Σάββατο 15 Απριλίου 2023

ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΤΟ ΑΚΑΝΘΙΝΟ ΣΤΕΦΑΝΙ, Η ΧΛΑΜΥΔΑ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ.. .





Πολλοὶ δὲν τὸ γνωρίζουν, ὅμως τὸ Ἀκάνθινο Στεφάνι, τὸ Τίμιο Ξύλο καὶ ἡ Χλαμύδα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ διασώζονται μέχρι καὶ σήμερα, καὶ μάλιστα ἐντὸς τοῦ Ἑλλαδικοῦ χώρου.
2.000 χρόνια μετά, αὐτὰ ὑπάρχουν ἀκόμη γιὰ νὰ μᾶς θυμίζουν τὰ ὅσα πέρασε ὁ Χριστός, γιὰ νὰ θυσιαστεῖ ἀπὸ ἀγάπη στὸν ἄνθρωπο.
Στὴν Κωνσταντινούπολη εἶχαν μαζευτεῖ πάρα πολλὰ λείψανα καὶ ἀντικείμενα Ἁγίων, ἀακόμη καὶ τοῦ Χριστοῦ. Ὅταν οἱ Παλαιολόγοι βασίλευαν τὴν Ἀνατολικὴ Ρωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία, εἶχαν σὲ μεγάλη ἐκτίμηση τὸν Ὅσιο Λεόντιο, ὁ ὁποῖος ἦταν ἀπὸ τὴ Μονεμβασιὰ τῆς Πελοπονήσσου.


Ὁ Λεόντιος ἔχτισε τὴν Ἱερὰ Μονὴ Παμμεγίστων Ταξιαρχῶν Αἰγιαλείας, καὶ οἱ Παλαιολόγοι γιὰ νὰ τοῦ δείξουν τὴ μεγάλη τους ἐκτίμηση, μετὰ τὸν θάνατό του, δώρισαν στὴ μονὴ ποὺ εἶχε χτίσει τὰ Ἄχραντα Πάθη τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, τὰ ὁποῖα σώζονται ἄθικτα μέχρι σήμερα.


Οἱ πιστοὶ μποροῦν ἀκόμη καὶ σήμερα νὰ προσκυνήσουν μέρος τοῦ Ἀκάνθινου Στεφάνου.
Τὰ Ἄχραντα Πάθη τοῦ Χριστοῦ κατὰ καιροὺς μεταφέρονται καὶ σὲ διάφορους ἄλλους ναούς, σὲ ὅλη τὴν Ἑλλάδα, ὥστε νὰ μποροῦν οἱ πιστοὶ ὅλης τῆς χώρας, νὰ προσκυνοῦν καὶ νὰ παίρνουν δύναμη, γιὰ νὰ ἀντιμετωπίζουν τίς δυσκολίες τῆς ἐποχῆς.


Τέλος, στὴν Ἱερὰ Μονὴ Παμμεγίστων Ταξιαρχῶν Αἰγιαλείας ἀνήκουν καὶ ἄλλα λείψανα τὰ ὁποῖα ἀξίζει νὰ προσκυνήσετε, ὅπως τὴ σιαγόνα τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, τὸν ὀφθαλμὸ τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος, τμῆμα τῆς Κᾶρας τῆς Ἁγίας Κυριακῆς, τμῆμα της Κᾶρας τοῦ Ὁσίου Στεφάνου τοῦ Νέου. Ἐπίσης ἀπὸ κειμήλια ὑπάρχουν καὶ τὰ θαυμάσια χρυσοκέντητα πετραχήλια τῆς κεντήστριας Κοκώνας.





Παρασκευή 14 Απριλίου 2023

Ἡ Μάχη του Λεβιδίου



Ἀποφασιστική μάχη γιὰ την ἀνύψωση του ἠθικοῦ τῶν ἐπαναστατημένων Ἑλλήνων,
ποῦ δόθηκε στὶς 14 Ἀπριλίου 1821 στὸ Λεβίδι, ἕνα χωριό ποῦ εἶναι χτισμένο στὶς ἀνατολικές πλαγιές του Μαινάλου, 25 χιλιόμετρα βόρεια της Τρίπολης.

Στὶς ἀρχὲς Ἀπριλίου του 1821 εἶχε σχεδόν ἐπικρατήσει το στρατηγικό σχέδιο του Κολοκοτρώνη, ποῦ στόχευε στὴν κατάληψη της Τριπολιτσάς, του διοικητικοῦ κέντρου του Ὀθωμανικοῦ Μωριᾶ. Γι’ αὐτὸ, γύρω ἀπὸ την Τριπολιτσά εἶχαν ἀρχίσει νὰ δημιουργοῦνται ἑλληνικά στρατόπεδα, γιὰ νὰ την ἀποκόψουν ἀπὸ την ὑπόλοιπη Πελοπόννησο καὶ νὰ καταστήσουν εὐκολότερη την ἅλωση της. Ὅμως, με τὴ θέα τῶν Τούρκων οἱ στρατολογημένοι Ἕλληνες το ἔβαζαν στὰ πόδια, χωρίς νὰ ρίξουν οὔτε μία τουφεκιά, με ἀποτέλεσμα ἕνα μετά το ἄλλο τα στρατόπεδα νὰ διαλύονται.

Τετρακόσια χρόνια σκλαβιᾶς καὶ ραγιαδισμοῦ εἶχαν κάνει πολλούς Ἕλληνες νὰ σκύβουν το κεφάλι, ὅταν ἔβλεπαν Τοῦρκο καὶ νὰ ὑπομένουν μοιρολατρικά τον αὐταρχισμό του. Ἄλλωστε, ὅσοι εἶχαν σηκώσει ἀνάστημα κατά του δυνάστη συχνά το πλήρωναν με το κεφάλι τους.

Στὸ Λεβίδι, ὅμως, ὅταν ἀκούσθηκε ὅτι φθάνει τουρκικός στρατός ἀπὸ την Τριπολιτσά κανείς δὲν ἔφυγε. Ἦταν το πρῶτο στρατόπεδο ποῦ δὲν διαλύθηκε στὸ ἄκουσμα της εἴδησης ὅτι 3.000 πεζοί καὶ ἱππεῖς ἔχουν ἐκστρατεύσει ἐναντίον τους. Το στρατόπεδο του Λεβιδίου εἶχε συσταθεῖ ἀπὸ τους Καλαβρυτινούς καὶ τους ντόπιους ὁπλαρχηγούς Παναγιώτη Ἀρβάλη καὶ Γεώργιο Μπηλίδα. Ἤδη ἀπὸ τις 12 Ἀπριλίου το στρατόπεδο εἶχε ἐνισχυθεῖ με τους ὁπλαρχηγούς Σωτήριο Χαραλάμπη, Σωτήριο Θεοχαρόπουλο, Νικόλαο Σολιώτη καὶ Ἀναγνώστη Στριφτόμπολα. Οἱ Τοῦρκοι ξεκίνησαν ἀπὸ την Τριπολιτσά με κατεύθυνση το Λεβίδι το βράδυ της 13ης Ἀπριλίου.

Μόλις πληροφορήθηκαν την ἐπικείμενη ἄφιξή του τουρκικοῦ στρατοῦ συγκεντρώθηκαν στὸ σπίτι, ὅπου διέμενε ὁ καλαβρυτινός Σωτήρης Χαραλάμπης καὶ ἀποφάσισαν κατά πρῶτο νὰ ζητήσουν βοήθεια ἀπὸ τα γειτονικά στρατόπεδα της Ἀλωνίσταινας καὶ του Κακουρίου καὶ κατά δεύτερο να πιάσουν τις εισόδους του Λεβιδίου, ώστε να εμποδίσουν τους Τούρκους να εισέλθουν στο χωριό. Ὁ Σωτήρης Χαραλάμπης ταμπουρώθηκε σε μία ράχη κοντά στὸ Λεβίδι, ἐνῶ πιὸ κάτω βρέθηκε ὁ Ἀναγνώστης Στριφτόμπολας.

Τις πρωινές ὧρες της 14ης Ἀπριλίου, ὅταν κυκλοφόρησε ἡ φήμη ὅτι το τουρκικό ἱππικὸ πλησιάζει το Λεβίδι, πολλοί ἄνδρες πανικοβλήθηκαν. Ἐγκατέλειψαν τις θέσεις τους, παρά τις προσπάθειες τῶν ὁπλαρχηγῶν νὰ τους συγκρατήσουν καὶ κατέφυγαν στὸ βουνό. Τότε ὁ Στριφτόμπολας με 70 ἄνδρες ἀποφάσισε νὰ δώσει τὴ μάχη μέσα στὸ χωριό.

Οἱ Τοῦρκοι ὅρμησαν με ἄγριες διαθέσεις κατά των ὀχυρωμένων Ἑλλήνων, ἀλλὰ ἀντιμετώπισαν τὴ σθεναρή ἀντίστασή τους. Χαρακτηριστικοί εἶναι οἱ στίχοι του λαϊκοῦ ποιητή Παναγιώτη Κάλα ἡ Τσοπανάκου (1789-1825) «… στὸ Βαλτέτσι στὸ Λεβίδι / πέφτει ἀλύπητο λεπίδι…»

Πραγματική μάχη δόθηκε ἔξω ἀπὸ το σπίτι ποῦ βρισκόταν ὁ Στριφτόμπολας. Ἐκεῖ ἔπεσαν οἱ περισσότεροι Τοῦρκοι, ἀλλὰ καὶ ὁ ἡρωικός ὁπλαρχηγός ἀπὸ τα Καλάβρυτα. Ἐν τῷ μεταξύ, εἶχαν ἀρχίσει νὰ καταφθάνουν οἱ ἐνισχύσεις ἀπὸ τα διπλανά στρατόπεδα ὑπὸ τους Δημήτριο Πλαπούτα, Ἠλία Τσαλαφατίνο, Νικόλαο Πετμεζά, Σταῦρο Δημητρακόπουλο καὶ Ἀσημάκη Σκαλτσά. Τότε, οἱ ἀμυνόμενοι βγῆκαν ἀπὸ τα σπίτια καὶ ὅρμησαν κατά των Τούρκων, ποῦ πανικόβλητοι ἐγκατέλειψαν το πεδίο της μάχης, ἀφήνοντας πίσω τους πολλούς νεκρούς.



Ἡ νίκη τῶν Ἑλλήνων στὸ Λεβίδι ἀποτέλεσε το σημαντικότερο ὡς τότε γεγονός του Ἀγῶνα. Οἱ ραγιᾶδες ἔβλεπαν πλέον ὅτι οἱ Τοῦρκοι δὲν ἦταν ἀνίκητοι!




Σήμερα μαῦρος οὐρανός. Τὸ μοιρολόϊ τῆς Παναγιᾶς



Ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ ὄμορφα παραδοσιακὰ τραγούδια τοῦ λαοῦ μας, ἕνα μοιρολόϊ φτιαγμένο γιὰ τὸν Μεγάλο νεκρό, τὸν Ἰησοῦ Χριστό, τὸ μοιρολόϊ τῆς Παναγιᾶς.
Σὲ πολλὲς ἐκκλησιὲς σὲ ὅλη τὴν ἐπικράτεια τὸ ψάλλουν γυναῖκες τὴν ὥρα ποὺ στολίζουν τὸν Ἐπιτάφιο.
Διαβάστε τοὺς πανέμορφους στίχους καὶ ἀκοῦστε το ἀπὸ τὸν μεγάλο δάσκαλο κ. Χρόνη Ἀηδονίδη.



Σήμερα μαῦρος Οὐρανός, σήμερα μαύρη μέρα,


σήμερα ὅλοι θλίβουνται καὶ τὰ βουνὰ λυποῦνται,


σήμερα ἔβαλαν βουλὴ οἱ ἄνομοι Ὀβραῖοι,


οἱ ἄνομοι καί τα σκυλιὰ κι' οἱ τρισκαταραμένοι


γιὰ νὰ σταυρώσουν τὸ Χριστό, τὸν Ἀφέντη Βασιλέα.


ὁ Κύριος ἠθέλησε νὰ μπεῖ σὲ περιβόλι


νὰ λάβει δεῖπνον μυστικὸν γιὰ νὰ τὸν λάβουν ὅλοι.




Κι' ἡ Παναγιὰ ἡ Δέσποινα καθόταν μοναχή της,


τὰς προσευχάς της ἔκανε γιά το μονογενῆ της.


Φωνὴ τοὺς ἤρθ' ἐξ Οὐρανοῦ ἀπ' Ἀρχαγγέλου στόμα:


-Φτάνουν κυρά μου οἱ προσευχές, φτάνουν κι' οἱ μετάνοιες,


τὸ γυιό σου τὸν ἐπιάσανε καὶ στὸ φονιᾶ τὸν πᾶνε


καὶ στοῦ Πιλάτου τὴν αὐλὴ ἐκεῖ τὸν τὸν τυραγνάνε.


-Χαλκιά-χαλκιά, φτιάσε καρφιά, φτιάσε τρία περόνια.


Καὶ κεῖνος ὁ παράνομος βαρεῖ καὶ φτάχνει πέντε.



-Σὺ Φαραέ, ποὺ τά 'φτιασες πρέπει νὰ μᾶς διδάξεις.


-Βάλε τα δυὸ στὰ χέρια του καὶ τ' ἄλλα δυὸ στὰ πόδια,


τὸ πέμπτο τὸ φαρμακερὸ βάλε το στὴν καρδιά του,


νὰ στάξει αἷμα καὶ νερὸ νὰ λιγωθεὶ ἡ καρδιά του.


Κι' ἡ Παναγιὰ σὰν τάκουσε ἔπεσε καὶ λιγώθη,


σταμνὶ νερό της ρίξανε, τρία κανάτια μόσχο


γιὰ νὰ τῆς ἔρθ' ὁ λογισμός, γιὰ νὰ τῆς ἔρθει ὁ νοῦς της.


Κι' ὅταν τῆς ἤρθ' ὁ λογισμός, κι' ὅταν τῆς ἤρθ' ὁ νοῦς της,


ζητᾷ μαχαίρι νὰ σφαγεῖ, ζητᾷ φωτιὰ νὰ πέσει,


ζητᾷ γκρεμὸ νὰ γκρεμιστεῖ γιὰ τὸ μονογενῆ της.



-Μὴν σφάζεσαι, Μανούλα μου, δὲν σφάζονται οἱ μανᾶδες


Μὴν καίγεσαι, Μανούλα μου, δὲν καίγονται οἱ μανᾶδες.


Λάβε, κυρὰ μ' ὑπομονή, λάβε, κύρά μ' ἀνέση.


-Καὶ πῶς νὰ λάβω ὑπομονὴ καὶ πῶς νὰ λάβω ἀνέση,


ποὺ ἔχω γυιο μονογενῆ καὶ κεῖνον Σταυρωμένον.


Κι' ἡ Μάρθα κι' ἡ Μαγδαληνὴ καὶ τοῦ Λαζάρου ἡ μάνα


καὶ τοῦ Ἰακώβου ἡ ἀδερφή, κι' οἱ τέσσερες ἀντάμα,



ἐπῆραν τὸ στρατί-στρατί, στρατὶ τὸ μονοπάτι


καὶ τὸ στρατί τους ἔβγαλε μὲς τοῦ λῃστῆ τὴν πόρτα.


-Ἄνοιξε πόρτα τοῦ λῃστῆ καὶ πόρτα τοῦ Πιλάτου.


Κι' ἡ πόρτα ἀπό το φόβο της ἀνοίγει μοναχή της.


Τηράει δεξιά, τηράει ζερβά, κανέναν δὲν γνωρίζει,


τηράει δεξιώτερα βλέπει τὸν Ἀϊγιάννη,



Ἀγιέ μου Γιάννη Πρόδρομε καὶ βαπτιστῆ τοῦ γυιου μου,


μὴν εἶδες τὸν ὑγιόκα μου καὶ τὸν διδάσκαλόν σου;


-Δὲν ἔχω στόμα νὰ σοῦ πῶ, γλῶσσα νὰ σοῦ μιλήσω,


δὲν ἔχω χεροπάλαμα γιὰ νά σου τόνε δείξω.


Βλέπεις Ἐκεῖνον τὸ γυμνό, τὸν παραπονεμένο,


ὁπού,ὁποῦ φορεῖ πουκάμισο στὸ αἷμα βουτηγμένο,


ὁπού,ὁποῦ φορεῖ στὴν κεφαλὴ ἀγκάθινο στεφάνι;


Αὐτὸς εἶναι ὁ γυιόκας σου καί με ὁ δάσκαλός μου!



Κι' ἡ Παναγιὰ πλησίασε γλυκὰ τὸν ἀγκαλιάζει.


-Δὲ μοῦ μιλᾷς παιδάκι μου, δὲ μοῦ μιλᾷς παιδί μου;


-Τί νὰ σοῦ πῶ, Μανούλα μου, ποὺ διάφορο δὲν ἔχεις·


μόνο τὸ μέγα-Σάββατο κατὰ τὸ μεσονύχτι,


ποὺ θὰ λαλήσει ὁ πετεινὸς καὶ σημάνουν οἱ καμπάνες,


τότε καὶ σύ, Μανούλα μου, θάχεις χαρὰ μεγάλη!


Σημαίνει ὁ Θεός, σημαίνει ἡ γῆ, σημαίνουν τὰ Οὐράνια,


σημαίνει κι' ἡ Ἅγια Σοφία μὲ τίς πολλὲς καμπάνες.



Ὅποιος τ' ἀκούει σώζεται κι' ὅποιος τὸ λέει ἁγιάζει,


κι' ὅποιος τὸ καλοφουγκραστεὶ Παράδεισο θὰ λάβει,


Παράδεισο καὶ λίβανο ἀπ' τὸν Ἅγιο Τάφο






Πέμπτη 13 Απριλίου 2023

Μεγάλη Πέμπτη: Ο Μυστικός Δείπνος, τα Πάθη και η Σταύρωση του Θεανθρώπου

 




Tὴν Μεγάλη Πέμπτη ἀναβιώνονται στὴν Ἐκκλησία μας, τα γεγονότα της τελευταίας ἡμέρας της ζωῆς του Ἰησοῦ Χριστοῦ στὴ Γῆ.

Σύμφωνα με τους Εὐαγγελιστές, ὁ Χριστός θέλησε πρὶν θυσιαστεῖ γιὰ την σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, νὰ δειπνήσει γιὰ τελευταία φορά με τους μαθητές του.

Ὁ Μυστικός Δείπνος

Ὁ δείπνος αὐτὸς εἶναι ο γνωστός μας Μυστικός Δείπνος. Ἔλαβε χώρα σε ἕνα πατάρι κάποιου σπιτιοῦ της Ἱερουσαλήμ, στὸ ὁποῖο κρυφά συνέφαγαν οἱ μαθητές καὶ ὁ Ἰησοῦς.

Πρίν ξεκινήσει ὁ Δείπνος, ὁ Χριστός πῆρε μία λεκάνη με νερό καὶ ἔπλυνε τα πόδια τῶν μαθητῶν του. Αὐτό ἦταν μία ἐνέργεια ποῦ ἔκαναν οἱ δοῦλοι της ἐποχῆς. Δηλαδή πρὶν ἀπὸ το φαγητό, ἔπλεναν τα πόδια των κυρίων τους. Με την πράξη του αὐτή ὁ Ἰησοῦς θέλησε νὰ διδάξει τους μαθητές του καί, μέσω αἰτῶν, ὅλους τους ἀνθρώπους νὰ εἶναι ταπεινοί καὶ νὰ ὑπηρετοῦν τους συνανθρώπους τους.

Το γεγονός αὐτὸ ἔχει λάβει στὶς μέρες μας το ὄνομα Ἱερὸς Νιπτῆρας. Σε πολλές περιοχές της χώρας μας, γίνεται ἀναπαράσταση του Ἱεροῦ Νιπτῆρα το πρωί της Μεγάλης Πέμπτης.

Η ἀρχὴ του Μυστηρίου της Θείας Εὐχαριστίας

Κατόπιν ὁ Ἰησοῦς κατά την διάρκεια του Μυστικοῦ Δείπνου, καὶ ἀφοῦ εἶχε ἀποχωρήσει ὁ Ἰούδας, παρέδωσε στοὺς μαθητές του, το Μυστήριο της Θείας Εὐχαριστίας.

Πρόσφερε ἄρτο λέγοντας: «λάβετε φάγετε τοῦτο ἐστί το σῶμα μου» καὶ κρασί «πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες τοῦτο γὰρ ἐστί το αἷμα μου το της καινῆς διαθήκης το περί πολλῶν ἐκχυνόμενον εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν».

Η σύλληψη, τα Πάθη καὶ ἡ Σταύρωση του Θεανθρώπου

Μετά το τέλος του Μυστικοῦ Δείπνου, ὁ Ἰησοῦς καὶ οἱ μαθητές του, μετέβησαν στὸ Ὄρος τῶν Ἐλαιών. Ἐκεῖ ὁ Χριστός προσεύχεται στὸν Πατέρα του, καὶ τελικά συλλαμβάνεται ἀπὸ τους Ρωμαίους, μετά την προδοσία του Ἰούδα.

Στὸν Ἑσπερινό της ἡμέρας ἔχουμε την Σταύρωση του Θεανθρώπου. Διαβάζονται τα 12 Εὐαγγέλια ποῦ περιγράφουν τα Ἅγια Πάθη. Μετά το 5ο Εὐαγγέλιο, βγαίνει ὁ Σταυρωμένος.

«Σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου ὁ ἕν ὕδασι την γῆν κρεμάσας», ψάλλει ὁ ἱερέας την ὥρα ποῦ περιφέρει τον σταυρωμένο Ἰησοῦ στὸ ναό γιὰ την ἀναπαράσταση της σταύρωσης.

Εἶναι ἡ στιγμή, περίπου στὶς 9 το βράδυ, ὅπου σε ὅλες τις ἐκκλησίες της χώρας θὰ σβήσουν τα φῶτα. Η πομπή της σταύρωσης ὑπὸ το ἀμυδρὸ φῶς τῶν κεριῶν θὰ κινηθεῖ με ἀργὸ καὶ σταθερό ρυθμό πρὸς το κέντρο των ναῶν, διαπερνῶντας το πλῆθος τῶν πιστῶν. Το Θεῖο πάθος σχεδόν κορυφώνεται.

Μέσα ἀπὸ τα λόγια τῶν εὐαγγελίων ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τις ἰδιαίτερα πένθιμες νότες των τροπαρίων περιγράφονται με τον τραγικότερο τρόπο οἱ ἐμπαιγμοί, τα χτυπήματα, οἱ ὕβρεις καὶ οἱ χλευασμοί τῶν ἀνθρώπων ποὺ ἀνέβασαν τον Κύριο στὸ σταυρό. Η Μεγάλη Πέμπτη εἶναι ἀπὸ τις θλιβερότερες ἡμέρες της χριστιανοσύνης.

Στὶς ἐκκλησίες, ὅλο το βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης μέχρι το πρωί της Μεγάλης Παρασκευῆς, παραμένουν κυρίως γυναῖκες οἱ ὁποῖες «μοιρολογοῦν», ψάλλοντας ὕμνους, τον Χριστό.

Οἱ παραδόσεις

Στὰ σπίτια των Χριστιανῶν, την Μεγάλη Πέμπτη, βάφονται τα κόκκινα αὐγά. Γιὰ τον λόγο αὐτὸ, ἡ ἡμέρᾳ λέγεται καὶ Κόκκινη Πέμπτη ἡ Κοκκινοπέφτη.

Ἐκτὸς ἀπὸ τα αὐγά, την μέρα αὐτή, φτιάχνονται τα πασχαλινά κουλούρια καὶ τα τσουρέκια. Σε πολλές περιοχές της Ἑλλάδας, οἱ Χριστιανοί κρεμοῦν κόκκινα πανιά στὰ παράθυρα των σπιτιῶν τους.



Τετάρτη 12 Απριλίου 2023

Μεγάλη Τετάρτη: Ἡ μετάνοια τῆς ἁμαρτωλῆς "κοινῆς"




H Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τιμάει τὴ Μεγάλη Τετάρτη τὴ μεταμέλεια καὶ τὴ μετάνοια τῆς ἁμαρτωλῆς "κοινῆς" γυναίκας, ἡ ὁποία ἄλειψε τὰ πόδια τοῦ Ἰησοῦ μὲ μύρο καὶ τὰ σκούπισε μὲ τὰ μαλλιά της, ζητῶντας συγχώρεση ἁμαρτιῶν.
Ἡ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας χρησιμοποιεῖ τὸ συγκεκριμένο περιστατικό, συγκρίνοντας τὴ μετάνοια της πόρνης μὲ τὸ φοβερὸ ὀλίσθημα τοῦ Ἰούδα καὶ παραλληλίζει τίς δύο ψυχικὲς καταστάσεις.
Ἡ πόρνη ἐλευθερώνεται ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ μετανοεῖ, ἐνῶ ὁ Ἰούδας αἰχμαλωτίζεται ἀπὸ τὴ φιλαργυρία καὶ ἀποχωρίζεται ἀπ' τὸ Θεό.
Τὴν Τετάρτη, μετὰ τὴν θριαμβευτικὴ εἴσοδό Του στὰ Ἱεροσόλυμα, ὁ Ἰησοῦς βρισκόταν στὸ σπίτι τοῦ λεπροῦ Σίμωνα γιὰ νὰ τὸν θεραπέυσει. Ἡ πόρνη πληροφορήθηκε αὐτὸ καὶ πῆγε στὸ σπίτι τοῦ λεπροῦ, γιὰ νὰ συναντήσει τὸν Κύριο.
Ἐκεῖ, ἔριξε ἐνα μπουκάλι ἀπὸ πανάκριβο μύρο στὰ μαλλιὰ καὶ τὰ πόδια Του καὶ παράλληλα τὰ σκούπιζε μὲ τὰ μαλλιά της.



Οἱ μαθητὲς τοῦ Ἰησοῦ, θεώρησαν τὴν πράξη αὐτὴ μεγάλη σπατάλη, ἀφοῦ θὰ μποροῦσαν νὰ πουλήσουν τὸ μύρο καὶ μὲ τὰ χρήματα ποὺ θὰ ἔπαιρναν νὰ βοηθοῦσαν τοὺς φτωχούς.
Ὁ Ἰησοῦς παίρνοντας τὸ μέρος τῆς γυναίκας, ἐπίπληξε τοὺς μαθητές του, λέγοντάς τους ὅτι ἡ γυναῖκα αὐτὴ τοῦ ἔκανε καλό, ἀφοῦ με αὐτὸ τὸ μύρο τὸν ἑτοίμασε γιὰ τὴν ταφή. Τοὺς θύμισε ὅτι τοὺς φτωχοὺς θὰ μποροῦν νὰ τοὺς βοηθοῦν καθ' ὅλη τὴν διάρκεια τῆς ζωῆς τους, ἐνῶ Ἐκεῖνον θὰ τὸν ἔχουν γιὰ λίγο ἀκόμα.
Τὴν συγχώρησε γιὰ τίς ἁμαρτίες της καί, προφητικὰ μιλῶντας, εἶπε ὅτι ἡ πράξη της αὐτὴ θὰ ἀναφέρεται στὸ Εὐαγγέλιο ποὺ θὰ κηρυχθεῖ σὲ ὅλο τὸν κόσμο, ἀποτελῶντας, αὐτὴ ἡ ἀναφορά, ἕνα μνημόσυνο γι' αὐτήν.
Μετὰ τὸ τέλος αὐτοῦ τοῦ περιστατικοῦ στὸ σπίτι του Σίμωνα, ὁ Ἰούδας ἔφυγε καὶ πῆγε νὰ συναντήσει τοὺς Ἀρχιερεῖς τῶν Ἰουδαίων.
Τοὺς ρώτησε τί θὰ τοῦ δώσουν γιὰ νὰ τοὺς παραδώσει τὸν Χριστό, καὶ αὐτοὶ τοῦ ὑποσχέθηκαν τριάντα ἀργύρια.


Τὸ ἀπόγευμα τῆς Μεγάλης Τετάρτης τελεῖτέ στῆς ἐκκλησίες μας τὸ Μυστήριο τοῦ Μεγάλου Εὐχέλαιου


κατὰ τὶ διάρκεια τοῦ ὁποίου διαβάζονται ἐπτὰ εὐαγγέλια καὶ ἐπτὰ εὐχὲς εὐλογίται μὲ αὐτὸ τόν τρόπο τὸ λάδι μὲ τὸ ὁποῖο ὁ ἱερέας Σταυρόνη τοῦς πιστοὺς στὸ μέτωπο στὸ πηγούνι στὰ μάγουλα καὶ στῆς παλάμες προσφέροντας Χάρη καὶ τὴν εὐλογία τοῦ Ἰησοῦ καὶ τοῦ ἁγίου πνεύματος τὸ. Εὐχέλαιο θεωρεῖται ὅτι ἔχει θεραπευτικὲς ἰδιότητες σὲ κάποιες περιοχές τὴς Ἑλλάδος οἱ γυναῖκες πηγαίνουν στὸ μεγάλο Εὐχέλαιο ἔχοντας μαζί τους μία σουπιέρα μὲ ἀλεύρι, σὲ αὐτὸ στερεῶνουν τρία κεριά τὰ ὁποῖα καῖνε κατὰ τὴν διάρκειά τοῦ Εὐχελαίου , τὸ ἀλεύρι αὐτὸ τὸ χρισιμοποιοῦνε γιὰ νὰ φιάξουν τὰ Κουλούρια τὴ ἐπόμενη ἡμέρα




Σάββατο 8 Απριλίου 2023

Σὰν σήμερα ἡ πρώτη ἅλωση τῆς Κωνσταντινούπολης ἀπὸ τοὺς σταυροφόρους τῆς Δύσης

 





Σὰν σήμερα ἡ πρώτη ἅλωση τῆς Κωνσταντινούπολης ἀπὸ τοὺς σταυροφόρους τῆς Δύσης
ὁ ἀρχηγὸς της Δ' Σταυροφορίας, Βονιφάτιος ὁ Μομφερατικός.
Ἡ Δ' Σταυροφορία ξεκίνησε μὲ πρωτοβουλία τοῦ Πάπα Ἰννοκέντιου Γ' τὸ 1201, γιὰ τὴν κατάληψη τῶν ἁγίων Τόπων, ποῦ κατεῖχαν οἱ Μουσουλμᾶνοι. ὁλοκληρώθηκε στὶς 12 Ἀπριλίου 1204, μὲ τὴν κατάληψη τῆς Κωνσταντινούπολης καὶ τὴν προσωρινὴ κατάλυση τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας, χωρὶς τὴ θέληση τοῦ Ποντίφικα.
Μετὰ τὴν ἀποτυχία τῆς τρίτης Σταυροφορίας (1189-1192) γιὰ τὴν κατάληψη τῶν ἁγίων Τόπων, τὸ ἐνδιαφέρον τῶν δυτικοευρωπαίων ἀτόνησε.
Τὴν ἱερουσαλήμ, ὅπως καὶ τὸ μεγαλύτερο μέρος τῆς Συρίας καὶ της Αἰγύπτου, ἤλεγχε ἡ μουσουλμανικὴ δυναστεία τῶν Ἀγιουβιδών.
Τὸ λατινικὸ Βασίλειο τῆς ἱερουσαλὴμ μόνο κατ' ὄνομα ὑπῆρχε, περιορισμένο σὲ λίγες πόλεις στὶς ἀκτὲς τῆς Παλαιστίνης.
Τὸ ἐνδιαφέρον γιὰ μία νέα σταυροφορία ἀνακίνησε ὁ πάπας ἱνοκέντιος Γ' τὸ 1198. Στὴν ἀρχὴ συνάντησε τὴ γενικὴ ἀδιαφορία τῶν ἐστεμμένων της Εὐρώπης, ποῦ εἶχαν τὰ δικά τους προβλήματα νὰ ἐπιλύσουν.
Τὸν ἑπόμενο χρόνο, κάποιοι εὐγενεῖς, κυρίως ἀπὸ τὰ ἐδάφη της σημερινῆς Γαλλίας, πείσθηκαν νὰ συγκροτήσουν ἕνα ἐκστρατευτικὸ σῶμα, μὲ ἐπικεφαλὴς τὸν Κόμη Τιμπὸ τῆς Καμπανίας. ὁ Τιμπὸ πέθανε τὸν ἑπόμενο χρόνο καὶ ἀρχηγὸς της Δ' Σταυροφορίας ἀνακηρύχθηκε ὁ ἰταλὸς κόμης Βονιφάτιος ὁ Μομφερατικός.
Τὸ σχέδιο προέβλεπε τὴ συγκέντρωση τῶν Σταυροφόρων στὴ Βενετία καὶ ἀπὸ ἐκεῖ θὰ κατευθύνονταν στὴν Αἴγυπτο, ὅπου θὰ ἄρχιζαν τίς στρατιωτικὲς ἐπιχειρήσεις, μὲ σκοπὸ τὴν κατάληψη τῆς ἱερουσαλήμ.


Τὴ δύναμη τῶν Σταυροφόρων συγκροτοῦσαν 33.500 ἄνδρες καὶ 4.500 ἄλογα καὶ τὴ διεκπεραίωσή τους στὴν Αἴγυπτο ἀνέλαβαν ἔναντι ἀνταλλαγμάτων οἱ Ἐνετοὶ τὸ 1200. Ζήτησαν 85.000 ἀργυρᾶ μάρκα, τὰ μισὰ ἐδάφη ποῦ θὰ κατακτοῦσαν οἱ Σταυροφόροι καὶ προθεσμία ἑνὸς ἔτους γιὰ τίς ἑτοιμασίες τῆς φιλόδοξης ἐκστρατείας.
Τὸ 1201 τὸ μεγαλύτερο μέρος τῶν Σταυροφόρων ἔφθασε στὴ Βενετία. Ὅμως, οἱ ἡγέτες τους δὲν τήρησαν τὴ συμφωνία καὶ μόλις καὶ μετὰ βίας συγκέντρωσαν 51.000 ἀργυρᾶ μάρκα.
Οἱ Ἐνετοὶ ἐξοργίσθηκαν καὶ τους φυλάκισαν στὸ νησάκι Λίντο, ἑως ὅτου ἀποφασίσουν γιὰ τὴν τύχη τους.
ὁ γηραιὸς δόγης Ἐρρίκος Δάνδολος ἀποφάσισε νὰ ἐκμεταλλευτεῖ τὴν περίσταση καὶ νὰ χρησιμοποιήσει τοὺς Σταυροφόρους γιὰ τοὺς δικούς του σκοπούς. Στὴ Βασιλικὴ τοῦ ἁγίου Μάρκου, ὅπου ἔγινε ἡ ἐπίσημη τελετὴ ὑποδοχή τους, ὁ δόγης πρότεινε στοὺς ἀρχηγούς τους νὰ ἐπιτεθοῦν πρῶτα στὸ λιμάνι τῆς Ζάρας στὴ Δαλματία (σημερινὴ Κροατία), προκειμένου νὰ ξεπληρώσουν τὰ χρέη τους.
Ἡ Ζάρα, ποῦ προμήθευε μὲ ξυλεία τὸν στόλο τοῦ δόγη, εἶχε ἀποσκιρτήσει ἀπὸ τὴ Βενετία καὶ βρισκόταν ὑπὸ προστασία τοῦ βασιλιᾶ τῶν Οὕγγρων Ἔμερικ. Οἱ κάτοικοί της ἦταν χριστιανοὶ καὶ μάλιστα καθολικοί.

Γιὰ την ἐπιχείρηση συμφώνησε ἀπρόθυμα ὁ παπικός ἀντιπρόσωπος Καρδινάλιος Καπουάνο, ὄχι ὅμως καὶ ὁ Πάπας Ἰνοκέντιος, ποῦ ἀπείλησε με ἀφορισμό ὅσους σταυροφόρους στραφοῦν ἐναντίον χριστιανῶν.
Τὴ σχετική ἐπιστολή του φρόντισαν νὰ την κρατήσουν μυστική οἱ ἐπὶ κεφαλῆς της ἐκστρατείας. Ἡ ἐπιχείρηση τελικά πραγματοποιήθηκε. Η πόλη της Ζάρας καταλήφθηκε, ὕστερα ἀπὸ σύντομη πολιορκία καὶ ὁ Πάπας Ἰνοκέντιος Γ' πραγματοποίησε την ἀπειλή του.

Ἡ εἴσοδος τῶν Σταυροφόρων στὴν Κωνσταντινούπολη (Εὐγένιος Ντελακρουά, 1840)

Ὁ ἀρχηγὸς τῶν Σταυροφόρων Βονιφάτιος ὁ Μομφερατικός δὲν πῆρε μέρος στὴν ἐκστρατεία κατά της Ζάρα, φοβούμενος ἴσως τις παπικές κυρώσεις.
Πῆγε νὰ ἐπισκεφθεῖ τον ἐξάδελφο του Φίλιππο της Σουηβίας, ὁ ὁποῖος φιλοξενοῦσε τον συγγενῆ του βυζαντινό πρίγκηπα Ἀλέξιο Ἄγγελο, γιὸ του ἀνατραπέντος αὐτοκράτορα Ἰσαάκιου Β' Ἀγγέλου.
Ὁ Ἀλέξιος Ἄγγελος ζήτησε βοήθεια ἀπὸ τον Βονιφάτιο γιὰ νὰ ἀνατρέψει τον θεῖο του αὐτοκράτορα Ἀλέξιο Γ' Ἄγγελο καὶ νὰ ἐπαναφέρει στὸν θρόνο τον τυφλό πατέρα του. Στὰ ἀνταλλάγματα ποῦ προσέφερε ἦταν ἕνα μεγάλο χρηματικό ποσό, στρατιωτικές δυνάμεις γιὰ την ἐνίσχυση της ἐκστρατείας τῶν Σταυροφόρων στὴν Αἴγυπτο καὶ την ὑποταγή της Ἐκκλησίας της Κωνσταντινούπολης στὸν Πάπα.

Ὁ Βονιφάτιος θεώρησε δελεαστική την πρόταση καὶ μαζί με τον Ἀλέξιο Ἄγγελο μετέβησαν στὴν Κέρκυρα γιὰ νὰ συναντήσουν τους Σταυροφόρους ποῦ συμμετεῖχαν στὴν κατάληψη της Ζάρα καὶ νὰ ἐνημερώσουν τους ἀρχηγούς της Σταυροφορίας.
Κάποιοι συμφώνησαν με την ἐκτροπὴ της Σταυροφορίας, ἄλλοι διαφώνησαν καὶ ἀποχώρησαν, ἐπιστρέφοντας στὶς πατρίδες τους.
Ἀνάμεσα σε αὐτούς ποῦ εἶδαν με καλό μάτι την πρόταση του Ἀλέξιου ἦταν καὶ οἱ Ἐνετοί. Λαός ναυτικός, ἐπιζητοῦσαν την αὐξήση της ἐπιρροῆς τους στὴν Ἀνατολή εἰς βάρος της Γένουας καὶ της Πίζας, ποῦ ἦταν οἱ κύριοι ἀνταγωνιστές τους.
Ἐπιπροσθέτως, τους μισοῦσαν καὶ ἤθελαν νὰ πάρουν ἐκδίκηση γιὰ τὴ σφαγή τῶν συμπατριωτῶν τους, στὴ διάρκεια τῶν ἀντιπαπικών ταραχῶν στὴν Κωνσταντινούπολη το 1182. Ἀπὸ την ἄλλη πλευρά, το Βυζάντιο σπαρασσόταν ἀπὸ ἐμφύλιες διαμάχες καὶ την καταστροφική πολιτική τῶν τελευταίων Κομνηνῶν καὶ της δυναστείας τῶν Ἀγγέλων.
Βρισκόταν σε προφανῆ παρακμή, ἐνῶ εἶχαν ἀρχίσει οἱ ἀποσχιστικές τάσεις ἀπὸ φιλόδοξους τοπάρχες. Ὁ λαός στέναζε ἀπὸ τὴ βαριά φορολογία.
Ὁ στόλος τῶν Ἐνετῶν καὶ Σταυροφόρων ἔφθασε πρὸ τῶν τειχῶν της Κωνσταντινούπολης στὶς 23 Ἰουνίου 1203
. Οἱ νεοφερμένοι ἔμειναν κατάπληκτοι ἀπὸ ὅσα ἔβλεπαν τα μάτια τους: «Δὲν μποροῦσαν νὰ φαντασθοῦν ὅτι ὑπῆρχε στὸν κόσμο τόσο ὀχυρή πόλη. Εἶδαν τα ὑψηλὰ τείχη, τους ἰσχυρούς πύργους, τα θαυμαστά παλάτια, τις μεγάλες ἐκκλησίες, ποῦ ἦταν τόσες πολλές ὥστε κανείς δὲν θὰ το πίστευε ἄν δὲν τις ἔβλεπε με τα μάτια του. Το μῆκος της, το πλάτος της, ἔδειχναν πώς ἦταν βασιλεύουσα». Με τα λόγια αὐτὰ περιγράφει τις πρῶτες του ἐντυπώσεις ὁ ἱστορικός καὶ ἐκ τῶν ἡγετῶν της Σταυροφορίας Γοδεφρείδος Βιλλεαρδουίνος.
Ἀρχικὸς τους στόχος ἦταν νὰ ἀποκαταστήσουν στὸν θρόνο τον Ἰσαάκιο Β' Ἄγγελο.
Οἱ κάτοικοι της Πόλης τους ὑποδέχθηκαν ἐχθρικά, παρά τις περί του ἀντιθέτου διαβεβαιώσεις του Ἀλέξιου Ἀγγέλου. Στὶς 17 Ἰουλίου οἱ Σταυροφόροι ἀποβιβάσθηκαν στὴ στεριά καὶ ἐπιτέθηκαν ἀπὸ τὴ νοτιοανατολική πλευρά της Πόλης.
Ἔβαλαν μία μεγάλη φωτιά, ποῦ προκάλεσε μεγάλες καταστροφές στὴν Πόλη. Οἱ κάτοικοι στράφηκαν κατά του αὐτοκράτορα Ἀλέξιου Γ' Ἀγγέλου, ὁ ὁποῖος ἔφυγε την ἴδιά νύχτα ἀπὸ την Πόλη.
Ο Ισαάκιος Β' Άγγελος ἀφέθηκε ἐλεύθερος καὶ ἀποκαταστάθηκε στὸ θρόνο του. Την 1η Αὐγούστου ὁ γιὸς του Ἀλέξιος Ἄγγελος ἀναγορεύθηκε σε αὐτοκράτορα, ὡς Ἀλέξιος Δ' Ἄγγελος. Το Βυζάντιο βρισκόταν καὶ πάλι σε κατάσταση ἐμφυλίου πολέμου, ἀφοῦ ὑπῆρχαν δύο νόμιμοι αὐτοκράτορες (Ἀλέξιος Γ' Ἄγγελος καὶ Ἀλέξιος Δ' Ἄγγελος).

Ἡ πολιορκία της Κωνσταντινούπολης

Ὁ νέος ἡγεμόνας βρῆκε τα ταμεῖα ἀδείᾳ καὶ γρήγορα συνειδητοποίησε ὅτι δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ἱκανοποιήσει τις δεσμεύσεις του πρὸς τους Σταυροφόρους. Διέταξε τότε νὰ καταστραφοῦν εἰκόνες καὶ ἀντικείμενα λατρείας, μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ πάρει τον χρυσό καὶ τον ἀργυρὸ ποῦ περιεῖχαν.
Ὁ λαός ἐξαγριώθηκε καὶ θεώρησε ἱεροσυλία την ἀπόφαση αὐτὴ του αὐτοκράτορα.
Ὁ αὐλικός Ἀλέξιος Δούκας, γνωστός καὶ ὡς Μούρτζουφλος, ἐξαιτίας τῶν πυκνῶν φρυδιῶν του, ἐκμεταλλεύτηκε την κατάσταση. Τον ἀνέτρεψε καὶ τον στραγγάλισε.
Ὁ Αλέξιος Δούκας ἀνέβηκε στὸ θρόνο ὡς Ἀλέξιος Ε'.
Ο πρώην αὐτοκράτορας Ἰσαάκιος Β' Ἄγγελος πέθανε ὕστερα ἀπὸ λίγο, ἀπὸ φυσικά αἴτια.
Οἱ Σταυροφόροι καὶ οἱ Βενετοί, χωρίς προστάτες πλέον σε μία ἐχθρικὴ γι' αὐτούς περιοχή, βρέθηκαν πρὸς στιγμή σε ἀμηχανία. Πάντως, στὶς 8 Ἀπριλίου 1204 ἐπιτέθηκαν στὴν Κωνσταντινούπολη γιὰ μία ἀκόμη φορά, προκειμένου νὰ τιμωρήσουν τον δολοφόνο του Ἀλέξιου Δ' Άγγελου. Ὁ Ἀλέξιος Ε' ἀντέταξε ἰσχυρή ἄμυνα, με σύμμαχο τον ἄσχημο καιρό.
Οἱ ἐπιτιθέμενοι το θεώρησαν θεϊκό σημάδι καὶ θέλησαν νὰ λύσουν την πολιορκία. Οἱ καθολικοί κληρικοί ποῦ τους συνόδευαν κατόρθωσαν νὰ τους πείσουν νὰ παραμείνουν καὶ νὰ καταλάβουν την Πόλη, με τα ἐπιχειρήματα ὅτι οι Βυζαντινοί εἶναι προδότες καὶ δολοφόνοι ἐπειδή σκότωσαν τον σεβαστό Ἀλέξιο Δ' καὶ ὅτι εἶναι χειρότεροι ἀπὸ τους Ἑβραίους.
Ὁ Πάπας Ἰνοκέντιος Γ', γιὰ μία ἀκόμη φορά, εἶχε διαμηνύσει στοὺς Σταυροφόρους νὰ μὴν ἐπιτεθοῦν καὶ νὰ μὴν σκοτώσουν οὔτε ἕνα χριστιανό, ἀλλὰ καὶ πάλι ἡ σχετική ἐπιστολή του ἀπεκρύβη ἀπὸ τους παπικούς ἀπεσταλμένους.
Στὶς 12 Ἀπριλίου 1204, οἱ Σταυροφόροι πραγματοποίησαν την τελική τους ἔφοδο κατά της Κωνσταντινούπολης, βοηθούμενοι καὶ ἀπὸ τον καλό καιρό.
Ὁ αὐτοκράτορας Ἀλέξιος Ε' Μούρτζουφλος την εἶχε ἐγκαταλείψει κι ἔτσι την κατέλαβαν με σχετική εὐκολία, παρά την ἀντίσταση της αὐτοκρατορικῆς φρουράς, ποῦ την ἀποτελοῦσαν οἱ σκανδιναβοί Βάραγγοι.
Γιὰ τρεῖς μέρες οἱ «Στρατιῶτες του Χριστοῦ» ἐπιδόθηκαν σε παντός εἴδους βανδαλισμούς καὶ φρικαλεότητες. Δὲν δίστασαν νὰ βεβηλώσουν ἀκόμη καὶ ἱερούς χώρους, ἀνεβάζοντας στὸν πατριαρχικό θρόνο μία πόρνη, σύμφωνα με τον ἱστορικό Νικήτα Χωνιάτη.
Ὅταν ὁ Πάπας ἔμαθε γιὰ τις βδελυρές πράξεις τῶν Σταυροφόρων ἐξέφρασε την ντροπή καὶ τον ἀποτροπιασμό του.

Γιὰ τα ἑπόμενα 59 χρόνια ὁ ἑλλαδικός χῶρος θὰ ζήσει ὑπὸ καθεστώς Φραγκοκρατίας. Η τάξη θὰ ἀποκατασταθεῖ το 1261, με την ἐκδίωξη των Λατίνων καὶ την ἀνασύσταση της Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας ἀπὸ τον Μιχαήλ Η' Παλαιολόγο.
Ἡ Τέταρτη Σταυροφορία, μόνο κατ' ὄνομα ὑπῆρξε. Σχεδόν κανένας ἀπὸ τους λατίνους μαχητές δὲν πάτησε το πόδι του στοὺς Ἁγίους Τόπους, παρά μόνο διοχέτευσαν ὅλη τους την ἐνέργεια στὴν καταστροφή του Βυζαντίου.
Ἡ κληρονομιά ποῦ ἄφησε πίσω της ἡ Τέταρτη Σταυροφορίας εἶναι ἡ ὁλοκλήρωση του Σχίσματος μεταξύ Καθολικῆς Δύσης καὶ Ὀρθόδοξης Ἀνατολῆς καὶ ὁ τεμαχισμός της Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας σε λατινικά (Πριγκιπᾶτο της Ἀχαΐας, Βασίλειο της Θεσσαλονίκης, Βασίλειο των Ἀθηνῶν, Βασίλειο του Αἰγαίου, Ἡγεμονία της Κωνσταντινούπολης) καὶ ἑλληνικά κρατίδια (Δεσποτάτο της Ἠπείρου, Αὐτοκρατορία της Τραπεζοῦντας,
Αὐτοκρατορία της Νικαίας). Ἡ ἀποτυχία του νὰ ἐλέγξει του Σταυροφόρους ἔγινε μάθημα στὸν Ἰνοκέντιο καὶ τους διαδόχους του στὴν Ἁγία Ἔδρα κι ἔτσι δὲν ὑποστήριξαν ἀμέσως καμία ἀπὸ τις ἑπόμενες Σταυροφορίες.
Ὀκτακόσια χρόνια ἀργότερα, ὁ Πάπας Ἰωάννης Παῦλος Β' ἐξέφρασε τὴ λύπη του γιὰ τις ὠμότητες τῶν Σταυροφόρων, οἱ ὁποῖοι «ἐστράφησαν ἐναντίον τῶν ἐν Χρηστῷ ἀδελφῶν μας», ὅπως ἀνέφερε το 2001 σε ἐπιστολή του πρὸς τον Ἀρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο. Ἀνάλογη ἦταν καὶ η συγγνώμη του πρὸς τον Οἰκουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαῖο Α', κατά τὴ συνάντησή τους στὸ Βατικανό το 2004.

                                           

10 Ἀπριλίου τοῦ 1826 - Ἡ ἡρωικὴ ἔξοδος τοῦ Μεσολογγίου

10 Ἀπριλίου τοῦ 1826 - Ἡ ἡρωικὴ ἔξοδος τοῦ Μεσολογγίου 



Κυριακὴ τῶν Βαΐων ὁρίστηκε ὡς ἐπέτειος τῆς ἐξόδου.


Τὸ γεγονὸς συνέβῃ τὴν νύχτα μεταξὺ 10ης καὶ 11ης Ἀπριλίου 1826, κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἐπανάστασης τοῦ 1821, καὶ συγκαταλέγεται στὰ σημαντικότερα γεγονότα τῆς παγκόσμιας στρατιωτικῆς ἱστορίας Τρία χρόνια μετὰ τὴν ἀποτυχημένη ἀπόπειρα κατάληψης τοῦ Μεσολογγίου ἀπὸ τοὺς Κιουταχῆ καὶ Ὀμὲρ Βρυώνη, ὁ Σουλτᾶνος ἐπανῆλθε μὲ νέο σχέδιο. Ἀνέθεσε καὶ πάλι στὸν νικητὴ τῆς Μάχης του Πέτα, Κιουταχῆ, νὰ καταλάβει τὴν πόλη, συνδυάζοντας αὐτὴ τὴ φορὰ τὴν ἐπιχείρηση μὲ τὴν ἐκστρατεία τοῦ Ἰμπρὴμ στὴν Πελοπόννησο. Μὲ μιὰ πανίσχυρη στρατιὰ 20.000 ἀνδρῶν, ὁ Κιουταχῆς ξεκίνησε ἀπὸ τὰ Τρίκαλα στὰ τέλη Φεβρουαρίου τοῦ 1825 καὶ στὶς 15 Ἀπριλίου 1825 ἔφθασε πρὸ τοῦ Μεσολογγίου. Ἀμέσως ἄρχισε τὴν πολιορκία τῆς πόλεως, ἡ ὁποία μπορεῖ νὰ χωρισθεῖ σὲ δύο περιόδους: α) 15 Ἀπριλίου ἕως 12 Δεκεμβρίου 1825 β) 25 Δεκεμβρίου 1825 ἕως τίς 11 Ἀπριλίου 1826.


… Χωρὶς σημαντικὴ βοήθεια ἀπὸ τοὺς ὑπόλοιπους Ἕλληνες, λόγῳ τοῦ ἐμφυλίου πολέμου καὶ ἔχοντας νὰ ἀντιμετωπίσουν ὑπέρτερες ἐχθρικὲς δυνάμεις, οἱ 12.000 ψυχὲς τοῦ Μεσολογγίου ἀντιστάθηκαν καρτερικὰ ἐπὶ ἕνα χρόνο. Τὴν ὀργάνωση τῆς ἄμυνας ἀνέλαβε τριμελὴς ἐπιτροπὴ ὑπό τους Ἰωάννη Παπαδιαμαντόπουλο, Δημήτριο Θέμελη καὶ Γεώργιο Καναβό. Τὸ φρούριο τῆς πόλεως μετὰ τὴν πρώτη πολιορκία εἶχε βελτιωθεῖ, κατόπιν τῶν προσπαθειῶν τοῦ Ἀλέξανδρου Μαυροκορδάτου, τοῦ Βύρωνα καὶ τοῦ μηχανικοῦ Μιχαὴλ Κοκκίνη. Ἡ τάφρος ἔγινε βαθύτερη, ὁ μικρὸς περίβολος ἐνισχύθηκε μὲ πύργους καὶ πολύγωνα προτειχίσματα, πάνω στὰ ὁποῖα τοποθετήθηκαν 48 τηλεβόλα καὶ 4 βομβοβόλα. Ἡ νησῖδα Βασιλάδι, μεταξὺ τῆς λιμνοθάλασσας καὶ τῆς θάλασσας, ἔγινε ἕνα εἶδος προκεχωρημένου ὀχυροῦ. Ἐκεῖ τοποθετήθηκαν 6 πυροβόλα καὶ συγκεντρώθηκαν 2.000 γυναικόπαιδα γιὰ νὰ μὴν ἐπιβαρύνουν τὴ φρουρὰ τῆς πόλης. Ἐντὸς τοῦ Μεσολογγίου ὑπῆρχαν 10.000 ἄτομα, ἐκ τῶν ὁποίων 4.000 ἄνδρες, ἄριστοι πολεμιστὲς ἀπὸ τὴν Ἤπειρο καὶ τὴν Αἰτωλοακαρνανία καὶ ἀκόμη 1.000 ἄνδρες, δυνάμενοι νὰ φέρουν ὅπλα. Κατὰ τὴν πρώτη φάση τῆς πολιορκίας (15 Ἀπριλίου-12 Δεκεμβρίου 1825) τὸ Μεσολόγγι πολιορκήθηκε μόνο ἀπὸ τίς δυνάμεις τοῦ Κιουταχῆ. Οἱ ἐπιθέσεις τους συντρίβονταν εὔκολα ἢ δύσκολα ἀπὸ τοὺς ὑπερασπιστὲς τῆς πόλης. Ἐξάλλου, ὁ ἀπὸ θαλάσσης ἀποκλεισμὸς δὲν ἦταν ἰσχυρὸς καὶ ἐπανειλημμένως διασπάσθηκε ἀπὸ τὸν στόλο τοῦ Μιαούλη, ὁ ὁποῖος ἐνίσχυε μὲ πολεμοφόδια καὶ τρόφιμα τοὺς πολιορκούμενους. Στὶς 24 Ἰουλίου, 1000 ρουμελιῶτες πολεμιστὲς ὑπὸ τὸν Γεώργιο Καραϊσκάκη ἀνάγκασαν τὸν Κιουταχῆ νὰ ἀποσύρει τίς δυνάμεις του στὶς ὑπώρειες τοῦ ὄρους Ζυγός, χαλαρώνοντας τὴν πολιορκία τοῦ Μεσολογγίου. Ἀλλὰ καὶ ὁ τουρκικὸς στόλος, παρενοχλούμενος ἀπὸ τὸν ἑλληνικό, ἀναγκάσθηκε νὰ ζητήσει καταφύγιο στὴν ἀγγλοκρατούμενη Κεφαλληνία.
 


Στὶς 5 Αὐγούστου ὁ Κίτσος Τζαβέλλας, ἐπικεφαλῆς δυνάμεως Σουλιωτῶν πολεμιστῶν, εἰσῆλθε στὴν πόλη, ἀναπτερώνοντας τὸ ἠθικὸ τῶν πολιορκουμένων. Ὅμως, στὶς ἀρχὲς Νοεμβρίου, ὁ κοινὸς στόλος Τούρκων καὶ Αἰγυπτίων ἀποβίβασε 8.000 αἰγύπτιους στρατιῶτες κι ἕνα μῆνα ἀργότερα κατέφθασε στὴν περιοχὴ οἰμπραὴμ ποὺ εἶχε σχεδὸν καταστείλει τὴν Ἐπανάσταση στὴν Πελοπόννησο. Τοῦρκοι, Τουρκαλβανοὶ καὶ Αἰγύπτιοι ἀριθμοῦσαν 25.000 ἄνδρες, μὲ σύγχρονο πυροβολικό, ποὺ διοικοῦσαν γάλλοι ἀξιωματικοί. Οἱ Ἕλληνες εἶχαν νὰ ἀντιπαρατάξουν 4.000 μαχητές. Στὶς 25 Δεκεμβρίου 1825 ἄρχισε ἡ δεύτερη φάση τῆς πολιορκίας τοῦ Μεσολογγίου. Ὅπως καὶ στὴν πρώτη πολιορκία, πάλι ὑπῆρξε διάσταση ἀπόψεων μεταξὺ τῶν δύο πασάδων. Ὁ αἰγύπτιος Ἰμπραὴμ ἐπεχείρησε μὲ τίς δικές του δυνάμεις νὰ καταλάβει τὸ Μεσολόγγι στὶς 16 Ἰανουαρίου 1826. Ἀπέτυχε, ὅμως, καὶ ἀναγκάσθηκε νὰ συμπράξει μετὰ τοῦ Κιουταχῆ. Οἱ δύο στρατοὶ κατέστησαν ἀσφυκτικὴ τὴν πολιορκία μὲ ἀνηλεῆ κανονιοβολισμὸ τοῦ Μεσολογγίου καὶ μὲ τὴν κατάληψη τῶν στρατηγικῆς σημασίας νησίδων Βασιλάδι (25 Φεβρουαρίου) καὶ Κλείσοβας (25 Μαρτίου). Μετὰ τὴν πτώση τῶν δύο νησίδων, ἡ θέση τῶν πολιορκουμένων κατέστῃ δεινή, μετὰ καὶ τὴν ἀποτυχία τοῦ Μιαούλη νὰ διασπάσει τὸν ναυτικὸ ἀποκλεισμό. 



Ἡ κατάσταση πλέον μέσα στὴν πόλη εἶχε φθάσει σὲ ὁριακὸ σημεῖο. Τρόφιμα δὲν ὑπῆρχαν καὶ οἱ πολιορκούμενοι (γυναῖκες, παιδιά, τραυματίες, γέροντες καὶ μαχητὲς) σιτίζονταν μὲ φύκια, δέρματα, ποντίκια καὶ γάτες! Ὑπὸ τίς συνθῆκες αὐτές, ποὺ καθιστοῦσαν ἀδύνατη τὴν ἀποτελεσματικὴ ὑπεράσπιση τῆς πόλης, ἀποφασίστηκε σὲ συμβούλιο ὁπλαρχηγῶν καὶ προκρίτων στὶς 6 Ἀπριλίου ἡ ἔξοδος καὶ ὁρίστηκε γι' αὐτή, ἡ νύχτα του Σαββάτου τοῦ Λαζάρου πρὸς Κυριακὴ τῶν Βαΐων (9 πρὸς 10 Ἀπριλίου). Τὰ μεσάνυχτα, σύμφωνα μὲ τὸ σχέδιο, χωρίστηκαν σὲ τρεῖς ὁμάδες, ὑπό τους Δημήτριο Μακρή, Νότη Μπότσαρη καὶ Κίτσο Τζαβέλα, μὲ τὴν ἐλπίδα νὰ διασπάσουν τίς ἐχθρικὲς γραμμές, ἐπωφελούμενοι ἀπὸ τὸν αἰφνιδιασμὸ τῶν πολιορκητῶν. Νωρίτερα εἶχαν σκοτώσει τοὺς τούρκους αἰχμαλώτους, ἐνῶ στὴν πόλη παρέμειναν τραυματίες καὶ γέροι. Ὅμως, τὸ σχέδιο τῆς ἐξόδου, εἴτε προδόθηκε, εἴτε δὲν ἐφαρμόστηκε σωστὰ κι ἔτσι οἱ δυνάμεις τοῦ Ἰμπραὴμ κατέσφαξαν μὲ τὰ γιαταγάνια τοὺς μαχητὲς τῆς ἐλευθερίας. Στὸ μεταξύ, μέσα στὸ Μεσολόγγι εἶχαν ἀρχίσει οἱ σφαγὲς ἀπὸ τοὺς Τουρκοαιγύπτιους, ποὺ εἶχαν εἰσβάλει ἀπὸ ἄλλο σημεῖο τῆς πόλης. Σὲ πολλὰ σημεῖα σημειώθηκαν δραματικὲς σκηνές: ὁ δημογέροντας Χρῆστος Καψάλης, ὅταν κυκλώθηκε ἀπὸ τοὺς εἰσβολεῖς στὸ σπίτι του, ὅπου εἶχαν συγκεντρωθεῖ τραυματίες, γέροντες καὶ γυναικόπαιδα, ἔβαλε φωτιὰ στὴν πυριτιδαποθήκη, ἐνῶ ὁ μητροπολίτης Ρωγῶν Ἰωσὴφ ἀνατίναξε τὸν Ἀνεμόμυλο, στὴν τελευταία πράξη ἀντίστασης, ὅταν κυκλώθηκε ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς. Τὸ πρωὶ τῆς 10ης Ἀπριλίου, ἀνήμερα τῶν Βαΐων, ἡ ὀθωμανικὴ ἡμισέληνος κυμάτιζε στὰ χαλάσματα τοῦ Μεσολογγίου.

 


 Οἱ πληροφορίες γιὰ τίς ἀπώλειες τῶν Ἑλλήνων κατὰ τὴν πολιορκία καὶ τὴν ἔξοδο εἶναι ἀντιφατικές. Πιθανότερο φαίνεται ὅτι ἀπὸ τοὺς 3.000 ποὺ πῆραν μέρος στὴν ἔξοδο, οἱ 1.700 ἔπεσαν ἡρωικὰ μαχόμενοι. Ἀνάμεσα στοὺς νεκρούς, ὁ Ἰωάννης Παπαδιαμαντόπουλος, ὁ Μιχαὴλ Κοκκίνης, ὁ Ἀθανάσιος Ραζηκότσικας, ὁ Νικόλαος Στορνάρης, ὁ γερμανὸς ἐκδότης τῆς ἐφημερίδας «Ἑλληνικὰ Χρονικὰ» Ἰάκωβος Μάγιερ καὶ ἄλλοι γερμανοὶ φιλέλληνες. Γύρῳ,Γύρω στὰ 6.000 γυναικόπαιδα ὁδηγήθηκαν γιὰ νὰ πουληθοῦν στὴ Μεθώνη καὶ στὰ σκλαβοπάζαρα τῆς Κωνσταντινούπολης καὶ τῆς Ἀλεξάνδρειας. Οἱ ἀπώλειες γιὰ τοὺς τουρκοαιγύπτιους εἰσβολῆς ἀνῆλθαν σὲ 5.000 ἄνδρες. Ἡ Ἐπανάσταση μετὰ τὴν πτώση τοῦ Μεσολογγίου εἶχε σχεδὸν κατασταλεῖ. Ἡ φλόγα της, ὅμως, παρέμεινε ἄσβεστη, καθὼς ἡ ἧττα μετατράπηκε σὲ νίκη. Ἕνα νέο κῦμα φιλελληνισμοῦ ἀναδύθηκε μετὰ τὴν ἀμαύρωση τοῦ Ἀγῶνα, ἐξαιτίας τοῦ ἐμφύλιου σπαραγμοῦ. Αὐτὸ μὲ τὴ σειρά του ἐπηρέασε ἐμμέσως τὴν εὐρωπαϊκὴ διπλωματία γιὰ τὰ ἐθνικὰ δίκαια τῶν Ἑλλήνων. 




Πὀλλὰ ἔργα, ζωγραφικά, λογοτεχνικὰ καὶ ἄλλα, ἀπαθανάτισαν τὴ θυσία τῶν Μεσολογγιτῶν. Ὁ ἐθνικός μας ποιητὴς Διονύσιος Σολωμὸς ἔγραψε τὴν ἡμιτελῆ ποιητική του σύνθεση «Ἐλεύθεροι Πολιορκημένοι», μὲ τοὺς γνωστοὺς στίχους ἀπὸ τὸ Σχεδίασμα Β': Ἄκρα τοῦ τάφου σιωπὴ στὸν κάμπο βασιλεύει Λαλεῖ πουλί, παίρνει σπυρί, κι ἡ μάνα τὸ ζηλεύει. Τὰ μάτια ἡ πεῖνα ἐμαύρισε' στὰ μάτια ἡ μάνα μνέει' Στέκει ὁ Σουλιώτης ὁ καλὸς παράμερα καὶ κλαίει: «Ἔρμο τουφέκι σκοτεινό, τί σ΄έχω γὼ στὸ χέρι; Ὁπού,Ὁποῦ σὺ μοῦ ΄γινες βαρὺ κι ὁ Ἀγαρηνὸς τὸ ξέρει» Ἀμέσως μετὰ τὴν κατάληψη τοῦ Μεσολογγίου, ὁ Κιουταχῆς μὲ τὸν στρατό του κατευθύνθηκε πρὸς τὴν Ἀνατολικὴ Στερεὰ Ἑλλάδα, μὲ ἀντικειμενικὸ σκοπὸ τὴν κατάληψη τῆς Ἀττικῆς. Ὁ Ἰμπραὴμ ἐπανῆλθε στὴν Πελοπόννησο γιὰ νὰ ἐξαλείψει καὶ τίς τελευταῖες ἑστίες ἀντίστασης σὲ Μάνη καὶ Ἀργολίδα. Τὸ Μεσολόγγι ἀπελευθερώθηκε στὶς 11 Μαϊου 1829. Τὸ 1937 ἀναγνωρίστηκε ὡς «Ἱερὰ Πόλις» καὶ ἡ Κυριακὴ τῶν Βαΐων ὁρίστηκε ὡς ἐπέτειος τῆς ἐξόδου.