα, ἡ Ἀθηνᾶ καὶ ἡ Ἀφροδίτη ἔσπευσαν σε βοήθεια της σπαράζουσας τιτάνιδας ὅμως ἦταν ἀδύνατο νὰ γεννήσει ἡ Λητώ παρά την παρουσία τους, χωρίς την συγκατάθεση της Ἥρας. Τότε οἱ θεές ἔστειλαν την Ἴριδα στὴν Ἥρα γιὰ νὰ την πείσει, προσφέροντάς της καὶ ἕνα περίτεχνο περιδέραιο κατασκευασμένο ἀπὸ τον Ἥφαιστο. Ἡ ᾞρα το δέχτηκε καὶ ἠρέμησε, ἀφήνοντας την Εἰλειθυία νὰ πάει στὴ Δῆλο. Μετά ἀπὸ την τεράστια ταλαιπωρία της ἡ Λητώ κατάφερε νὰ γέννηση, πρῶτα την Ἄρτεμη καὶ μετά τον Ἀπόλλωνα.

Χαρακτηριστικό της γέννησης του Ἀπόλλωνα, ἐκτὸς της μεγάλης ταλαιπωρίας της μητέρας του, ἦταν ὅτι δὲν βύζαξε καθώς ἀμέσως ἡ Θέμιδα ἔσταξε στὸ στόμα του μερικές σταγόνες ἀπὸ νέκταρ καὶ ἀμβροσία καὶ το βρέφος ἄρχισε νὰ μεγαλώνει με ἐκπληκτικό ρυθμό. Μέσα σε λίγη ὥρα πῆρε την ὁριστική του μορφή, μία πανέμορφη ὄψη καὶ ἔγινε ὁ Θεός ποῦ ἀντάξιός του σε ὀμορφιά δὲν ὑπῆρχε. Δικαίως οἱ θεές τον χάζευαν νὰ κάνει τα πρῶτα του βήματα πάνω στὸ νησί, το ὁποῖο ἄφησε σε λίγο ταξιδεύοντας γιὰ τον Ὄλυμπο ὅπου στήθηκε μεγάλη γιορτή γιὰ χάρη του, στὴν ὁποία ἔπαιζε την λύρα ποῦ μόλις του εἶχε χαρίσει ὁ πατέρας του καὶ δὲν την ἀποχωρίστηκε ποτέ. Ἕνα ἀπὸ τα κατορθώματα του Ἀπόλλωνα ἦταν ὅτι κατάφερε νὰ σκοτώσει στούς Δελφούς, τον Δράκοντα Πύθωνα. Το τέρας αὐτὸ εἶχε δέκα χέρια καὶ τέσσερα μάτια καὶ κυνηγοῦσε την Λητώ μὴν ἀφήνοντας την νὰ γεννήσει. Ἀφοῦ γέννησε πῆγε στοὺς Δελφούς καὶ ἐκεῖ κατάστρεφε τα πάντα καὶ σκότωνε τους ἀνθρώπους. Ἀφοῦ το σκότωσε ὁ Ἀπόλλωνας, γιὰ νὰ τον τιμήσουν οἱ κάτοικοι, ἔχτισαν μαντεῖο πρὸς τιμή του καὶ θέσπισαν τα Πύθια (ἀγῶνες πρὸς τιμή του Ἀπόλλωνα). Το μαντεῖο αὐτὸ ἦταν το σημαντικότερο της ἀρχαιότητας καὶ σε αὐτὸ κατέφευγαν ἀπὸ ὅλη την Ἑλλάδα ὅσοι ἀναζητοῦσαν κάποιο χρησμό. Ἐκεῖ, ἡ Πυθία καθήμενη πάνω στὸν ἱερὸ τρίποδα καὶ μασῶντας φύλλα δάφνης ἔδινε τους διφορούμενους χρησμούς της. Χωρίς ἀμφιβολία ὁ Ἀπόλλωνας εἶναι ὁ πιὸ ὄμορφος σε θεούς καὶ ἀνθρώπους. Το ὑπέροχο σῶμα του, το καλογυμνασμένο, ἁρμονικό, ἄτριχο κορμί του καὶ τα πάρα πολύ ὄμορφα χαρακτηριστικά του προσώπου του, με τα γαλανά του μάτια καὶ τις μικρές ξανθές του μποῦκλες θὰ τα ζήλευε ὁ καθένας. Παρόλα αὐτὰ ὅμως, παρά την ὀμορφιά του, δὲν ἔχει τις ἐρωτικές ἐπιτυχίες ποῦ ἀναμένουμε. Οἱ γυναῖκες ὄχι μόνο δὲν γοητεύονται ἀπὸ τον Θεό ἀλλὰ τρέχουν μακριά του μὴ θέλοντας νὰ ἔρθουν σε ἐπαφῆ μαζί του. Ἔτσι ὅταν ἐρωτεύτηκε την Δάφνη, την κόρη του θεοῦ ποταμοῦ Πηνειού της Θεσσαλίας αὐτή ἔτρεχε μακριά στὸ δάσος μὴ θέλοντας νὰ τον παντρευτεῖ.

Πέρασαν μερόνυχτα με τον Θεό νὰ την κυνηγάει καὶ νὰ καταφέρνει τελικά νὰ την πλησιάσει ἀρκετὰ, ὅμως τότε ἡ Νύμφη παρακάλεσε τον πατέρα της νὰ την σώσει καὶ ἐκεῖνος την λυπήθηκε καὶ την μεταμόρφωσε στὸ ὁμώνυμο φυτό. Βλέποντάς την ὁ Ἀπόλλωνας τότε ἀπογοητευμένος καὶ ἀπαρηγόρητος ποῦ δέν κατάφερε νὰ ἑνωθεῖ μαζί της, ἀγκάλιασε το δέντρο ποῦ κάποτε ἦταν το σῶμα της κοπέλας, ἔκοψε ἕνα κλαδί με φύλλα της ποὺ κάποτε ἦταν τα μαλλιά της καὶ το φόρεσε στὸ κεφάλι του οἰκιζόμενος πῶς ἔκτοτε θὰ την εἶχε πάντα μαζί του καὶ ἡ Δάφνη ἔγινε το ἱερὸ του δέντρο. Ἀκόμη ἕνα παράδειγμα ἀνεπιτυχοῦς ἔρωτα του θεοῦ, εἶναι ὁ ἔρωτας του με την Κασσάνδρα, την κόρης του βασιλιά της Τροίας Πριάμου. Ὁ Θεός ἐρωτεύτηκε την νεαρή βασιλοποῦλα, ὅμως καὶ αὐτή ἀρνήθηκε τον ἐρώτα του. Τότε γιὰ νὰ την πείσει, της ὑποσχέθηκε πῶς θὰ της χάριζε την ἱκανότητα της μαντείας. Ἡ Κασσάνδρα ἐνέδωσε τελικά στὸν Θεό ὅμως ἀπογοητεύτηκε πολύ ἀπὸ την συνεύρεση μαζί του καὶ τον ἔδιωξε. Τότε ὁ Ἀπόλλωνας θυμωμένος ποῦ μία κοινή θνητή τόλμησε νὰ τον ὑποτιμήσει, σεβόμενος ὅμως καὶ την ὑπόσχεση ποῦ της εἶχε δώσει, της παραχώρησε μὲν την ἱκανότητα νὰ προβλέπει το μέλλον, ὅμως την ἔκανε ἔτσι ὥστε κανείς νὰ μὴν την πιστεύει.

Τέλος ἕνας ἀκόμη χαρακτηριστικός μῦθος ποὺ ὅπως καὶ οἱ ὑπόλοιποι ἔτσι καὶ αὐτὸς φανερώνει μεταξύ ἄλλων ὅτι δὲν ἀρκεῖ νὰ εἶσαι ὁ ὀμορφότερος ἀλλὰ πρέπει νὰ εἶσαι ὁ κατάλληλος, εἶναι ὁ ἔρωτας του Φοίβου γιὰ την Μάρπησσα, την βασιλοπούλα της Αἰτωλίας. Την κοπέλα διεκδίκησε ὁ Θεός με ἕναν θνητό, τον Ἵδα, τον ὁποῖο καὶ πολέμησε. Ὁ Δίας ὅμως με ἕναν κεραυνό του τους χώρισε καὶ ὁ Μάρπησσα ἔπρεπε νὰ διαλέξει. Ὁ Ἀπόλλωνας της ὑποσχέθηκε πῶς θὰ της ἦταν γιὰ

πάντα πιστός καὶ ἡ ζωή δίπλα σε ἕναν θεό θὰ ἦταν ὀνειρική, ἡ Μάρπησσα ὅμως, φοβούμενη πῶς ὅταν τα χρόνια θὰ περνοῦσαν καὶ ἡ ὀμορφιά καὶ τα νιάτα της θὰ χανόντουσαν ὁ Ἀπόλλωνας θὰ την ἐγκατέλειπε, διάλεξε τον θνητό Ἵδα. Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ γυναῖκες, ὁ Θεός ἀγάπησε καὶ ἄντρες, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τον ἐρωτᾶ του γιὰ τον Ὑάκινθο, ἕναν πολύ ὄμορφο θνητό. Παίζοντας ὅμως μαζί του με τον δίσκο μία μέρα, ὁ Ζέφυρος, ὁ ἄνεμος ποῦ ζήλευε τον Ἀπόλλωνα, παρέσυρε τον δίσκο του καὶ σκότωσε τον θνητό. Ἀπαρηγόρητος ὁ Ἀπόλλωνας τον μεταμόρφωσε στὸ γνωστό λουλούδι γιὰ νὰ μείνει ἀθάνατο γιὰ πάντα ἔτσι το ὄνομα του.

Ὁ Ἀπόλλωνας δύο φορές, ἀφοῦ του ἀφαιρέθηκαν ἀπὸ τον Δία οἱ θεϊκές του δυνάμεις, διατάχθηκε ἀπὸ τον πατέρα του νὰ ὑπηρετήσει ὡς δοῦλος σε κάποιον θνητό. Καὶ τις δύο φορές ὁ Φοῖβος ὑπηρέτησε ὁ βοσκός σε κάποιο κοπάδι γι’ αὐτὸ θεωρεῖται καὶ ποιμένας θεός. Η πρώτη φορά ἦταν ὅταν ὑπηρέτησε τον βασιλιά της Τροίας Λαομέδοντα ἐπειδὴ συνωμότησε με την Ἤρα, την Ἀθηνᾶ καὶ τον Ποσειδῶνα γιὰ νὰ πάρουν την ἐξουσία ἀπὸ τον Δία. Ὁ Λαομέδωντας, στὸ τέλος ἀρνήθηκε νὰ πληρώσει τον Ἀπόλλωνα γιὰ τις ὑπηρεσίες του λέγοντας του μάλιστα, ὅταν ὁ θεός διαμαρτυρήθηκε, πῶς θὰ του ἔκοβε τα αὐτιά καὶ θὰ τον πουλοῦσε ὡς δοῦλο. Ὅταν ὁ χρόνος πέρασε καὶ ὁ θεός ξαναπέκτησε τις θεϊκές του δυνάμεις τον τιμώρησε στέλνοντας φονικό λοιμό στὴν Τροία θερίζοντας την χώρα γιά ἕξι μῆνες. Ἡ δεύτερη φορά ποῦ ὑπηρέτησε θνητό ὁ Θεός ἦταν ὅταν, ἐπειδή ὁ Δίας κεραυνοβόλησε τον γιὸ του Ἀπόλλωνα τον Ἀσκληπιό ὅταν ὁ τελευταῖος ἔχοντας προοδεύσει πάρα πολύ στὴν ἰατρική του τέχνη ποῦ καὶ μποροῦσε νὰ ἀνάσταινε μέχρι καὶ νεκρούς, ὁ Φοῖβος τόξευε πάνω ἀπὸ τον οὐρανό τους Κύκλωπες ποῦ χάρισαν στὸν πατέρα του τον φονικό κεραυνό. Τότε ο Δίας ἀφαιρῶντας ξανά τις δυνάμεις του γιοῦ του τον ἔστειλε στὶς Φέρρες της Θεσσαλίας, στὸν βασιλιά Ἅδμητο. Ὁ Ἄδμητος ἀντικρύζοντας την ἐξαίσια μορφή του Ἀπόλλωνα ἀντιλήφθηκε ἀμέσως την θεϊκή του ὑπόσταση καὶ του πρόσφερε τον θρόνο του ὅμως ὁ Φοῖβος του φανέρωσε πῶς ἦταν θέλημα του πατέρα του νὰ μπεῖ στὴν ὑπηρεσία του. Εὐχαριστημένος ἀπὸ την συμπεριφορά του Ἄδμητου ὁ Ἀπόλλωνας, τον ἀντάμειψε γιὰ την εὐγένεια καὶ τους καλούς του τρόπους χαρίζοντας την εὐημερία στὸ παλάτι καὶ στὴν χώρα του, ἡ ὁποία ἔγινε ἰδιαίτερα καρποφόρα με συγκομιδή δύο φορές το χρόνο ἐνῶ οἱ ἀγελάδες τους γεννοῦσαν δύο μοσχάρια τὴ φορά.

Σημείωση:Ὑπάρχει μία παράδοση, ποὺ λέει πῶς στὴ χώρα τών Ὑπερβορείων ἕνας ἱερὸς κῆπος ἦταν ἀφιερωμένος στὸν Ἀπόλλωνα, καθώς καὶ κάποια λατρεία του θεοῦ, με το ἱερατεῖο στὴν ἀπόλυτη δικαιοδοσία της οἰκογένειας τῶν Βορείων. Οἱ πληροφορίες, ποὺ ἔχουμε, γιὰ τον κῆπο ἔρχονται ἀπὸ ἕνα ἀπόσπασμα τραγωδίας του Σοφοκλῆ, ὅπου ὁ ποιητής μιλᾶ γιὰ την ἁρπαγῆ της παρθένας Ὀρείθυιας ἀπὸ τον θεό του Βορείου Ἀνέμου καὶ τὴ μεταφορά της μακριά, στὴν ἀπώτρεη ἄκρη της γῆς καὶ του οὐρανοῦ, στὸν κῆπο του Ἀπόλλωνα. Οἱ σχετικοί στίχοι της ἐν λόγω τραγωδίας του Σοφοκλῆ, ὅπως ἐμφανίζονται στὸν Στράβωνα (7.3), δείχνουν τον Ἀπόλλωνα νὰ εἶναι Ὑπερβόρειος θεός με το ἱερὸ του μέσα σ’ ἕναν κῆπο.




Κυριακή 26 Μαρτίου 2023

Τελικά, τὸ Ἄρβανο, τὸ Σούλη, ἡ Ἑλλάδα, οἱ μῆτρες ἀπὸ τίς ὁποῖες γεννήθηκαν οἱ περισσότεροι ἥρωες,




Τελικά, τὸ Ἄρβανο, τὸ Σούλη, ἡ Ἑλλάδα, οἱ μῆτρες ἀπὸ τίς ὁποῖες γεννήθηκαν οἱ περισσότεροι ἥρωες,



— Τελικά, τὸ Ἄρβανο, τὸ Σούλη, ἡ Ἑλλάδα, οἱ μῆτρες ἀπὸ τίς ὁποῖες γεννήθηκαν οἱ περισσότεροι ἥρωες, ἀποδείχθηκαν ὅτι δὲν ἦσαν ἀρκετὲς γιὰ ἐπαναστάτες - γίγαντες, σὰν τὸν Ἕλληνα - Ἀρβανίτη ΜΑΡΚΟ ΜΠΟΤΣΑΡΗ. Χρειάζεται ἡ οἰκουμένη!!!!!!



=== Διονυσίου Σολωμοῦ: Εἰς τὸν Μάρκο Μπότσαρη


— ἡ Δόξα δεξιὰ συντροφεύει


τὸν ἄντρα, ποὺ τρέχει μὲ κόπους


τῆς Φήμης τοὺς δύσβατους τόπους,
καὶ ὁ Φθόνος τοῦ στέκει ζερβά,
μὲ μάτια, μὲ χείλη πικρά.
— Ἀλλ᾿ ὅποτε ἡ μοῖρα τοῦ γράψει
τὸν δρόμον τοῦ κόσμου νὰ πάψει,
ἡ Δόξα καθίζει μονάχη
στὴν πλάκα τοῦ τάφου λαμπρή,
καὶ ὁ Φθόνος ἀλλοῦ περπατεῖ.
— Στὴν πλάκα τοῦ Μάρκου καθίζει
ἡ Δόξα λαμπράδες γιομάτη.
Κλεισμένο γιὰ πάντα τὸ μάτι,
ὁποῦχε πολέμου φωτιά. -
Ἐλᾶτε ν᾿ ἀκοῦστε, παιδιά!
— Σοφοὶ λεξιθῆρες μακρύα,
μὴ λάχῃ σᾶς βλάψω τ᾿ αὐτία.
Τρεχάτε στὰ μνήματα μέσα,
καὶ ψάλτε μὲ λόγια τρελλὰ -
ἐλᾶτε ν᾿ ἀκοῦστε, παιδιά!
— Τὸ λείψανο, ποῦχε γλυτώσει
ὁ Πρίαμος μὲ θρήνους, μὲ δῶρα,
ἐγύριζε ὀπίσω τὴν ὥρα
ποὺ πέφτει στὴν ὄψι τῆς γῆς
τὸ φῶς τὸ γλυκὸ τῆς αὐγῆς.







ΜΑΡΚΟΣ ΜΠΟΤΣΑΡΗΣ 2 ΠΟΙΗΜΑ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΣΟΛΩΜΟΥ — Ἐβγῆκαν



μαζὶ τῆς θλιμμένης


Τρωάδας ἀπ᾿ ὅλα τὰ μέρη


γυναῖκες, παιδάκια καὶ γέροι,


θρηνῶντας, νὰ ἰδοῦν τὸ κορμὶ


ποὺ χάνει γί᾿ αὐτοὺς τὴν ψυχή.


— Κλεισμένο δὲν ἔμεινε στόμα


ἀπάνου στοῦ Μάρκου τὸ σῶμα.


Ἀπέθαν᾿ ἀπέθαν᾿ ὁ Μάρκος.


Μία θλίψη, μία ἄκρα βοή,


καὶ θρῆνος καὶ κλάψα πολλή.


— Παρόμοια ἠχὼ θὰ λαλήσει,


τοῦ κόσμου τὴν ὕστερη μέρα,


παντοῦ στὸν καινούργιον ἀέρα.


Παρόμοια στοὺς τάφους θὰ ἐμβεῖ


νὰ κάμει καθένας νὰ ἐβγεῖ.






Σάββατο 25 Μαρτίου 2023

Ἡ ὁμιλία τοῦ Θεόδωρου Κολοκοτρώνη στὴν Πνύκα





Ὁ λόγος ποὺ ἔβγαλε ὁ Κολοκοτρώνης ἀνεβασμένος στὰ βράχια τῆς Πνύκας, ὅπως στὰ παλιὰ τὰ χρόνια τόσοι τρανοὶ ρήτορες στοὺς Ἀθηναίους, στέκεται ἡ πνευματικὴ διαθήκη τοῦ ἥρωα στὸ Ἔθνος.
Ὁ λόγος τοῦ ἀγράμματου, μὰ σοφοῦ στρατηγοῦ πρὸς τὰ νιᾶτα τῆς Ἀθήνας τοῦ 1838. Τὸν παρακάτω λόγο τὸν ἀπεύθυνε πρὸς τοὺς νέους του Ἀ΄ Γυμνασίου τῆς Ἀθήνας:


Θεόδωρος Κολοκοτρώνης
7 Ὀκτωβρίου 1838

Παιδιά μου!

Εἰς τὸν τόπο τοῦτο, ὁπού,ὁποῦ ἐγὼ πατῶ σήμερα, ἐπατοῦσαν καὶ ἐδημηγορούσαν τὸν παλαιὸ καιρὸ ἄνδρες σοφοί, καὶ ἄνδρες μὲ τοὺς ὁποίους δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ συγκριθῶ καὶ οὔτε νὰ φθάσω τὰ ἴχνη των. Ἐγὼ ἐπιθυμοῦσα νὰ σᾶς ἰδῶ, παιδιά μου, εἰς τὴν μεγάλη δόξα τῶν προπατόρων μας, καὶ ἔρχομαι νὰ σᾶς εἰπῶ, ὅσα εἰς τὸν καιρὸ τοῦ ἀγῶνος καὶ πρὸ αὐτοῦ καὶ ὕστερα ἀπ' αὐτὸν ὁ ἴδιος ἐπαρατήρησα, καὶ ἀπ' αὐτὰ νὰ κάμωμε συμπερασμοὺς καὶ δια τὴν μέλλουσαν εὐτυχίαν σας, μολονότι ὁ Θεὸς μόνος ἠξεύρει τὰ μέλλοντα. Καὶ δια τους παλαιοὺς Ἕλληνας, ὁποίας γνώσεις εἶχαν καὶ ποία δόξα καὶ τιμὴν ἔχαιραν κοντὰ εἰς τὰ ἄλλα ἔθνη τοῦ καιροῦ των, ὁποίους ἥρωας, στρατηγούς, πολιτικοὺς εἶχαν, δια ταῦτα σᾶς λέγουν καθ' ἡμέραν οἱ διδάσκαλοί σας καὶ οἱ πεπαιδευμένοι μας.
Ἐγὼ δὲν εἶμαι ἀρκετός. Σᾶς λέγω μόνον πὼς ἦταν σοφοί, καὶ ἀπὸ ἐδῶ ἐπῆραν καὶ ἐδανείσθησαν τὰ ἄλλα ἔθνη τὴν σοφίαν των. Εἰς τὸν τόπον, τὸν ὁποῖον κατοικοῦμε, ἐκατοικοῦσαν οἱ παλαιοὶ Ἕλληνες, ἀπὸ τοὺς ὁποίους καὶ ἡμεῖς καταγόμεθα καὶ ἐλάβαμε τὸ ὄνομα τοῦτο. Αὐτοὶ διέφεραν ἀπὸ ἡμᾶς εἰς τὴν θρησκείαν.

Οἱ παλαιοὶ Ἕλληνες, οἱ πρόγονοί μας, ἔπεσαν εἰς τὴν διχόνοια καὶ ἐτρώγονταν μεταξύ τους, καὶ ἔτσι ἔλαβαν καιρὸ πρῶτα οἱ Ρωμαῖοι, ἔπειτα ἄλλοι βάρβαροι καί τους ὑπόταξαν.
Ὕστερα ἦλθαν οἱ Μουσουλμᾶνοι καὶ ἔκαμαν ὅ,τι ἠμποροῦσαν, δια νὰ ἀλλάξῃ ὁ λαὸς τὴν πίστιν του. Ἔκοψαν γλῶσσες εἰς πολλοὺς ἀνθρώπους, ἀλλ' ἐστάθῃ ἀδύνατο νὰ τὸ κατορθώσουν.
Τὸν ἕνα ἔκοπταν, ὁ ἄλλος τὸ σταυρό του ἔκαμε. Σὰν εἶδε τοῦτο ὁ σουλτᾶνος, διόρισε ἕνα βιτσερέ [ἀντιβασιλέα], ἕναν πατριάρχη, καί του ἔδωσε τὴν ἐξουσία τῆς ἐκκλησίας.
Αὐτὸς καὶ ὁ λοιπὸς κλῆρος ἔκαμαν ὅ,τι τοὺς ἔλεγε ὁ σουλτᾶνος.
Ὕστερον ἔγιναν οἱ κοτζαμπάσηδες [προεστοί] εἰς ὅλα τὰ μέρη. Ἡ τρίτη τάξη, οἱ ἔμποροι καὶ οἱ προκομμένοι, τὸ καλύτερο μέρος τῶν πολιτῶν, μὴν ὑποφέρνοντες τὸν ζυγὸ ἔφευγαν, καὶ οἱ γραμματισμένοι ἐπῆραν καὶ ἔφευγαν ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα, τὴν πατρίδα των, καὶ ἔτσι ὁ λαός, ὅστις στερημένος ἀπὸ τὰ μέσα τῆς προκοπῆς, ἐκατήντησεν εἰς ἀθλίαν κατάσταση, καὶ αὐτὴ αὔξαινε κάθε ἥμερα χειρότερα· διότι, ἂν εὑρίσκετο μεταξὺ τοῦ λαοῦ κανεὶς μὲ ὀλίγην μάθηση, τὸν ἐλάμβανε ὁ κλῆρος, ὅστις ἔχαιρε προνόμια, ἢ ἐσύρετο ἀπὸ τὸν ἔμπορο τῆς Εὐρώπης ὡς βοηθός του ἢ ἐγίνετο γραμματικὸς τοῦ προεστοῦ. Καὶ μερικοὶ μὴν ὑποφέροντες τὴν τυραννίαν τοῦ Τούρκου καὶ βλέποντας τὲς δόξες καὶ τὲς ἡδονὲς ὁπού,ὁποῦ ἀνελάμβαναν αὐτοί, ἄφηναν τὴν πίστη τους καὶ ἐγίνοντο Μουσουλμᾶνοι.
Καὶ τοιουτοτρόπως κάθε ἥμερα ὁ λαὸς ἐλίγνευε καὶ ἐπτώχαινε.

Εἰς αὐτὴν τὴν δυστυχισμένη κατάσταση μερικοὶ ἀπὸ τοὺς φυγάδες γραμματισμένους ἐμετάφραζαν καὶ ἔστελναν εἰς τὴν Ἑλλάδα βιβλία, καὶ εἰς αὐτοὺς πρέπει νὰ χρωστοῦμε εὐγνωμοσύνη, διότι εὐθὺς ὁπού,ὁποῦ κανένας ἄνθρωπος ἀπό το λαὸ ἐμάνθανε τὰ κοινὰ γράμματα, ἐδιάβαζεν αὐτὰ τὰ βιβλία καὶ ἔβλεπε ποίους εἴχαμε προγόνους, τί ἔκαμεν ὁ Θεμιστοκλῆς, ὁ Ἀριστείδης καὶ ἄλλοι πολλοὶ παλαιοί μας, καὶ ἐβλέπαμε καὶ εἰς ποίαν κατάσταση εὑρισκόμεθα τότε.
Ὅθεν μᾶς ἦλθεν εἰς τὸ νοῦ νὰ τοὺς μιμηθοῦμε καὶ νὰ γίνουμε εὐτυχέστεροι. Καὶ ἔτσι ἔγινε καὶ ἐπροόδευσεν ἡ Ἑταιρεία.

Ὅταν ἀποφασίσαμε νὰ κάμωμε τὴν Ἐπανάσταση, δὲν ἐσυλλογισθήκαμε οὔτε πόσοι εἴμεθα οὔτε πὼς δὲν ἔχομε ἅρματα οὔτε ὅτι οἱ Τοῦρκοι ἐβαστοῦσαν τὰ κάστρα καὶ τὰς πόλεις οὔτε κανένας φρόνιμος μᾶς εἶπε «ποῦ πᾶτε ἐδῶ νὰ πολεμήσετε μὲ σιταροκάραβα βατσέλα», ἀλλὰ ὡς μία βροχὴ ἔπεσε εἰς ὅλους μας ἡ ἐπιθυμία τῆς ἐλευθερίας μας, καὶ , καὶ ὁ κλῆρος μας καὶ οἱ προεστοὶ καὶ οἱ καπεταναῖοι καὶ οἱ πεπαιδευμένοι καὶ οἱ ἔμποροι, μικροὶ καὶ μεγάλοι, ὅλοι ἐσυμφωνήσαμε εἰς αὐτὸ τὸ σκοπὸ καὶ ἐκάμαμε τὴν Ἐπανάσταση.

Εἰς τὸν πρῶτο χρόνο τῆς Ἐπαναστάσεως εἴχαμε μεγάλη ὁμόνοια καὶ ὅλοι ἐτρέχαμε σύμφωνοι. Ὁ ἕνας ἐπῆγεν εἰς τὸν πόλεμο, ὁ ἀδελφός του ἔφερνε ξύλα, ἡ γυναῖκα του ἐζύμωνε, τὸ παιδί του ἐκουβαλοῦσε ψωμὶ καὶ μπαρουτόβολα εἰς τὸ στρατόπεδον καὶ ἐὰν αὐτὴ ἡ ὁμόνοια ἐβαστοῦσε ἀκόμη δύο χρόνους, ἠθέλαμε κυριεύσει καὶ τὴν Θεσσαλία καὶ τὴν Μακεδονία, καὶ ἴσως ἐφθάναμε καὶ ἕως τὴν Κωνσταντινούπολη.
Τόσον τρομάξαμε τοὺς Τούρκους, ὁπού,ὁποῦ ἄκουγαν Ἕλληνα καὶ ἔφευγαν χίλια μίλια μακρά. Ἑκατὸν Ἕλληνες ἔβαζαν πέντε χιλιάδες ἐμπρός, καὶ ἕνα καράβι μιὰν ἄρμάδα. Ἄλλὰ δὲν ἐβάσταξε!.

Ἦλθαν μερικοὶ καὶ ἠθέλησαν νὰ γένουν μπαρμπέρηδες εἰς τοῦ κασίδη τὸ κεφάλι. Μᾶς πονοῦσε τὸ μπαρμπέρισμά τους. Μὰ τί νὰ κάμομε; Εἴχαμε καὶ αὐτουνῶν τὴν ἀνάγκη. Ἀπὸ τότε ἤρχισεν ἡ διχόνοια καὶ ἐχάθῃ ἡ πρώτη προθυμία καὶ ὁμόνοια.
Καὶ ὅταν ἔλεγες τὸν Κώστα νὰ δώσει χρήματα διὰ τὰς ἀνάγκας τοῦ ἔθνους ἢ νὰ ὑπάγει εἰς τὸν πόλεμο, τοῦτος ἐπρόβαλλε τὸν Γιάννη.
Καὶ μ' αὐτὸν τὸν τρόπο κανεὶς δὲν ἤθελε οὔτε νὰ συνδράμει οὔτε νὰ πολεμήσει. Καὶ τοῦτο ἐγίνετο, ἐπειδὴ δὲν εἴχαμε ἕνα ἀρχηγὸ καὶ μίαν κεφαλή.
Ἄλλὰ ἕνας ἔμπαινε πρόεδρος ἕξι μῆνες, ἐσηκώνετο ὁ ἄλλος καὶ τὸν ἔριχνε καὶ ἐκάθετο αὐτὸς ἄλλους τόσους, καὶ ἔτσι ὁ ἕνας ἤθελε τοῦτο καὶ ὁ ἄλλος τὸ ἄλλο. Ἰσως ὅλοι ἠθέλαμε τὸ καλό, πλὴν καθένας κατὰ τὴν γνώμη του.
Ὅταν προστάζουνε πολλοί, ποτὲ τὸ σπίτι δὲν χτίζεται οὔτε τελειώνει.
Ὁ ἕνας λέγει ὅτι ἡ πόρτα πρέπει νὰ βλέπει εἰς τὸ ἀνατολικὸ μέρος, ὁ ἄλλος εἰς τὸ ἀντικρινὸ καὶ ὁ ἄλλος εἰς τὸν Βορέα, σὰν νὰ ῆτον τὸ σπίτι εἰς τὸν ἀραμπᾶ καὶ νὰ γυρίζει, καθὼς λέγει ὁ καθένας. Μὲ τοῦτο τὸν τρόπο δὲν κτίζεται ποτὲ τὸ σπίτι, ἀλλὰ πρέπει νὰ εἶναι ἕνας ἀρχιτέκτων, ὁπού,ὁποῦ νὰ προστάζει πὼς θὰ γενεί.
Παρομοίως καὶ ἡμεῖς ἐχρειαζόμεθα ἕναν ἀρχηγὸ καὶ ἕναν ἀρχιτέκτονα, ὅστις νὰ προστάζει καὶ οἱ ἄλλοι νὰ ὑπακούουν καὶ νὰ ἀκολουθοῦν. Ἀλλ' ἐπειδὴ εἴμεθα εἰς τέτοια κατάσταση, ἐξ αἰτίας τῆς διχόνοιας, μᾶς ἔπεσε ἡ Τουρκιὰ ἐπάνω μας καὶ κοντέψαμε νὰ χαθοῦμε, καὶ εἰς τοὺς στερνοὺς ἑπτὰ χρόνους δὲν κατορθώσαμε μεγάλα πράγματα.


Εἰς αὐτὴ τὴν κατάσταση ἔρχεται ὁ βασιλεύς, τὰ πράγματα ἡσυχάζουν καὶ τὸ ἐμπόριο καὶ ἢ γεωργία καὶ οἱ τέχνες ἀρχίζουν νὰ προοδεύουν καὶ μάλιστα ἢ παιδεία. Αὐτὴ ἡ μάθησις θὰ μᾶς αὐξήσει καὶ θὰ μᾶς εὐτυχήσει. Ἀλλὰ διὰ νὰ αὐξήσομεν, χρειάζεται καὶ ἡ στερέωσις τῆς πολιτείας μας, ἡ όποία γίνεται μὲ τὴν καλλιέργεια καὶ μὲ τὴν ὑποστήριξη τοῦ Θρόνου.
Ὁ βασιλεύς μας εἶναι νέος καὶ συμμορφώνεται μὲ τὸν τόπο μας, δὲν εἶναι προσωρινός, ἀλλ' ἡ βασιλεία του εἶναι διαδοχικὴ καὶ θὰ περάσει εἰς τὰ παιδιὰ τῶν παιδιῶν του, καὶ μὲ αὐτὸν κι ἐσεῖς καὶ τὰ παιδιά σας θὰ ζήσετε. Πρέπει νὰ φυλάξετε τὴν πίστη σας καὶ νὰ τὴν στερεώσετε, διότι, ὅταν ἐπιάσαμε τὰ ἅρματα εἴπαμε πρῶτα ὑπὲρ πίστεως καὶ ἔπειτα ὑπὲρ πατρίδος.
Ὅλα τὰ ἔθνη τοῦ κόσμου ἔχουν καὶ φυλάττουν μιὰ Θρησκεία. Καὶ αὐτοί, οἱ Ἑβραῖοι, οἱ όποῖοι κατατρέχοντο καὶ μισοῦντο καὶ ἀπὸ ὅλα τὰ ἔθνη, μένουν σταθεροὶ εἰς τὴν πίστη τους.

Νὰ μὴν ἔχεται πολυτέλεια, νὰ μὴν πηγαίνεται εἰς τοῦς καφενέδες καὶ εἴς τὰ μπιλιάρδα .
Νὰ δοθῆτε εἰς τᾶς σπουδάς σας , καὶ καλλίτερα νὰ κοπιάσετε ὁλίγον δύο καὶ τρεῖς χρόνους καὶ νὰ ζήσετε ἐλεύθεροι εἵς τὸ ἐπίλοπο τῆς ζωῆς σας , παρὰ νὰ περάσετε τεσσάρους πέντε χρόνους τὴ νεότητά σας , καὶ νὰ μείνετε ἀγράμματοι . Νὰ σκλαβωθῆτε εἰς τὰ γράμματα σᾶς Νὰ ἀακούετε τᾶς συμβουλὰς τῶν διδασκάλων καὶ γεροντοτέρων
καὶ κατὰ τὴν παροιμία, μύρια ἡξευρε καὶ χίλια μάθαινε . ἡ προκοπὴ σᾶς καὶ ἡ μάθηση σᾶς νὰ μὴν γίνει σκερπάρνι μόνο γιὰ τὸ ἀτομό σας , ἀλλὰ νὰ κοιτάζει τὸ κάλο τῆς Κοινότητας , καὶ μέσα εἰς τὸ κάλο αὐτὸ εὐρίσκεται καὶ τὸ δικόσας .

Ἐγώ, παιδιά μου, κατὰ κακὴ μοῦ τύχη, ἐξ αἰτίας τῶν περιστάσεων, ἔμεινα ἀγράμματος καὶ δια τοῦτο σᾶς ζητῶ συγχώρηση, διότι δὲν ὁμιλῶ καθὼς οἱ δάσκαλοι σᾶς.
Σᾶς εἶπα ὅσα ὁ ἴδιος εἶδα, ἤκουσα καὶ ἐγνώρισα, δια νὰ ὠφεληθῆτε ἀπὸ τὰ ἀπερασμένα καὶ ἀπὸ τὰ κακὰ ἀποτελέσματα τῆς διχονοίας, τὴν ὁποίαν νὰ ἀποστρέφεσθε, καὶ νὰ ἔχετε ὁμόνοια. Ἐμᾶς μὴ μᾶς τηρᾶτε πλέον.
Τὸ ἔργο μας καὶ ὁ καιρός μας ἐπέρασε. Καὶ αἱ ἡμέραι τῆς γενεᾶς, ἡ ὁποία σᾶς ἄνοιξε το δρόμο, θέλουν μετ' ὀλίγον περάσει. Τὴν ἡμέρα τῆς ζωῆς μας θέλει διαδεχθῇ ἡ νύκτα τοῦ θανάτου μας, καθὼς τὴν ἡμέραν τῶν Ἁγίων Ἀσωμάτων θέλει διαδεχθῇ ἡ νύκτα καὶ ἡ αὐριανὴ ἥμερα.
Εἰς ἐσᾶς μένει νὰ ἰσάσετε καὶ νὰ στολίσετε τὸν τόπο, ὁπού,ὁποῦ ἡμεῖς ἐλευθερώσαμε· καί, δια νὰ γίνῃ τοῦτο, πρέπει νὰ ἔχετε ὡς θεμέλια τῆς πολιτείας τὴν ὁμόνοια, τὴν θρησκεία, τὴν καλλιέργεια τοῦ Θρόνου καὶ τὴν φρόνιμον ἐλευθερία.

Τελειώνω το λόγο μου.

Ζήτω ὁ Βασιλεύς μας Ὄθων! Ζήτω οἱ σοφοὶ διδάσκαλοι! Ζήτω ἡ Ἑλληνικὴ Νεολαία!

                                   




Παρασκευή 24 Μαρτίου 2023

ΣΟΥΛΙΩΤΙΚΟ

ΣΟΥΛΙΩΤΙΚΟ




Οἱ ἥρωες τοῦ Σουλίου καὶ ἡ ἐπανάσταση τοῦ 1792 ἀποτελοῦν ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ λαμπρὰ κεφαλαία τῆς νεοελληνικῆς ἱστορίας. Οἱ Σουλιῶτες, ἕνας μικρὸς ἀλλὰ ἀνυπότακτος λαὸς στὴν ὀρεινὴ περιοχὴ τῆς Ἠπείρου, ἀντιστάθηκαν σθεναρὰ στὶς ὀθωμανικὲς δυνάμεις καὶ τὴν κυριαρχία του Ἀλὴ Πασᾶ τῶν Ἰωαννίνων, δείχνοντας ἐξαιρετικὴ γενναιότητα καὶ ἄν. 




[Κατά την πρώτην ἐκστρατείαν αὐτοῦ κατά του Σουλίου (τον Ἰούλιον του 1792) ὁ Ἀλή πασᾶς ἦτο βέβαιος ὅτι θὰ καθυποτάξη τους Σουλιῶτας, καταλαμβάνων αὐτούς ἀνύποπτους καὶ ἀπαρασκεύους. Διότι, προσποιηθείς ὅτι ἐκστρατεύει κατά του Ἀργυροκάστρου, ἐζήτησε την συνδρομήν τῶν Σουλιωτῶν, οἵτινες παρεπλανήθησαν μὲν ἐκ τῶν λόγων του, ἀλλὰ δέν τῷ ἀπέστειλαν εἰμὴ 70 ἐπιλέκτους ὑπὸ τον Λαμπρόν Τζαβέλαν.
Τούτους ἀφοπλίσας καὶ φυλακίσας ὁ ἄπιστος Ἀλής, ἐστράφη κατά του Σουλίου, μετά δυνάμεως δωδεκακισχιλίων περίπου πεζῶν καὶ ἱππέων. Ἀλλ’ εἰς τῶν Σουλιωτῶν κατορθώσας νὰ διαφύγη, ἐμήνυσε το πρᾶγμα εἰς τους συμπολίτας του, οἵτινες ὑπὸ την ὁδηγίαν του Γεώργη Μπότσαρη (του πατρός του Μάρκου) ὀργάνωσαν κρατεράν ἄμυναν.
Ο στρατός του Ἀλή συνετρίβη εἰς τας κλεισωρεῖας του Σουλίου την 20 Ἰουλίου 1792, ὁ δὲ Ἀλής διεσώθη φυγών εἰς Ἰωάννινα.
Εἰς την νίκην συνετέλεσαν μεγάλως αἱ Σουλιώτισσαι, διότι τετρακόσιαι περίπου ὑπὸ την ἀρχηγίαν της Μόσκως Τζαβέλαινας (της γυναικός του Λάμπρου) ὀπλισθεῖσαι μετέσχον της μάχης.
Μετά την ἧτταν ὁ Άλής ἠναγκάσθη νὰ συνθηκολογήση πρὸς τους Σουλιῶτας].

Τρία μπαϊράκια φαίνονται ποκάτω ἀπὸ το Σούλι.
Το ‘νὰ ναί του Μουχτάρ πασᾶ, τάλλο του Σελιχτάρη,
το τρίτο το καλύτερο εἶναι του Μιτσομπόνου.
Μία παπαδιά τ' ἀγνάντεψε ναπό ψήλη ραχούλα.
"Πού στε του Λάμπρου τα παιδιά, πού ‘στε νοῖ Μποτσαραίοι;
Ἀρβανιτιά μας πλάκωσε, θέλει νὰ μας σκλαβώση.
- Ἄς ἔρτουν οἱ παλιότουρκοι, τίποτε δὲ μας κάνουν
Ἄς ἔρτουν πόλεμο νὰ ἰδοῦν καὶ Σουλιωτῶν τουφέκια,
νὰ μάθουν Λάμπρου το σπαθί, Μπότσαρη το τουφέκι,
τ’ ἅρματα των Σουλιώτισσων, της ξακουσμένης Χάιδως".
Κι’ ὁ Κουτσονίκας φώναξεν ἀπὸ το μετερίζι,
"Παιδιά, σταθῆτε στέρεα, σταθῆτε ἀντροειωμένα,
γιατ' ἔρχεται ὁ Μουχτᾶρ πασᾶς με δώδεκα χιλιάδες".
Ο πόλεμος άρχίνησε κι’ ἀνάψαν τα τουφέκια.
Τον Ζέρβα καὶ τον Μπότσαρη ἐφώναξε ὁ Τζαβέλας.
"Παιδιά μ', ήρθ' ὥρᾳ του σπαθιοῦ κι’ ἄς πάψη το τουφέκι".
Κι' ὅλοι ἔπιασαν καὶ σπάσανε τοῖς θήκαις τῷ σπαθιώ τους,
τους Τούρκους βάνουνε μπροστά, τους βάνουν σὰν κριάρια.
Ἄλλοι ἔφευγαν κι' ἄλλοι ἔλεγαν "Πασᾶ μου, ἀνάθεμα σε!
Μέγα κακό μας ἔφερες τοῦτο το καλοκαίρι,
ἐχάλασε τόση Τουρκιά, σπαΐδες κι’ Ἀρβανίταις.
Δὲν είν' ἐδῶ το Χόρμοβο, δὲν είν' ἡ Λαμποβίτσα,
ἐδῶ είν' το Σούλι το κακό, ἐδῶ είν' το Κακοσούλι,
ποὺ πολεμοῦν μικρά παιδιά, γυναῖκες σὰν τους ἄνδρες,
ποὺ πολεμάει η Τζαβέλαινα σὰν ἄξιο παλληκάρι".
Κι' ὁ Μπότσαρης ἐφώναξε με το σπαθί 'ς το χέρι.
"Ἔλα, πασᾶ, τι κάκιωσες καὶ φεύγεις με μενζίλι;
Γύρισ’ ἐδῶ 'ς τον τόπο μας 'ς την ἔρημη την Κιάφα,
ἐδῶ νὰ στήσης το θρονί, νὰ γένης καὶ σουλτᾶνος".


Οἱ ἡρωικὲς πράξεις των Σουλιωτὼν κατὰ τὴν ἐπανάσταση τοῦ 1792 καὶ γενικότερα κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ ἀγῶνα τους κατὰ τῶν Ὀθωμανῶν, ἔγιναν σύμβολα τοῦ ἑλληνικοῦ ἀγῶνα γιὰ ἐλευθερία. Οἱ Σουλιῶτες ἐνέπνευσαν τὶς ἑπόμενες γενιὲς Ἑλλήνων ἐπαναστατῶν καὶ ἡ συμβολή τους ἀναγνωρίστηκε κατὰ τὴν Ἑλληνικὴ Ἐπανάσταση το 


Οἱ θυσίες καὶ ἡ ἀντίσταση τῶν Σουλιωτὼν παραμένουν ἕνα φωτεινὸ παράδειγμα ἀνδρείας καὶ ἀγάπης γιὰ τὴν ἐλευθερία, ὑπενθυμίζοντας στοὺς Ἕλληνες τὴν ἀξία του ἀγῶνα καὶ τῆς ἑνότητας ἀπέναντι στίς 



Ἄγνωστες πτυχὲς τῆς ζωῆς καὶ τῆς δράσης τοῦ Νικηταρά





Ὁ Νικήτας Σταματελόπουλος ἢ Νικηταρὰς ἢ Τουρκοφάγος (1782-1849) γεννήθηκε στὴ Νέδουσα Μεσσηνίας, ἕνα μικρὸ χωριὸ ποὺ βρίσκεται στοὺς πρόποδες τοῦ Ταϋγέτου, 25 χλμ ἀπὸ τὴν πόλη τῆς Καλαμάτας. Καταγόταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Τουρκολέκα, τοῦ δήμου Φαλαισίας τῆς Μεγαλόπολης. Ἦταν ἀνηψιὸς τοῦ Θεόδωρου Κολοκοτρώνη.
Ὁ Νικηταρὰς συνελήφθῃ τὸ 1839 καὶ καταδικάστηκε, ἂν καὶ παντελῶς ἀθῶος, σὲ ἑνάμιση χρόνο φυλακή, τὴν ὁποία ἐξέτισε στὶς φυλακὲς τῆς Αἴγινας. Ὅταν ἀποφυλακίστηκε, ἢ ὑγεία του ἦταν ἐξασθενημένη ἐνῶ ἔχασε σὲ μεγάλο βαθμὸ τὴν ὅραση τοῦ. Βίωσε τὴν ἀχαριστία καὶ τὴν ἀγνωμοσύνη τῆς ἑλληνικῆς πολιτείας ὅταν τοῦ ἀρνήθηκε μιὰ ἀξιοπρεπῆ σύνταξη ὥστε νὰ ζεῖ αὐτὸς καὶ ἡ οἰκογένεια τοῦ εὐπρεπῶς καὶ ἀντὶ αὐτοῦ, τοῦ χορηγήθηκε "ἄδεια ἐπαιτείας" στὸν ναὸ τῆς Εὐαγγελίστριας κάθε Παρασκευή. Τὸ 1843 του ἀπονεμήθηκε ὁ βαθμὸς τοῦ ὑποστράτηγου μαζὶ μὲ μία πενιχρὴ σύνταξη. Πέθανε τὸ 1849 σὲ ἡλικία 67 ἐτῶν. Τελευταία του ἐπιθυμία ἦταν νὰ ταφεῖ δίπλα στὸ Κολοκοτρώνη ὅπως κι ἔγινε.
Ὁρισμένες ἄγνωστες πτυχὲς τῆς ζωῆς καὶ τῆς δράσης του :
Ὁ Νικηταρὰς ἄνοιξε τὴν αὐλαία τῆς Ἐπανάστασης, ἀλλὰ ὑπῆρξε καὶ ἕνας ἀπὸ τοὺς πρωταγωνιστές της. Τὴ νύκτα τῆς 16ης πρὸς 17η Μαρτίου 1821 συνεπλάκῃ μὲ μιὰ ὁμάδα Τούρκων ἔξω ἀπὸ τὴν Καλαμάτα. Στὶς 12 Σεπτεμβρίου 1829 ἔριξε τοὺς τελευταίους πυροβολισμοὺς τοῦ Ἀγῶνα στὴν Πέτρα τῆς Βοιωτίας.
Στὴ νεκρολογία ἡ ὁποία δημοσιεύτηκε στὴν ἐφημερίδα «Αἰών», ἀναφέρθηκε ὅτι οἱ μάχες στὶς ὁποῖες συμμετεῖχε ξεπερνοῦσαν σὲ ἀριθμὸ τὰ χρόνια τῆς ἡλικίας του. Τὰ παραπάνω δὲν παρουσιάζονται ὡς ὑπερβολὴ ἂν ἀναλογιστοῦμε ὅτι ἐκτὸς ἀπὸ τίς μεγαλύτερες καὶ ἀποφασιστικότερες μάχες τοῦ Ἀγῶνα (Βαλτέτσι, Δολιανά, Δερβενάκια, Ἀράχωβα, Μεσολόγγι, Φάληρο κλπ.) συμμετεῖχε καὶ δεκάδες ἄλλες. Μέσα σὲ τέσσερις μόνο μῆνες (ἀπό τα Μαΐου μέχρι τίς 23 Σεπτεμβρίου 1821) συμμετεῖχε σὲ περισσότερες ἀπὸ εἴκοσι μάχες καὶ συμπλοκὲς γύρω ἀπὸ τὴν Τριπολιτσά.
Σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση κατὰ τὴ διάρκεια τῆς μάχης στὰ Δερβενάκια ἄλλαξε τέσσερα σπαθιά, καθὼς τὰ τρία ἔσπασαν. Μετὰ τὸ τέλος τῆς σύγκρουσης χρειάστηκε ἰατρικὴ βοήθεια γιὰ νὰ ξεκολλήσει τὸ σπαθὶ ἀπὸ τὸ χέρι του, καθὼς εἶχε ὑποστεῖ βαριᾶς μορφῆς ἀγκύλωση. Κατὰ τὴν ἴδια μάχη ὅταν ἔνιωθε τὴν κούραση νὰ τὸν καταβάλλει ἔδινε κουράγιο στὸν ἑαυτό του λέγοντας «κουράγιο Νικήτα, Τούρκους σφάζεις».
Σύμφωνα μὲ μαρτυρίες συμπολεμιστῶν του ὁ Νικηταρὰς κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἐπανάστασης ἐξολόθρευσε πάνω ἀπὸ 300 Τούρκους. Ὁ ἀριθμὸς δὲν εἶναι ὑπερβολικὸς ἂν ἀναλογιστοῦμε τὸν ἀριθμὸ τῶν μαχῶν στὶς ὁποῖες συμμετεῖχε, τὴν τρομακτικὴ ὀρμητικότητα καὶ τὴν ἰδιαίτερη μαχητική του ἱκανότητα. Ὁ ἴδιος ὁ ἥρωας σὲ μιὰ συνάντησή του μὲ τὸν Γερμανὸ φιλέλληνα C. F. Bojons τοῦ εἶπε πὼς εἶχε ἐξολοθρεύσει 300 Τούρκους μέσα σὲ ἕνα ἑξάμηνο!
Ὅταν τὸ γαλλικὸ ἐκστρατευτικὸ σῶμα, ὑπὸ τὸν στρατηγὸ Μαιζόν, ἀποβιβάστηκε στὸ Πεταλίδι τῆς Μεσσηνίας μὲ ἀποστολὴ τὴν ἐπιτήρηση τῆς ἀποχώρησης τοῦ στρατοῦ τοῦ Ἰμπραήμ, ὁ Νικηταρὰς ἔσπευσε νὰ προσφέρει τίς ὑπηρεσίες του. Καθόταν τυλιγμένος μὲ τὴν κάπα του στὴ σκηνή του τρέμοντας ἀπὸ τὸν πυρετό. Μοναδική του τροφὴ ἦταν λίγες ἐλιὲς μέσα σὲ ἕνα πήλινο δοχεῖο. Ὅταν τὸν ἐπισκέπτονταν Γάλλοι ἀξιωματικοὶ ἔκρυβε τίς ἐλιὲς κάτω ἀπὸ τὴν κάπα του. Ὁ Μαιζόν, ὅταν του τὸ ἀνέφεραν, θέλησε νὰ τὸν περιποιηθεῖ ὅπως τοῦ ἅρμοζε. Ὁ περήφανος ὁπλαρχηγὸς ἀρνήθηκε λέγοντας ὅτι δὲν τοῦ ἔλειπε τίποτα καὶ ὅτι ἡ Ἑλλάδα μποροῦσε νὰ θρέψει τοὺς στρατιῶτες της. Ταυτόχρονα ἔκρυβε ἐπιμελέστερα τὸ δοχεῖο μὲ τίς ἐλιές του.
Σὲ ἕναν περίπατο τοῦ Τερτσέτη καὶ τοῦ Πολυζωίδη, ἀμέσως μετὰ τὴν πολύκροτη δίκη τοῦ Κολοκοτρώνη καὶ τὴν πεισματικὴ ἄρνηση τῶν δύο δικαστῶν νὰ τὸν καταδικάσουν, ὁ λαὸς τοῦ Ναυπλίου στάθηκε εὐλαβικὰ μπροστὰ στοὺς διερχόμενους, ἐκδηλώνοντας ἔτσι τὸν ἀπεριόριστο θαυμασμὸ γιὰ τὴ στάση τους. Ξαφνικὰ μέσα ἀπὸ τὸ πλῆθος ξεπρόβαλε ὁ Νικηταράς, πλησίασε τὸν Πολυζωίδη καὶ τοῦ εἶπε δακρυσμένος: «Πρόεδρε μὲ τὴν ἡρωική σου διαγωγή μου πῆρες τίς δάφνες τῶν Δερβενακίων».
Ὁ Νικηταρὰς ἐτάφῃ δίπλα στὸν Θ. Κολοκοτρώνη στὸ Α' Νεκροταφεῖο Ἀθηνῶν. Ὡστόσο φαίνεται πὼς ὁ θάνατος τῆς γυναίκαςκαι τῶν παιδιῶν του καὶ ἡ ἔλλειψη στενῶν συγγενῶν καὶ ἄμεσων ἀπογόνων στάθηκε ἀφορμὴ νὰ μὴν ἐνδιαφερθεῖ κανένας γιὰ τὴ σορό του. Τὴ στιγμὴ ποὺ χῶρες μὲ σαφῶς μικρότερη στρατιωτικὴ ἱστορία ἀπὸ αὐτὴ τῆς Ἑλλάδας «κτενίζουν» τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης γιὰ νὰ ἀνακαλύψουν ὀστᾶ στρατιωτῶν τους, νὰ τὰ ἐπαναφέρουν στὴν πατρίδα καὶ νὰ τὰ ἐνταφιάσουν μὲ τίς πρέπουσες τιμές, ἡ χώρα μας ἀγνοεῖ τὴν τύχη τῶν ὀστῶν τῶν περισσοτέρων πολεμιστῶν ποὺ χάρη στὴν προσωπική τους θυσία τῆς ἐπέτρεψαν νὰ συνεχίσει τὴν ἱστορική της πορεία.